Το ερώτημα που τίθεται συχνά από τους καταναλωτές είναι γιατί συνεχίζουν να παραμένουν ψηλά οι τιμές των τροφίμων ενώ μειώνεται ο πληθωρισμός; Στα τρόφιμα και τα άλλα βασικά είδη σούπερ μάρκετ, η εικόνα που προκύπτει από την εξέταση των αναλυτικών στοιχείων της Στατιστικής Υπηρεσίας, που δημοσιεύθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, δείχνει τις μεταβολές.

Από την ανάλυση των στοιχείων που παρουσιάζει ο «Φ ορισμένες  τιμές  αρχίζουν και μειώνονται σε σχέση με πέρυσι, άλλες αυξάνονται και κάποιες μειώνονται. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι από τις 5 Μαϊου γάλα, ψωμί, αβγά, πάνες παιδιών/ενηλίκων, παιδικές τροφές, προϊόντα γυναικείας υγιεινής έχουν 0% ΦΠΑ, μετά από διάταγμα της κυβέρνησης που είναι σε ισχύ μέχρι την 31η Οκτωβρίου, 2023. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να έχει ενσωματωθεί ο μηδενικός ΦΠΑ στα στοιχεία Μαϊου, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν αυξήσεις οι οποίες ωστόσο είναι μικρότερες από πέρυσι.

Η τιμή του ψωμιού, που έχει μηδενικό ΦΠΑ έχει μειωθεί κατά 0,8% τον Μάϊο σε ετήσια βάση ενώ πέρυσι η αύξηση ήταν 15,7%. Τον Μαϊο 2021 σε σύγκριση με το 2020 η άνοδος ήταν μόλις 0,8%. Τον Μάϊο σε ετήσια βάση, η αύξηση της τιμής στο φρέσκο γάλα με χαμηλά λιπαρά είναι 6,4%, πέρυσι ήταν 4,9% και το 2021 στο 1,4%, προϊόν που έχει μηδενικό ΦΠΑ. Επίσης στην ίδια κατηγορία είναι και τα αβγά, η τιμή των οποίων αυξήθηκε 4,7% τον Μάϊο σε ετήσια βάση ενώ πέρυσι η άνοδος ήταν 14,1%. Μηδενικό ΦΠΑ έχουν και οι παιδικές τροφές, οι τιμές των οποίων αυξήθηκαν 5,6% τον Μάϊο σε σχέση με άνοδο 11,2% πέρυσι.

Τι δείχνουν τα στοιχεία

Την πρωτιά στις αυξήσεις είχε η ζάχαρη με άνοδο 43,8% στην τιμή σ’ ένα χρόνο ενώ το 2022 σε σχέση με το 2021 η άνοδος ήταν 28,3% και το 2021 σε σχέση με το 2020 ήταν 3,6%.  Στα ζυμαρικά η αύξηση της τιμής ήταν 8,4% σε ετήσια βάση, πέρυσι ήταν 12,1% και το 2021 ήταν φθηνότερα κατά 1,7%. Η τιμή του χοιρινού αυξήθηκε 6,6% τον Μάϊο σε ετήσια βάση, πέρυσι η άνοδος ήταν 16,8% ενώ το 2021 σε σχέση με το 2020 η τιμή είχε υποχωρήσει κατά 4,9%. Η τιμή του βοδινού και μοσχαρίσιου κρέατος αυξήθηκε κατά 17,8% τον Μάιο σε ετήσια βάση ενώ πέρυσι η άνοδος ήταν 9% και το 2020 στο -0,1%. Η τιμή για το αρνίσιο και κατσικίσιο κρέας σημείωσε αύξηση 6,6% σ’ ένα χρόνο, πέρυσι ήταν 16,8% και το 2021 υποχώρησε κατά 4,9%. Η τιμή των πουλερικών αυξήθηκε κατά 2,5%, πέρυσι ήταν 20% και το 2021 η τιμή είχε υποχωρήσει κατά 2,4%. Η τιμή στο γιαούρτι αυξήθηκε 14,6% σε ετήσια βάση, πέρυσι ήταν 0,1% και το 2021 υποχώρησε κατά 2%. Η τιμή στο τυρί καταγράφει άνοδο 18% σ’ ένα χρόνο, πέρυσι ήταν 3,9% και το 2021 μειώθηκε κατά 2,2%. Η τιμή στο ελαιόλαδο αυξήθηκε κατά 14,1% σε ετήσια βάση, πέρυσι η άνοδος ήταν 3,7% και το 2021 υπήρχε μείωση 1,4%. Οι αυξήσεις τον Μάϊο για τα έλαια και λίπη ήταν 18,1%, πέρυσι 14,9% και το 2021 στο 2,2%. Η τιμή του κρασιού αυξήθηκε κατά 7,6% ενώ πέρυσι ήταν 1%. Η τιμή της μπύρας σημείωσε άνοδο 9,1% σ’ ένα χρόνο, πέρυσι η αύξηση ήταν 0,7% και το 2021 υποχώρησε κατά 4,2%. Η αύξηση στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος τον Μάϊο ήταν 8,2% σε ετήσια βάση ενώ πέρυσι 40,8%. Η τιμή του πετρελαίου σημείωσε μείωση 20,7% σε σχέση με άνοδο 44,9% πέρυσι και η τιμή της βενζίνης υποχώρησε κατά 12,9% σε σχέση με άνοδο 32,1% πέρυσι.

