Στην τρίτη κατά σειρά αύξηση των επιτοκίων της προχώρησε την Τετάρτη η Federal Reserve, κλιμακώνοντας μάλιστα τη δράση για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού που συνεχίζει να “καλπάζει” ασταμάτητα σε νέα υψηλά 40 ετών (8,6% τον Μάιο), επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις της αγοράς ότι κινηθεί πιο επιθετικά αλλά και εντείνοντας παράλληλα τους φόβους ότι μπορεί να οδηγήσει την αμερικανική οικονομία σε ύφεση.

Συγκεκριμένα, Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (FOMC) αποφάσισε σήμερα την αύξηση του επιτοκίου διατραπεζικής αγοράς για πράξεις μίας ημέρας κατά 75 μονάδες βάσης, στο εύρος του 1,50%-1,75% από 0,75%-1,00% προηγουμένως. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων που έχει κάνει η κεντρική τράπεζα σε διάστημα σχεδόν 30 ετών, καθώς ανάλογη κίνηση είχε γίνει τελευταία φορά το 1994, με τη σχετική απόφαση να λαμβάνεται αφού τα τελευταία στοιχεία για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ, την προηγούμενη Παρασκευή, έδειξαν ότι έχει επιτύχει μικρή πρόοδο στη μάχη της για την άμβλυνση των τιμών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΕΚΤ: Ευελιξία στο PEPP, έρχεται και νέο εργαλείο

Οι αξιωματούχοι της Fed σηματοδότησαν επίσης ότι η κεντρική τράπεζα θα ακολουθήσει μια ταχύτερη πορεία αύξησης του κόστους δανεισμού, προκειμένου να θέσει υπό έλεγχο τις πληθωριστικές πιέσεις. Μάλιστα, οι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας προβλέπουν ότι τα επιτόκια θα ανέλθουν στο 3,4% έως το τέλος του τρέχοντος και στο 3,8% το 2023. Εκτίμηση σημαντικά διαφοροποιημένο από αυτήν του Μαρτίου όταν έκαναν λόγο για επιτόκια στο 1,9% φέτος.

“Ο πληθωρισμός παραμένει σε υψηλά επίπεδα, αντανακλώντας την ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης που συνδέεται με τις επιπτώσεις της πανδημίας, τις υψηλότερς τιμές της ενέργειας και τις ευρύτερες πιεσεις στις τιμές”, αναφέρει στην ανακοίνωσή της η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (FOMC), μετά την ολοκλήρωση της διήμερης συνεδρίασής της στην Ουάσιγκτον, όπου προσθέτει ότι “η επιτροπή δεσμεύεται σθεναρά να επαναφέρει τον πληθωρισμό στον στόχο του 2%”.

Η FOMC αναφέρει ως αιτίες του πληθωρισμού τον πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία και τα lockdowns στην Κίνα. 

Πληθωρισμός και ρυθμός ανάπτυξης

Παράλληλα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αναθεώρησε προς τα κάτω τις εκτιμήσεις της για τον ρυθμό επέκτασης της αμερικανικής οικονομίας, η οποία προβλέπει πλέον ότι θα διευρυνθεί κατά 1,7% το τρέχον έτος, ποσοστό σημαντικά μειωμένο από το 2,8% που έδινε τον Μάρτιο.

Ανάλογος, ήτοι 1,7%, αναμένεται ο ρυθμός ανάπτυξης των ΗΠΑ και το 2023, πριν ενισχυθεί ελαφρώς το 2024.

Την ίδια στιγμή, η Fed αύξησε την πρόβλεψή της για το ποσοστό της ανεργίας, το οποίο τοποθετεί στο 3,7% στο τέλος του τρέχοντος έτους, με τάση ανόδου στο 4,1% έως το 2024.

Όσον αφορά τις τιμές, ακόμη και με τα πιο επιθετικά στάση που υιοθέτησε σήμερα η Fed, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 5,2% το τρέχον έτος από 4,3% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη, ενώ ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, αναμένεται να διαμορφωθεί στο 4,3%, 0,2% υψηλότερα της προηγούμενης πρόβλεψης.

Ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει αισθητά το 2023, στο 2,6% και στο 2,7% ο δομικός, προβλέψεις σχεδόν αμετάβλητες σε σχέση με τον Μάρτιο, και στη συνέχεια σταδιακή υποχώρηση στο 2,2% το 2024.

