Σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη, στα πλαίσια δημοσιονομικής πειθαρχίας και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, είναι το τρίπτυχο που αποτελεί την πάγια πολιτική της Κυβέρνησης, ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός από το βήμα της Βουλής, παρουσιάζοντας χθες τον πρώτο προϋπολογισμό της Κυβέρνησης Νίκου Χριστοδουλίδη, τον οποίο χαρακτήρισε προϋπολογισμό ευθύνης για στήριξη της κοινωνίας.

Τόνισε επίσης ότι, εν μέσω της αβεβαιότητας, η κυπριακή οικονομία παραμένει ανθεκτική και ισχυρή, για να επισημάνει, ωστόσο, ότι παρά τις ικανοποιητικές οικονομικές επιδόσεις «δεν εφησυχάζουμε».

Ζητώντας από το σώμα της νομοθετικής εξουσίας να ψηφίσουν τον προϋπολογισμό του 2024, ο υπουργός αναγνώρισε ότι «τα επόμενα χρόνια προβλέπεται να είναι αρκετά δύσκολα για την παγκόσμια οικονομία αλλά και για την κυπριακή οικονομία, ενώ μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα αναμένεται μια νέα εποχή προκλήσεων, που θα σημαδευτεί από φαινόμενα από-παγκοσμιοποίησης και πολλές αλλαγές που απαιτούνται από την πράσινη μετάβαση, την κλιματική αλλαγή και τις υψηλές τιμές ενέργειας».

Σε αυτό το πλαίσιο, επεσήμανε στην ομιλία του, το Υπουργείο Οικονομικών και η Κυβέρνηση έχει επικεντρωμένη την προσοχή της στην επόμενη περίοδο για την προτεραιότητα στον εξορθολογισμό της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με την προώθηση μέτρων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και εντατικοποίηση των προσπαθειών αξιοποίησης του φυσικού αερίου.

Ο κ. Κεραυνός, αναλύοντας τους μακρο οικονομικούς δείκτες, ανέφερε στην ομιλία του ότι «οι θετικές αυτές δημοσιονομικές επιδόσεις θα μας επιτρέψουν από τη μια πλευρά να αντιμετωπίσουμε οποιεσδήποτε αρνητικές εξελίξεις στο μέλλον, παρέχοντας τη δυνατότητα για άσκηση κοινωνικής πολιτικής, ενώ ταυτόχρονα να ανταποκριθούμε στις ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις ως προς τους δημοσιονομικούς κανόνες, ιδιαίτερα για μείωση του δείκτη χρέους στο 60% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα».

Δημοσιονομικοί κίνδυνοι

Το Υπουργείο Οικονομικών αναγνωρίζει τους όποιους δημοσιονομικούς κινδύνους και κυρίως αυτούς που προέρχονται από ανελαστικές δαπάνες, σημείωσε ο Υπουργός. «Το Υπουργείο Οικονομικών και η Κυβέρνηση είναι οι πρώτοι που εντόπισαν το πρόβλημα των ανελαστικών δαπανών και ειδικότερα το θέμα της ανελαστικής δαπάνης του κρατικού μισθολογίου. Οι όποιες θέσεις -και βεβαίως δεν είναι χιλιάδες- για τις οποίες αποταθήκαμε για να ακολουθηθεί διαδικασία αποπαγοποίησης, αφορούν κενές θέσεις οι οποίες υπάρχουν και είναι εγκεκριμένες στους προϋπολογισμούς και στους συμπληρωματικούς προϋπολογισμούς.

Κρίνω σκόπιμο  να αναφέρω ότι περίπου 700 θέσεις τον χρόνο κενώνονται, κυρίως λόγω αφυπηρετήσεων και βεβαίως πρέπει να συμπληρώνονται εκείνες που κρίνονται αναγκαίες τη συγκεκριμένη περίοδο. Άλλο είναι το θέμα του αριθμού των υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και άλλο το θέμα του ύψους του μισθολογίου».  

Από την ομιλία του υπουργού δεν μπορούσε να απουσιάζει το ΓΕΣΥ, καθώς θεωρείται ότι η πορεία του έχει σχέση με τα δημόσια οικονομικά. «Κυβέρνηση θεωρεί ως σημαντική λαϊκή κατάκτηση το ΓΕΣΥ και επομένως πάγιος στόχος είναι η εξυγίανση και εκσυγχρονισμός των δύο βασικών πυλώνων του, του ΟΚΥΠΥ και του ΟΑΥ, ώστε να διασφαλίζεται τόσο το επίπεδο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και νοσηλείας όσο και η διασφάλιση των δημόσιων οικονομικών του κράτους», ανέφερε.

Έγιναν «ρεαλιστικές προβλέψεις»

Ο σχεδιασμός και ο καταρτισμός του  προϋπολογισμού 2024 «βασίστηκε σε ρεαλιστικές μακροοικονομικές προβλέψεις και στάθμισε όλους τους κινδύνους και αβεβαιότητες», σημείωσε ο υπουργός.

Περιλαμβάνει αύξηση στις πρωτογενείς δαπάνες σε σχέση με πέρσι κατά περίπου €1.16 δισ., αυξημένες αναπτυξιακές δαπάνες κατά 14%, αυξημένες κοινωνικές παροχές κατά 15%.

Το 2024 το δημοσιονομικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να παραμείνει πλεονασματικό και να φθάσει το 2,8% του ΑΕΠ, που σε απόλυτους αριθμούς αντιστοιχεί σε €870,6 εκατ., έναντι πλεονάσματος 2,5% του ΑΕΠ το 2023, ενώ το δημόσιο χρέος για το 2024 αναμένεται να περιορισθεί στο 74,7%, ως ποσοστό του ΑΕΠ σε σύγκριση με ποσοστό 81,8% του ΑΕΠ το 2023 και σε σύγκριση με το 2020 επιτυγχάνεται η μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ κατά 40,3 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ σε περίοδο τεσσάρων ετών. Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας προβλέπεται να ανέλθει γύρω στο 2,9% το 2024, σε σύγκριση με την πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,4% το 2023, και για το 2025 και 2026 προβλέπεται να κυμανθεί στο 3,1% και 3,2%, αντίστοιχα.

Ο πληθωρισμός προβλέπεται να περιοριστεί το 2024 στο 2,5% και να συνεχίσει την καθοδική του πορεία τα επόμενα χρόνια, ενώ το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να μειωθεί στο 5,8% του εργατικού δυναμικού το 2024, σε σχέση με 6,4% το 2023 και προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω κατά τη προγραμματική περίοδο 2025-2026.