Πολύ μεγάλη συζήτηση είναι σε εξέλιξη στις Βρυξέλλες και σε πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τις αλλαγές που σκοπεύει να επιφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με άλλους θεσμούς της ΕΕ, στην αγορά ηλεκτρισμού. Αλλαγές που παίρνουν τον χαρακτήρα μεταρρύθμισης, η οποία κρίθηκε αναγκαία στη διάρκεια της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης μέσα στο 2022, με αρνητικές συνέπειες ακόμα και σήμερα, παρά τη μεγάλη πτώση των τιμών της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι υψηλές και ασταθείς τιμές το 2022, απόρροια κυρίως της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη διακοπή/μείωση των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου σε χώρες της ΕΕ επιβάρυναν υπερβολικά και απότομα τους Ευρωπαίους καταναλωτές ενέργειας. Εκατομμύρια καταναλωτές είδαν τους λογαριασμούς τους να εκτινάσσονται, λόγω της τεράστιας αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου, που συμπαρέσυρε και τις τιμές πώλησης της ενέργειας από ΑΠΕ στα χρηματιστήρια ενέργειας, οδηγώντας στα λεγόμενα ουρανοκατέβατα κέρδη παραγωγών και προμηθευτών.
Κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, η ΕΕ εισήγαγε ένα ευρύ φάσμα μέτρων για τον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλών και ασταθών τιμών χονδρικής ενέργειας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Επιπλέον, τον Μάρτιο του 2023, η Επιτροπή ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα των ηγετών της ΕΕ για προώθηση μιας μεταρρύθμισης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας για να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και να επιτευχθεί σταδιακά η κλιματική ουδετερότητα.
Αν και προηγήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2023 μία προκαταρκτική συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, την οποία χαιρέτισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οριστικοποίηση του περιεχομένου της μεταρρύθμισης θα χρειαστεί αρκετούς μήνες ακόμα. Και στη διάρκεια του μεσοδιαστήματος είναι πιθανό κάποιες από τις συμφωνημένες πρόνοιες της μεταρρύθμισης να τροποποιηθούν, καθώς τα συμφέροντα και οι προτεραιότητες διαφέρουν από κράτος σε κράτος. Το βέβαιο είναι πως οι διαφοροποιήσεις μοιάζουν αναπόφευκτες, καθώς στη δοκιμασία που βίωσαν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες στο φόρτε της ενεργειακής κρίσης διαπιστώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τις κυβερνήσεις και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι το υπάρχον σύστημα οργάνωσης της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού δεν μπορεί να ανταποκριθεί, ως έχει, στις εξελίξεις και τις νέες ανάγκες που δημιουργούν οι δεσμεύσεις για την πράσινη μετάβαση και ειδικότερα την απανθρακοποίηση της ενέργειας.
Με βάση τις ανανεώσιμες πηγές
Με ανακοίνωσή της στις 15 Δεκεμβρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χαιρέτισε την καταρχήν συμφωνία που επιτεύχθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (στο περιθώριο της τελευταίας συνόδου κορυφής) σχετικά με τη μεταρρύθμιση του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Κατά την Κομισιόν, η συμφωνία θα βοηθήσει την ΕΕ να δημιουργήσει ένα ενεργειακό σύστημα βασισμένο σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με χαμηλότερους λογαριασμούς ενέργειας και αποτελεσματικότερη προστασία των καταναλωτών από τις αιφνίδιες και μεγάλες αυξήσεις τιμών και δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επωφεληθούν από την πράσινη μετάβαση.
Στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η μεταρρύθμιση «θα διασφαλίσει αειφόρο και ανεξάρτητο ενεργειακό εφοδιασμό στην ΕΕ, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, χάρη στην καλύτερη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η μεταρρύθμιση που συμφωνήθηκε προκαταρκτικά περιλαμβάνει αναθεωρήσεις σε πολλά νομοθετήματα της ΕΕ – ιδίως στον Κανονισμό για την ηλεκτρική ενέργεια, την Οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια και τον Κανονισμό REMIT. Με βάση τα διδάγματα της ενεργειακής κρίσης που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η συμφωνηθείσα μεταρρύθμιση θα φέρει περισσότερη σταθερότητα τιμών, τόσο στους καταναλωτές, όσο και στους προμηθευτές, χάρη στην ευρύτερη χρήση μακροπρόθεσμων συμβάσεων για παραγωγή καθαρής ενέργειας «και θα φέρει περισσότερες μη ορυκτές ευέλικτες λύσεις στο σύστημα, όπως απόκριση ζήτησης και αποθήκευση».
Kαλύτερα προστατευμένοι καταναλωτές
Σύμφωνα με τη συμφωνία, οι καταναλωτές θα έχουν ευρύτερη επιλογή συμβάσεων και σαφέστερες πληροφορίες για τη διαθέσιμη παραγωγή και την τιμολόγηση. Ταυτόχρονα, θα εξακολουθούν να μπορούν να επιλέξουν να συνάπτουν συμβάσεις δυναμικής τιμολόγησης για να επωφεληθούν από τη διακύμανση των τιμών, για να χρησιμοποιούν ηλεκτρική ενέργεια όταν είναι φθηνότερη (για παράδειγμα να φορτίζουν ηλεκτρικά αυτοκίνητα ή να χρησιμοποιούν αντλίες θερμότητας στα σπίτια τους).
Η συμφωνία εκτιμάται από την Επιτροπή ότι μειώνει τον κίνδυνο αποτυχίας από μέρους του προμηθευτή και ενισχύει την προστασία των καταναλωτών. Οι προμηθευτές θα πρέπει να διαχειρίζονται τους κινδύνους απότομων αυξομειώσεων τιμών τουλάχιστον στον βαθμό των όγκων, βάσει σταθερών διμερών συμβάσεων (PPA), προκειμένου να είναι λιγότερο εκτεθειμένοι σε αυξήσεις τιμών και αστάθεια της αγοράς (μέσω του χρηματιστηρίου ενέργειας ή προημερήσια αγορά), ενώ τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν προμηθευτές έσχατης ανάγκης, ώστε κανένας καταναλωτής να μην μείνει χωρίς ρεύμα.
Οι ευάλωτοι καταναλωτές και οι φτωχοί ενεργειακά θα προστατεύονται από την αποσύνδεσή τους από το ηλεκτρικό δίκτυο λόγω απλήρωτων λογαριασμών και τα κράτη μέλη θα μπορούν να επεκτείνουν ρυθμιζόμενες τιμές λιανικής σε νοικοκυριά και ΜΜΕ, σε περίπτωση κρίσης.
Επιπλέον, η Επιτροπή θα μπορεί να προτείνει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να κηρύσσει «κρίση τιμών ηλεκτρικής ενέργειας» σε περίπτωση απότομης αύξησης των τιμών λιανικής, επιτρέποντας στα κράτη μέλη να λάβουν περαιτέρω μέτρα για την προστασία των πελατών και τη διασφάλιση της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτή ενέργεια.
Η συμφωνηθείσα μεταρρύθμιση επιτρέπει τους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων και των δημόσιων αρχών, να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στο ενεργειακό σύστημα. Ως καταναλωτές που συμμετέχουν στην κοινή χρήση ενέργειας, θα μπορούν επίσης να επενδύσουν σε αιολικά ή ηλιακά πάρκα και να πωλούν την πλεονάζουσα ηλιακή ηλεκτρική ενέργεια σε γείτονες, όχι μόνο στον προμηθευτή τους και ανοίγει ο δρόμος για τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την ανάπτυξη ανανεώσιμης ενέργειας από τους καταναλωτές μέσω plug-in μίνι ηλιακών συστημάτων.
Η Επιτροπή επισημαίνει ακόμα ότι για να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές της ΕΕ θα επωφεληθούν από ανταγωνιστικές αγορές με διαφανή καθορισμό των τιμών, ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα έχουν βελτιωμένη ικανότητα παρακολούθησης της διαφάνεια στην αγοράς ενέργειας.