Παγκόσμιος δείκτης

Ο παγκόσμιος δείκτης των Ηνωμένων Εθνών για τις τιμές των τροφίμων έπεσε τον Μάιο στο χαμηλότερο επίπεδο των δύο τελευταίων ετών, καθώς η μείωση των τιμών των φυτικών ελαίων, των δημητριακών και των γαλακτοκομικών ήταν μεγαλύτερη από τις αυξήσεις εκείνων της ζάχαρης και του κρέατος. Ο δείκτης τιμών του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), που παρακολουθεί τις τιμές τροφίμων σε όλο τον κόσμο, ήταν κατά μέσο όρο στις 124,3 μονάδες τον Μάιο έναντι των αναθεωρημένων 127,7 τον προηγούμενο μήνα, ανακοίνωσε ο FAO. Η τιμή που είχε δοθεί αρχικά για τον Απρίλιο ήταν 127,2. Πρόκειται για τη χαμηλότερη τιμή του εν λόγω δείκτη από τον Απρίλιο 2021 και σημαίνει πως ο δείκτης είναι τώρα 22% πιο κάτω από το υψηλό όλων των εποχών που καταγράφηκε τον Μάρτιο 2022 μετά την έναρξη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Προβληματισμός στις κυβερνήσειςγια τιςαυξήσεις

Ο επίμονος πληθωρισμός των τροφίμων πιέζει τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα και προβληματίζει τους Ευρωπαίους πολιτικούς, σχολιάζουν οι New York Times.  Στην Ιταλία, για παράδειγμα, η κυβέρνηση πραγματοποίησε συνάντηση για να συζητήσει την εκτίναξη των τιμών στα ζυμαρικά. Ταυτόχρονα, το σημαντικότερο κόστος για την παραγωγή τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων, του σιταριού και άλλων γεωργικών προϊόντων, έχει μειωθεί στις διεθνείς αγορές κατά το μεγαλύτερο μέρος του προηγούμενου έτους – γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με το γιατί οι τιμές των τροφίμων για τους καταναλωτές παραμένουν τόσο υψηλές στην Ευρώπη.  Στην Ευρώπη κυβερνήσεις παρεμβαίνουν με την επιβολή ανώτατων τιμών σε βασικά είδη διατροφής. Για παράδειγμα, στη Γαλλία, η κυβέρνηση προωθεί ένα «αντιπληθωριστικό τρίμηνο», ζητώντας από τους λιανεμπόρους να μειώσουν τις τιμές σε ορισμένα προϊόντα μέχρι τον Ιούνιο. Την ίδια ώρα, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρούνο Λεμέρ, δήλωσε ότι οι παραγωγοί τροφίμων πρέπει να συμβάλουν περισσότερο σε αυτή την προσπάθεια, προειδοποιώντας ότι μπορεί να αντιμετωπίσουν φορολογικές κυρώσεις αν διαπιστωθούν αθέμιτες πρακτικές στα περιθώρια κέρδους εις βάρος των καταναλωτών.

Αυτές οι προσπάθειες μπορεί να βοηθήσουν ορισμένους καταναλωτές, αλλά συνολικά δεν υπάρχουν πολλά που να παρηγορούν τους Ευρωπαίους. Οι τιμές των τροφίμων είναι απίθανο να μειωθούν. Το μόνο που μπορεί να συμβεί, είναι να επιβραδυνθεί – αργότερα φέτος – ο ρυθμός των αυξήσεων.

Με δεδομένα την αύξηση του εργατικού κόστους και την πιθανότητα κερδοσκοπίας, οι τιμές των τροφίμων είναι απίθανο να μειωθούν σύντομα. Η  άνοδος των τιμών θα μπορούσε επίσης να ασκήσει πίεση στις κεντρικές τράπεζες να διατηρήσουν τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα, περιορίζοντας ενδεχομένως την οικονομική ανάπτυξη. Εκτός από τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων, η Ευρώπη έχει βιώσει σκληρές αυξήσεις στο κόστος της εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων. Οι τιμές της ενέργειας εκτοξεύτηκαν στα ύψη επειδή ο πόλεμος ανάγκασε την Ευρώπη να αντικαταστήσει γρήγορα το ρωσικό φυσικό αέριο με νέες προμήθειες, ανεβάζοντας το κόστος παραγωγής, μεταφοράς και αποθήκευσης τροφίμων. Σύμφωνα με τους NYT, αν και οι τιμές χονδρικής πώλησης ενέργειας έχουν μειωθεί, οι έμποροι λιανικής προειδοποιούν ότι υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση -ίσως έως και ένα έτος- μέχρι η μείωση αυτή φθάσει στους καταναλωτές, επειδή τα συμβόλαια ενέργειας είχαν συναφθεί μήνες πριν, πιθανότατα αντανακλώντας τις υψηλότερες τιμές.

Ισχυρισμοί ότι υπάρχει κερδοσκοπία

Πληθαίνουν οι ισχυρισμοί μεταξύ καταναλωτών, συνδικάτων και ορισμένων οικονομολόγων ότι ο πληθωρισμός μπορεί να διατηρείται αδικαιολόγητα υψηλά από τις εταιρείες που αυξάνουν τις τιμές (πάνω από την αύξηση του κόστους), για να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δήλωσε ότι στα τέλη του περασμένου έτους, τα εταιρικά κέρδη συνέβαλαν στον εγχώριο πληθωρισμό τόσο πολύ όσο και η αύξηση των μισθών, ωστόσο δεν ανέφερε ποιοι κλάδοι είχαν υπερβολικά κέρδη. Οικονομολόγοι της Allianz, της γερμανικής ασφαλιστικής εταιρείας και διαχειρίστριας περιουσιακών στοιχείων, εκτιμούν ότι το 10%-20% του πληθωρισμού των τροφίμων στην Ευρώπη μπορεί να αποδοθεί σε κερδοσκοπία.   Ωστόσο, η έλλειψη λεπτομερών στοιχείων σχετικά με τα εταιρικά κέρδη και τις αλυσίδες εφοδιασμού έχει προκαλέσει διχασμό μετά των ειδικών.