Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να αναβάλει την επιβολή δασμών σε αμερικανικά προϊόντα έως τα μέσα Απριλίου, δίνοντας χρονικό περιθώριο για διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με τους εμπορικούς δασμούς.

Η αρχική πρόταση της Κομισιόν προέβλεπε την επιβολή αντιμέτρων ύψους 4,5 δισ. ευρώ από την 1η Απριλίου και επιπλέον 18 δισ. ευρώ στις 13 Απριλίου. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση επέλεξε να ευθυγραμμίσει το χρονοδιάγραμμα των αντιποίνων, επιτρέποντας παράλληλα διαβουλεύσεις μεταξύ των κρατών μελών.

“Θα διαβουλευτούμε ταυτόχρονα για όλους τους καταλόγους και αυτό θα μας δώσει επιπλέον χρόνο για συνομιλίες με τις ΗΠΑ”, δήλωσε ο Ευρωπαίος Επίτροπος, Μάρος Σέφτσοβιτς, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την Πέμπτη.

Αντίμετρα και αντίδραση των ΗΠΑ

Η πρώτη δέσμη αντιποίνων περιλαμβάνει δασμό 50% στο αμερικανικό μπέρμπον, ενώ ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχει προειδοποιήσει ότι ενδέχεται να επιβάλει δασμούς 200% σε ευρωπαϊκά κρασιά και αλκοολούχα ποτά, εάν η ΕΕ προχωρήσει με τα αντίμετρα.

Παράλληλα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ σχεδιάζει την επιβολή “αμοιβαίων δασμών” στις 2 Απριλίου, γεγονός που περιπλέκει περαιτέρω τις διαπραγματεύσεις.

Ευρωπαϊκές αντιδράσεις και προβληματισμοί

Ο Σέφτσοβιτς δήλωσε ότι έχει σημειωθεί περιορισμένη πρόοδος στις συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ η αμερικανική πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να συζητήσει μείωση των εισαγωγικών δασμών σε βιομηχανικά προϊόντα.

Ευρωπαίοι ηγέτες εξέφρασαν προβληματισμούς για το αν η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει την επιβολή αντιποίνων:

  • Ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού δήλωσε ότι η στόχευση του αμερικανικού ουίσκι μπορεί να ήταν λάθος.
  • Η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι προειδοποίησε ότι η κλιμάκωση της εμπορικής διαμάχης δεν είναι η καλύτερη λύση, δεδομένου ότι η Γαλλία και η Ιταλία είναι οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς κρασιού στις ΗΠΑ.

“Δεν είμαι σίγουρη ότι το να απαντάμε στους δασμούς με περισσότερους δασμούς είναι η σωστή στρατηγική”, δήλωσε η Μελόνι.

Η αναβολή των αντίμετρων θα μπορούσε να επιτρέψει προσαρμογές στη λίστα των αμερικανικών προϊόντων που θα πληγούν, καθώς η ΕΕ επιδιώκει να αποφύγει εντάσεις με βασικούς εμπορικούς εταίρους.