Αποτελεσματικά στοχεύμενα μέτρα επιμένουν ότι έλαβαν οι τράπεζες για ανακούφιση των δανειοληπτών από τις εννέα διαδοχικές αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Ο Ανώτερος Διευθυντής του Συνδέσμου Τραπεζών Μιχάλης Κρονίδης, σε συνέντευξή του στον «Φ» σημειώνει πως το πρώτο εξάμηνο του έτους οι τράπεζες προχώρησαν σε αναδιαρθρώσεις και επαναδιαπραγματεύσεις δανείων ύψους €2 δισ. Σύμφωνα με τον ίδιο, δεν επαφίεται στις τράπεζες η μείωση των δανειστικών επιτοκίων, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο με την πολιτική της ΕΚΤ. Σχολιάζοντας τις πληροφορίες για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών, τονίζει πως η όποια αόριστη συζήτηση προκαλεί ζημιά στην Κύπρο.
Οι πιέσεις για ελαφρύνσεις
Πώς εισπράττουν ο Σύνδεσμος Τραπεζών και οι τράπεζες τις πιέσεις που ασκούνται από σημαντικό τμήμα της κοινωνίας για κάποιες νέες διευκολύνσεις-ελαφρύνσεις, ιδιαίτερα προς δανειολήπτες, ώστε να μειωθεί το βάρος που επιφέρουν στους ώμους τους τα αυξημένα δανειστικά επιτόκια;
Ο Σύνδεσμος και οι τράπεζες μέλη του παρακολουθούν τις εξελίξεις και αντιλαμβάνονται πλήρως τις επιπτώσεις και τα οικονομικά δεδομένα όπως αυτά εξελίσσονται τους τελευταίους τουλάχιστον 12 μήνες, κατά τους οποίους έχει σημειωθεί μια σημαντικότατη αύξηση των επιτοκίων του ευρώ, απόρροια αποφάσεων νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Η απότομη αύξηση των επιτοκίων του ευρώ, αναπόφευκτα έχει οδηγήσει σε αύξηση των δανειστικών επιτοκίων σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Στην Κύπρο, περίπου τα 2/3 των δανείων τιμολογούνται με βάση το Euribor ή το βασικό επιτόκιο του ευρώ, τα οποία έχουν αυξηθεί σημαντικά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Σφίγγει ο κλοιός γύρω από τράπεζες
Οι τράπεζες έχουν προβεί σε στοχευμένες ενέργειες προς ανακούφιση των δανειοληπτών. Για όλα τα ενήμερα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας με αξία μέχρι €350.000 ανακοίνωσαν και εφάρμοσαν οριζόντια σχέδια στήριξης. Τα σχέδια αυτά, τα οποία διαφέρουν ανά τράπεζα, στοχεύουν στην απορρόφηση μέρους του κόστους από την αύξηση των επιτοκίων διά μέσου: (1) της επιστροφής σε μετρητά μέρους της αύξησης του επιτοκίου, (2) βαθμούς ανταμοιβής για αγορές από επιχειρήσεις, (3) του «κλειδώματος» του επιτοκίου αναφοράς ή και συνδυασμού των πιο πάνω επιλογών.
Πέραν των πιο πάνω ενεργειών, οι τράπεζες τους πρώτους 6 μήνες του 2023 έχουν προβεί σε αναδιαρθρώσεις και επαναδιαπραγματεύσεις €2 δισ. δανείων, γεγονός που καταδεικνύει ότι στηρίζουν έμπρακτα τους δανειολήπτες.
Αντιλαμβάνεστε ως Σύνδεσμος την ανάγκη που προφανώς αισθάνεται ο υπουργός Οικονομικών για να ασκήσει διακριτική πίεση για κάποια μείωση στα επιτόκια που επιβάλλονται, ιδιαίτερα για τα στεγαστικά δάνεια; Ή θεωρείτε πως δεν θα έπρεπε να ζητά τέτοια μέτρα από το τραπεζικό σύστημα;
Καταρχάς, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι εκτιμούμε ιδιαίτερα την εποικοδομητική συνεργασία που διαχρονικά έχουμε με το Υπουργείο Οικονομικών και σεβόμαστε απόλυτα τις πολιτικές θέσεις του υπουργού Οικονομικών. Υπάρχει εξαιρετική συνεργασία, κάτι που άλλωστε διαφάνηκε και τη συνάντησή μας τον περασμένο Απρίλιο, μετά την οποία οι τράπεζες προχώρησαν σε σχέδια στήριξης νοικοκυριών που επηρεάζονται από την αύξηση των επιτοκίων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Σε ένα χρόνο μείωση επιτοκίων
Θέλω όμως να ξεκαθαρίσω ότι δεν επαφίεται στις τράπεζες η μείωση των δανειστικών επιτοκίων, διότι ακριβώς έρχεται σε αντιδιαστολή με τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, η οποία στοχεύει στη μείωση του πληθωρισμού. Παραμένουμε στη διάθεση του Υπουργείου Οικονομικών και είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε και να ανταλλάξουμε απόψεις.