Σημειώνεται ότι η πρόεδρος της Fed του Κάνσας Σίτι, Έσθερ Τζορτζ ήταν το μόνο μέλος της Επιτροπής που διαφώνησε με τη σημερινή απόφαση της FOMC, προτιμώντας αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης.

Ηχούν καμπανάκια για ύφεση μετά την αύξηση των επιτοκίων από τη Fed

Οι αναλυτές βλέπουν ολοένα και περισσότερο την πιθανότητα μιας ύφεσης στις ΗΠΑ, μετά τη μεγαλύτερη αύξηση των επιτοκίων από το 1994 από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και τις ενδείξεις εξασθένησης των καταναλωτικών δαπανών, όπως σημειώνει το πρακτορείο Bloomberg.

Σημειώνεται ότι η Fed αύξησε χθες τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης σε ένα εύρος από 1,5% έως 1,75%, καθώς οι αξιωματούχοι εντείνουν τη μάχη κατά του πληθωρισμού που παραμένει επίμονα υψηλός.

Η Wells Fargo & Co. προβλέπει τώρα μια “ήπια ύφεση” από τα μέσα του 2023, καθώς ο πληθωρισμός εδραιώνεται περισσότερο επηρεάζοντας την καταναλωτική δαπάνη και καθώς η Fed λαμβάνει πιο επιθετικά μέτρα για την αντιμετώπισή του. Εν τω μεταξύ, η Moody’s Analytics ανέφερε ότι οι πιθανότητες μιας ήπιας προσγείωσης είναι μικρότερες.

“Η Fed θα αυξάνει τα επιτόκια μέχρι οι αξιωματούχοι να χαλιναγωγήσουν τον πληθωρισμό, αλλά ο κίνδυνος είναι ότι θα πλήξουν και την οικονομία”, δήλωσε ο Ryan Sweet, επικεφαλής του τμήματος έρευνας νομισματικής πολιτικής της Moody’s Analytics. “Η ανάπτυξη επιβραδύνεται και οι επιπτώσεις της σύσφιξης των συνθηκών στις χρηματοπιστωτικές αγορές και της άρσης της νομισματικής πολιτικής δεν έχουν ακόμη πλήξει την οικονομία”.

Οι λιανικές πωλήσεις στις ΗΠΑ υποχώρησαν για πρώτη φορά σε πέντε μήνες τον Μάιο, καθώς οι υψηλότερες τιμές έπληξαν τις τσέπες των καταναλωτών. Επίσης, την Τετάρτη, η Fed Atlanta υποβάθμισε την εκτίμησή της για την ανάπτυξη του β’ τριμήνου στο 0%. Και ο επικεφαλής επενδύσεων της Guggenheim, Scott Minerd, δήλωσε ότι οι ΗΠΑ μπορεί να βρίσκονται ήδη σε ύφεση, δεδομένης της επιβράδυνσης των καταναλωτικών δαπανών. 

Ένας αυξανόμενος αριθμός οικονομολόγων έχει δηλώσει πρόσφατα ότι μια συρρίκνωση το επόμενο έτος είναι δύσκολο να αποφευχθεί. Ο Jay Bryson της Wells Fargo είχε δηλώσει πριν από μια εβδομάδα περίπου ότι ανέμενε μια ήπια προσγείωση αλλά τώρα το βασικό του σενάριο προβλέπει μια ήπια ύφεση.

Ταυτόχρονα, η ανεργία παραμένει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και ενώ οι αιτήσεις ανεργίας αυξήθηκαν σε υψηλό πέντε μηνών την περασμένη εβδομάδα, η αγορά εργασίας παραμένει σφιχτή. Αυτή η κατάσταση αναμένεται να στηρίξει τις πρόσθετες δαπάνες και να συγκρατήσει οποιαδήποτε οικονομική συρρίκνωση από το να είναι πολύ βαθιά, σύμφωνα με την Wells Fargo.

Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του Bloomberg Economics, η πιθανότητα ύφεσης έως τις αρχές του 2024, που μόλις πριν από λίγους μήνες ήταν ελάχιστα αισθητή, προσεγγίζει πλέον τις πιθανότητες κοντά στο 3/4.

Ως ύφεση ορίζεται συνήθως η μείωση της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας, η οποία είναι ευρεία και διαρκεί περισσότερο από μερικούς μήνες. Οι ΗΠΑ μόλις βγήκαν από τη βαθύτερη ύφεση της μεταπολεμικής περιόδου, το 2020, μετά το τον οικονομικό αντίκτυπο που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού.

 

Πηγή: Capital.gr