Μέσω του περιορισμού του ανοίγματος νέων θέσεων στο Δημόσιο η Κυβέρνηση σφίγγει τα ζωνάρια στον κρατικό προϋπολογισμό του 2024, σε μια προσπάθεια να συγκρατήσει το κρατικό μισθολόγιο, το οποίο πάντως του χρόνου θα είναι «φουσκωμένο» περίπου κατά €500 εκατ. και θα ανέλθει στα €3.72 δισ., από €3.23 δισ. που είναι φέτος.

Σύμφωνα με τον κρατικό προϋπολογισμό, του χρόνου ο αριθμός των νέων/ πρόσθετων θέσεων θα είναι μόνο 52. Για το 2024 προωθείται η δημιουργία 241 θέσεων και η κατάργηση 189 θέσεων, δηλαδή, σύμφωνα με το επεξηγηματικό σημείωμα του Υπουργείου Οικονομικών, η συνολική αύξηση των θέσεων ανέρχεται στις 52 θέσεις. Σε σχέση με τα τρία τελευταία χρόνια, ο αριθμός νέων θέσεων στην κρατική μηχανή είναι αρκετά μειωμένος, καθώς πέρσι οι πρόσθετες θέσεις αυξήθηκαν κατά 485, το 2022 κατά 238 και το 2021 κατά 61.

Παρόλο που η νέα Κυβέρνηση με το που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας προχώρησε στην αύξηση της ΑΤΑ στο 66.7% από 50% και συνέχισε την αποκατάσταση των επιδομάτων των κυβερνητικών υπαλλήλων από τις μνηνονιακές αποκοπές, το Υπουργείο Οικονομικών εκτιμά πως εφόσον οι νέες προσλήψεις γίνονται με φειδώ θα μπει μια τάξη στο κρατικό μισθολόγιο.

Το 2024 το κρατικό μισθολόγιο, το οποίο αποτελεί το 29% των κρατικών δαπανών, θα είναι αυξημένο κατά 15.3% εξαιτίας των αυξημένων συνεισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία των κρατικών υπαλλήλων και στο ΓεΣΥ (οφείλονται, κυρίως, στις αναδρομικές εισφορές του Δημοσίου στο νέο επαγγελματικό Σχέδιο Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων) και των τιμαριθμικών επιδομάτων. Σημειώνεται πως μέχρι τις 20 Ιουνίου του 2023 ο αριθμός των εργαζομένων στη δημόσια υπηρεσία ήταν 49.295, σε σχέση με 48.967 το 2018 και 52.267 το 2012. Από το 2012 μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2023 ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων είναι μειωμένος κατά 2.970.

Απόσυρση του νομοσχεδίου

Η πολιτική για τη μείωση του μισθολογίου, που αποτυπώνεται στον κρατικό προϋπολογισμό, δεν είναι άσχετη με την απόσυρση από τη Βουλή του νομοσχεδίου της προηγούμενης Κυβέρνησης, με το οποίο απελευθερώνονταν όλες οι θέσεις πρώτου διορισμού.

Ουσιαστικά, με το νομοσχέδιο καταργούνταν οι περιορισμοί στις προσλήψεις που είχαν εγκριθεί το 2012, στο πλαίσιο της λήψης μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης.

Παρόλο που το νομοσχέδιο το είχε καταθέσει στη Βουλή η Κυβέρνηση Αναστασιάδη, όταν αυτό συζητείτο στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών υπήρχαν έντονες αντιδράσεις από βουλευτές του ΔΗΣΥ, οι οποίοι είχαν εκφράσει ανησυχίες για ραγδαία αύξηση των δημόσιων υπαλλήλων.

Έλεγχος για τις νέες θέσεις

Οι αποπαγοποιήσεις θέσεων θα συνεχίσουν να εγκρίνονται από τη Βουλή, ωστόσο η Κυβέρνηση, μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, θα έχει μια συνολική εικόνα για τον ακριβή αριθμό των θέσεων που θα ξεπαγώνουν.

Σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ», την περασμένη Τρίτη το Υπουργικό ενέκρινε πρόταση του Μάκη Κεραυνού, ώστε αρχές κάθε χρόνου το Υπουργείο Οικονομικών να καταθέτει στο Υπουργικό Συμβούλιο όλες τις πρόσθετες θέσεις που θα απαιτηθούν για τους επόμενους δώδεκα μήνες.

Οι θέσεις θα εγκρίνονται από το Υπουργικό και θα περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό, ωστόσο θα αποπαγοποιούνται από τη Βουλή.

Με τη συγκεκριμένη ρύθμιση, η Κυβέρνηση θα είναι σε θέση να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή τις ανάγκες των κυβερνητικών υπηρεσιών, ενώ δεν θα δημιουργούνται επιπρόσθετες θέσεις εάν δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένες από την αρμόδια αρχή. Η απόφαση αυτή αφορά μόνο το Δημόσιο. Σε σχέση με τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, όπως μας λέχθηκε, ήδη το Υπουργείο Οικονομικών ενημερώνεται για τις νέες θέσεις.

Δεν θα δοθούν γενικές αυξήσεις

Παρά τους περιορισμούς στη δημιουργία νέων θέσεων, θα ενισχυθούν με προσωπικό τα υπουργεία και τα υφυπουργεία που χειρίζονται θέματα σε νευραλγικούς τομείς, όπως το μεταναστευτικό, η Αστυνομία, η Πυροσβεστική Υπηρεσία και το περιβάλλον.

Οι ανάγκες της δημόσιας υπηρεσίας θα καλυφθούν μέσω πλήρωσης μόνιμων θέσεων, ενώ θα συνεχίσει η αποπαγοποίηση θέσεων.

Το πρώτο εξάμηνο του έτους υπήρχαν 4.870 κενές θέσεις στο Δημόσιο. Επιπρόσθετα, θα συνεχιστεί η απαγόρευση πρόσληψης ωρομίσθιου κυβερνητικού προσωπικού για εποχιακές ή έκτακτες ανάγκες. Επίσης, δεν θα παραχωρηθούν γενικές αυξήσεις, ενώ θα καταβληθεί προσπάθεια συγκράτησης άλλων άμεσων ή έμμεσων μισθολογικών αυξήσεων για το 2024.

Θα συνεχιστεί η παραχώρηση της ΑΤΑ στο 66.7% και η σταδιακή αποκατάσταση των επιδομάτων, με τις μειώσεις να αίρονται 1/1/2025.