Θα πείσετε, πιστεύετε, τον υπουργό Οικονομικών να μην προωθήσει την επιβολή εφάπαξ φόρου στα υπερκέρδη των τραπεζών;
Καλούμαι να τοποθετηθώ επί κάποιων προθέσεων και δημόσιων τοποθετήσεων. Κατά την άποψη μας, η όποια αόριστη συζήτηση και διαιώνιση του θέματος προκαλεί ζημιά, τόσο στο όνομα της Κύπρου, ως επενδυτικού προορισμού, όσο και στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Υπενθυμίζω ότι η Κύπρος βρίσκεται στην τελευταία κατάταξη επενδυτικής βαθμίδας, μόλις πάνω από την κατηγορία σκουπίδια και ένας από τους παράγοντες που κρίνουν σε μεγάλο βαθμό τη βελτίωση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Κύπρου και κατ’ επέκταση των τραπεζών είναι η σταθερότητα του φορολογικού και του νομικού πλαισίου. Επιπρόσθετα, όπως είδαμε να συμβαίνει τους τελευταίους μήνες και σε άλλες χώρες τις ευρωζώνης, η επιβολή οποιασδήποτε επιπλέον φορολογίας στις τράπεζες θα πρέπει να γίνεται σε διαβούλευση με την ΕΚΤ, ως η αρμόδια αρχή διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Υπουργός Οικονομικών: Δεν είναι ικανοποιημένος με τις τράπεζες για τα επιτόκια
Οι τράπεζες ήδη από το 2012 φορολογούνται και καταβάλλουν ειδικό φόρο επί των καταθέσεων, επιπλέον της φορολόγησης επί των κερδών, ανεξάρτητα εάν κατά τη διάρκεια του έτους κάποια τράπεζα καταγράφει ζημιές. Κατά τα προηγούμενα έτη, μάλιστα, οι τράπεζες κατέβαλλαν αυξημένο ειδικό φόρο, λόγω και της σταδιακής αύξησης των καταθέσεων και παρά το γεγονός ότι κατέγραφαν σημαντικές ζημιές, κυρίως λόγω αυξημένων αναγκών για προβλέψεις από το υψηλό ποσοστό ΜΕΔ. Την τελευταία πενταετία οι τράπεζες κατέβαλαν ειδικό φόρο επί των καταθέσεων πέραν των €300 εκ. Τα έσοδα αυτά, ή μέρος τους, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν προς στήριξη ευάλωτων νοικοκυριών που έχουν δυσκολίες στην αποπληρωμή των δανείων τους, ως μέρος μιας στοχευμένης κοινωνικής πολιτικής.
Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι κατά την τελευταία δεκαετία οι τράπεζες κατέγραψαν σημαντικότατες ζημιές και οι μέτοχοι/επενδυτές έχουν προβεί σε ουσιαστική ενίσχυση των κεφαλαίων, χωρίς μέχρι σήμερα να έχουν λάβει κανένα μέρισμα. Ενώπιον μας υπάρχουν τεράστιες προκλήσεις και για αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διατηρήσουμε αλλά και να ενισχύσουμε περαιτέρω την ανθεκτικότητα και σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, ώστε η Κύπρος να παραμείνει ελκυστικός προορισμός για ξένες επενδύσεις. Η επίτευξη κερδών θωρακίζει τις τράπεζες και ενισχύει την κεφαλαιακή τους επάρκεια, ώστε να μπορέσουν να διαχειριστούν τις όποιες πιθανές αρνητικές εξελίξεις και ζημιές προκύψουν τα επόμενα χρόνια.