Δύο είδη συμβολαίων
Η μεταρρύθμιση που συμφωνήθηκε -εφόσον επισημοποιηθεί- θα διευκολύνει την ανάπτυξη πιο σταθερών μακροπρόθεσμων συμβάσεων, όπως διμερείς Συμφωνίες Αγοράς Ενέργειας (PPA) – μέσω των οποίων οι εταιρείες δημιουργούν τις δικές τους άμεσες προμήθειες ενέργειας και έτσι μπορούν να επωφεληθούν από πιο σταθερές τιμές παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Αυτό θα συμβάλει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας της ΕΕ μειώνοντας την έκθεσή της σε ασταθείς τιμές που σχετίζονται με τα ορυκτά καύσιμα (νοουμένου ότι θα περιοριστεί όντως η ενέργεια που θα περνά μέσα από τις δημοπρασίες – χρηματιστήρια).
Επιπλέον, η μεταρρύθμιση θα ενισχύσει τη ρευστότητα των αγορών για μακροπρόθεσμα συμβόλαια που κλειδώνουν τις μελλοντικές τιμές, τα λεγόμενα «προθεσμιακά συμβόλαια». Αυτό θα επιτρέψει σε περισσότερους προμηθευτές και καταναλωτές να προστατευτούν από υπερβολικά ασταθείς τιμές για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους.
Προκειμένου να παρασχεθεί στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας σταθερότητα εσόδων και να θωρακιστεί η βιομηχανία από την αστάθεια των τιμών, στο πλαίσιο της προσωρινής συμφωνίας όλη η κρατική στήριξη (χορηγίες) για επενδύσεις σε νέες μονάδες παραγωγής και υποχρεωτική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και χαμηλές εκπομπές άνθρακα θα πρέπει να έχει τη μορφή αμφίδρομων συμβάσεων επί διαφοράς (CfD) ή ισοδύναμων σχημάτων με τα ίδια αποτελέσματα. Με αυτά τα συμβόλαια η τιμή για ενέργεια παραγόμενη από ΑΠΕ κλειδώνει σε κάποιο σημείο και σε περίπτωση που η τιμή που διαμορφώνεται στην αγορά είναι ψηλότερη από αυτή που καθορίστηκε μέσω ενός CfD τα κράτη μέλη καρπούνται τη διαφορά και διοχετεύουν τα πλεονάζοντα έσοδα στους καταναλωτές, είτε άμεσα (επιδοτήσεις) είτε χρηματοδοτώντας το κόστος στήριξης των τιμών ή των επενδύσεων για τη μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας. Η τιμή της ενέργειας στην αγορά δεν επηρεάζεται άμεσα από τα CfD’s.
Ο νέος σχεδιασμός της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας θα διευκολύνει, εκτιμά η ΕΕ, την περαιτέρω διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ηλεκτρικό δίκτυο και θα ενισχύσει την αξιόπιστη προβλεψιμότητα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να μειωθεί η συμφόρηση του δικτύου και η απόρριψη πράσινης ενέργειας.
Ευρύτερα, αυτή η συμφωνία υποστηρίζει την επίτευξη του στόχου της ΕΕ για 45% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα έως το 2030 σε επίπεδο ΕΕ, όπως συμφωνήθηκε βάσει της αναθεωρημένης Οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (2413/2023).
Τα επόμενα βήματα
Η προκαταρκτική συμφωνία θα πρέπει τώρα να εγκριθεί επίσημα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Μόλις ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, η νέα νομοθεσία θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ένωσης και θα τεθεί σε ισχύ.
Οι προωθούμενες αλλαγές στην αγορά ηλεκτρισμού της ΕΕ δεν θα επηρεάσουν άμεσα τους Κύπριους καταναλωτές, ενόσω δεν τίθεται σε λειτουργία η ανταγωνιστική αγορά ηλεκτρισμού, κάτι που υπό προϋποθέσεις είναι εφικτό να γίνει μέσα στο 2025.
Από την έκδοση του Insider