Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων μπορούν να απορροφήσουν μειώσεις στις τιμές των ακινήτων της τάξεως του 10% και 20%, αντίστοιχα, χωρίς να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην κερδοφορία τους.
Αν και οι τιμές των ακινήτων ακολουθούν προς το παρόν ανοδική πορεία, η Κεντρική Τράπεζα στην έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, που δημοσιοποίησε προχθές, εξηγεί πως το γεγονός ότι η λογιστική αξία των ακινήτων είναι σημαντικά χαμηλότερη από την αγοραία αξία προφυλάσσει, σε κάποιο βαθμό, τόσο τα πιστωτικά ιδρύματα όσο και τις ΕΕΠ από ενδεχόμενες μειώσεις στις τιμές των ακινήτων.
Στις 31 Δεκεμβρίου 2022, η λογιστική αξία των ακινήτων που είχαν στην κατοχή τους τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων αντιπροσώπευε το 88,3% και 79,5% της αγοραίας αξίας, ποσοστά που υποδηλώνουν ότι, σε γενικές γραμμές, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων μπορούν να απορροφήσουν μελλοντικές μειώσεις στις τιμές των ακινήτων.
Οι τεχνοκράτες της Κεντρικής Τράπεζας διευκρινίζουν ότι, αν και συγκριτικά η άμεση έκθεση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των ΕΕΠ στον τομέα των ακινήτων είναι μικρότερη σε σχέση με την έκθεση των υπόλοιπων τομέων του χρηματοοικονομικού συστήματος, η μεγαλύτερη έμμεση έκθεσή τους στον εν λόγω τομέα τα καθιστά περισσότερο ευάλωτα σε αρνητικές εξελίξεις στην αγορά ακινήτων.
Όπως εξηγείται, οποιαδήποτε πιθανή επιδείνωση στη δυνατότητα αποπληρωμής ενός δανειολήπτη, καθώς και πιθανή μείωση στην ανακτήσιμη αξία ενός δανείου, έχουν σαν αποτέλεσμα την αναγνώριση από τα πιστωτικά ιδρύματα και τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων επιπρόσθετων προβλέψεων, που επηρεάζουν αρνητικά την κερδοφορία και τα ίδια κεφάλαιά τους.
Όσον αφορά το πρώτο έμμεσο κανάλι, η ουσιαστική συγκέντρωση του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο τομέα ακινήτων καθιστά τα πιστωτικά ιδρύματα ευάλωτα στην ικανότητα αποπληρωμής των εν λόγω επιχειρήσεων, και, συνεπακόλουθα, στην απόδοση του τομέα των ακινήτων.
Στην έκθεση αναφέρεται ακόμα ότι αν και η ανθεκτικότητα που έχει καταγράψει η αγορά ακινήτων αντικατοπτρίζεται στη φερεγγυότητα των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο, σημειώνεται ότι οι πιθανές μειώσεις στο περιθώριο κέρδους των εν λόγω επιχειρήσεων από τις ανατιμήσεις στο κατασκευαστικό κόστος και η ενδεχόμενη μείωση στη ζήτηση από ντόπιους, λόγω του αυξημένου κόστους δανεισμού, αλλά και από ξένους αγοραστές, ασκούν πιέσεις στη δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων τους.
Στην έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σημειώνεται επίσης ότι, εντός του 2022, η συγκέντρωση του δανειακού χαρτοφυλακίου του τραπεζικού τομέα στον ευρύτερο τομέα των ακινήτων αυξήθηκε, με τις εν λόγω χορηγήσεις να αντιπροσωπεύουν το 26,9% του συνόλου των χορηγήσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων προς τις επιχειρήσεις, σε σύγκριση με 24,5% στις 31 Δεκεμβρίου 2021.
Σημειώνεται, βέβαια, ότι σε απόλυτους αριθμούς, η έκθεση των πιστωτικών ιδρυμάτων κατέγραψε μείωση από €3,6 δισ. στις 31 Δεκεμβρίου 2021 σε €3,2 δισ. στις 31 Δεκεμβρίου 2022. Σημειώνεται ότι η έκθεση των εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων προς επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο τομέα ακινήτων ανερχόταν στα €3,6 δισ. και αποτελούσε το 20,3% του συνόλου του δανειακού χαρτοφυλακίου των ΕΕΠ.
Μεγάλο το ποσοστό εξασφάλισης με υποθήκευση ακινήτων
Όσον αφορά το δεύτερο έμμεσο κανάλι, σε περίπτωση αθέτησης των δανειακών οφειλών ενός δανειολήπτη, το ποσό που θα ανακτήσει ένα πιστωτικό ίδρυμα ή μια εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων εξαρτάται από την αξία της εξασφάλισης της χορήγησης, δηλαδή την αξία του υποθηκευμένου ακινήτου.
Στις 31 Δεκεμβρίου 2022, η έκθεση των πιστωτικών ιδρυμάτων σε δάνεια που εξασφαλίζονται με ακίνητα παρέμεινε ουσιαστική, αντιπροσωπεύοντας το 65,4% του συνολικού δανειακού τους χαρτοφυλακίου. Στην περίπτωση των εταιρειών διαχείρισης δανείων, τα δάνεια που εξασφαλίζονται με ακίνητα, κατά την ίδια ημερομηνία, αντιπροσώπευαν το 85,0% του συνολικού δανειακού τους χαρτοφυλακίου.