Υπάρχει πρόθεση από τις τράπεζες να προχωρήσουν σε πρόσθετες βελτιωτικές κινήσεις για αντιμετώπιση της κατάστασης;
Καταρχάς ο Σύνδεσμος δεν εμπλέκεται κατ’ ουδέναν τρόπο στη διαμόρφωση ή στον καθορισμό είτε των καταθετικών είτε των δανειστικών επιτοκίων. Το θέμα αφορά την κάθε τράπεζα ξεχωριστά και την πολιτική που θέλει να ακολουθήσει.
Για τα δανειστικά επιτόκια έχω ήδη αναφερθεί προηγουμένως, επομένως θα αναφέρω κάποιες επισημάνσεις που αφορούν τα καταθετικά επιτόκια. Τα στοιχεία δείχνουν ότι από την αρχή του έτους τα καταθετικά επιτόκια καταγράφουν σημαντική άνοδο. Για καταθέσεις συμφωνημένης διάρκειας μέχρι ενός έτους, για νοικοκυριά αυξήθηκε από 0.24% τον Ιανουάριο στο 1.21% τον Ιούνιο, ενώ για επιχειρήσεις από 0.7% τον Ιανουάριο στο 1.86% τον Ιούνιο. Επομένως, η τάση είναι ανοδική και αυτό είναι θετικό.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ρούβας: Φορολόγηση με βάση το ιταλικό μοντέλο, υπό μία προϋπόθεση
Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι κατά τα έτη 2014 μέχρι το 2022 τα επιτόκια του ευρώ ήταν αρνητικά και οι τράπεζες επωμίστηκαν σημαντικό κόστος, χωρίς να το έχουν μεταφέρει στους καταθέτες. Την ίδια στιγμή υπάρχουν και κάποιες ιδιαιτερότητες του κυπριακού τραπεζικού συστήματος, οι οποίες επηρεάζουν και τη διαμόρφωση των καταθετικών επιτοκίων, όπως τα πολύ υψηλά επίπεδα ρευστότητας (οι καταθέσεις ξεπερνούν κατά €30 δισ. τις χορηγήσεις), ο πολύ υψηλός Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (πέραν του 350%), ο χαμηλός δείκτης δανείων έναντι καταθέσεων (45% ενώ στην ΕΕ είναι 110%) και τέλος το πολύ υψηλό επίπεδο ιδιωτικού χρέους (220% του ΑΕΠ), το οποίο καθιστά δυσκολότερη τη χορήγηση νέων δανείων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Μείωση χρεώσεων, έστω;
Είναι, μήπως, στις προθέσεις των τραπεζών να εξετάσουν έστω μια αναθεώρηση προς τα κάτω των τραπεζικών χρεώσεων;
Η αρμόδια ευρωπαϊκή εποπτική αρχή (Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός) θέτει ως μια από τις προτεραιότητές της τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τον επαναπροσδιορισμό του επιχειρηματικού τους μοντέλου και την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών, που να συνάδουν με τις σύγχρονες ανάγκες των πελατών. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να ανταγωνιστούν τις εταιρείες τεχνολογίας (FinTechs), οι οποίες προσφέρουν ανταγωνιστικές υπηρεσίες με χαμηλότερο κόστος. Η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών με τη χρήση της τεχνολογίας έχει σημαντικά μειωμένο κόστος και γι’ αυτό οι συναλλαγές αυτές προσφέρονται με καθόλου ή σημαντικά μειωμένο κόστος για τον πελάτη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αυτά κάνουν μέλη της ΕΕ για υπερκέρδη και τόκους – Μελέτη της Βουλής
Τα τελευταία στοιχεία καταδεικνύουν ότι 9 στους 10 πελάτες διαθέτουν ηλεκτρονικό λογαριασμό, το 90% των λογαριασμών κοινής ωφελείας πληρώνονται ηλεκτρονικά, ενώ το 80% των βασικών συναλλαγών γίνεται μέσω διαδικτύου ή ΑΤΜ (κατάθεση, ανάληψη, μεταφορά χρημάτων, κατάθεση επιταγής). Ταυτόχρονα, οι τράπεζες προσφέρουν σε κάποιες κατηγορίες πελατών, όπως συνταξιούχοι και φοιτητές, μηδενικές ή μειωμένες χρεώσεις ενώ νέα προϊόντα με ακόμη χαμηλότερο ή και μηδενικό κόστος προσφέρονται στους καταναλωτές (βασικός λογαριασμός, ηλεκτρονικός λογαριασμός, κ.α.).