Την επόμενη Πέμπτη 6 Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να προχωρήσει σε ακόμη μία μείωση του επιτοκίου καταθέσεων κατά 25 μονάδες βάσης, την πέμπτη συνεχόμενη από τον περασμένο Σεπτέμβριο και την έκτη συνολικά από τον περασμένο Ιούνιο, όταν ξεκίνησε τον κύκλο χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής.

Το επιτόκιο καταθέσεων αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,5% και αντίστοιχα θα διαμορφωθεί και το euribor που αποτελεί τον δείκτη αναφοράς στον υπολογισμό των δόσεων για τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Επομένως, θα μειωθούν και οι δόσεις για τα δάνεια αυτά. Από τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της ΕΚΤ στις 29/30 Ιανουαρίου προκύπτει ότι κυρίαρχη άποψη στο 26μελές Διοικητικό Συμβούλιό της ήταν πως τα επιτόκια πρέπει να μειωθούν περαιτέρω για να μην εμποδίζουν την οικονομική ανάκαμψη της Ευρωζώνης.

Θεωρώντας ως πολύ πιθανή την επίτευξη του στόχου για πληθωρισμό 2% στη διάρκεια του 2025, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ έχουν στρέψει πλέον το βλέμμα τους στην πορεία της οικονομίας, η οποία κινείται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας εδώ και δύο χρόνια. «Ενόσω η διαδικασία του αποπληθωρισμού είναι σε καλή πορεία, τα επιτόκια πολιτικής θα μπορούσαν να κινηθούν περαιτέρω προς ένα ουδέτερο επίπεδο για να αποφευχθεί μία αχρείαστη συγκράτηση της οικονομίας. Ωστόσο, οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη δεν έχουν μετατοπιστεί σε βαθμό που θα απαιτούσε την επιτάχυνση της πορείας προς μία ουδέτερη στάση (σ.σ.: που ούτε ενισχύει ούτε επιβαρύνει την ανάπτυξη)», υποστήριξαν οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ.

Αν και η ΕΚΤ αποφεύγει να προσδιορίσει με ακρίβεια ποιο είναι το ουδέτερο επιτόκιο, καθώς δεν είναι κάποιο μέγεθος που μπορεί να το παρατηρήσει κανείς αλλά πρόκειται για μία θεωρητική κατασκευή με όλες τις αβεβαιότητες που αυτό συνεπάγεται, σε πρόσφατη έρευνα που δημοσίευσε (7 Φεβρουαρίου) υπολόγισε ότι με τα σημερινά δεδομένα κινείται μεταξύ του 1,75% και του 2,25%. Από αυτό συνάγεται ότι το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ θα μπορούσε να μειωθεί περαιτέρω καθώς και μετά τη μείωση στα τέλη Ιανουαρίου παραμένει υψηλότερο από το ανώτερο όριο του εύρους για το ουδέτερο επιτόκιο.

Αναφορικά με τον πληθωρισμό, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, σημείωσε κατά την εισήγηση που έκανε στην τελευταία συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας ότι η πορεία του ήταν ελαφρά καλύτερη από τις προβλέψεις τους προηγούμενες μήνες παρά την αύξηση του στο 2,4% τον Δεκέμβριο. Αναφέρθηκε σε έναν πρόδρομο δείκτη που χρησιμοποιεί η ΕΚΤ (Persistent and Common Component of Inflation), «ο οποίος έχει την καλύτερη προγνωστική δύναμη από κάθε δείκτη υποκείμενου πληθωρισμού αναφορικά με τον μελλοντικό γενικό πληθωρισμό». Αυτός ο δείκτης είπε κινείτο κοντά στο 2% και τον Δεκέμβριο, «υποδηλώνοντας ότι ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να σταθεροποιηθεί πέριξ του στόχου της ΕΚΤ».

Από τη συνεδρίαση στις 29/30 Ιανουαρίου μεσολάβησε η ανακοίνωση για τον πληθωρισμό του Ιανουαρίου, ο οποίος σημείωσε μία μικρή περαιτέρω (αναμενόμενη) αύξηση στο 2,5%, ενώ αύριο, Καθαρά Δευτέρα, η Eurostat θα ανακοινώσει και τα στοιχεία για την πορεία των τιμών τον Φεβρουάριο. Αν δεν υπάρξει κάποια αρνητική έκπληξη, θα έχει ανοίξει ο δρόμος για να ανακοινώσει η ΕΚΤ τη νέα μείωση των επιτοκίων την Πέμπτη.

Οι αγορές περιμένουν περαιτέρω μείωση του επιτοκίου καταθέσεων στο 2% μέσα στο 2025, κάτι που αναμένουν επίσης μέλη του Δ.Σ. της ΕΚΤ, όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό και άλλοι.

Πιο δύσκολα οι αποφάσεις στις επόμενες συνεδριάσεις

Από τη μεθεπόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Απρίλιο, ωστόσο, οι αποφάσεις για τις μειώσεις των επιτοκίων είναι πιθανόν να λαμβάνονται πιο δύσκολα. Σύμφωνα με τα πρακτικά, στην τελευταία συνεδρίαση «υποστηρίχθηκε ότι απαιτείται μεγαλύτερη προσοχή για την έκταση και τον ρυθμό των περαιτέρω μειώσεων των επιτοκίων καθώς αυτά θα πλησιάζουν στο ουδέτερο έδαφος, λόγω των αβεβαιοτήτων που υπάρχουν».

Επίσης, «εκφράστηκε η άποψη ότι το ουδέτερο επιτόκιο είναι πιθανό να είναι υψηλότερο απ’ ό,τι πριν την πανδημία» καθώς τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε η ζήτηση αποταμιεύσεων λόγω των υψηλότερων επενδύσεων για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και την αύξηση στο δημόσιο χρέος σε παγκόσμιο επίπεδο. Την άποψη αυτή διατύπωσε και δημόσια, το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Ιζαμπελ Σνάμπελ, η οποία εμφανίζεται πιο επιφυλακτική για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων. Επιπλέον, πάντα σύμφωνα με τα πρακτικά, «υπήρχαν κάποια στοιχεία που υποδηλώνουν μια μετατόπιση της ισορροπίας των κινδύνων για τον πληθωρισμό σε ανοδικούς από τον Δεκέμβριο», όπως το κάπως αυξημένο ενεργειακό κόστος και ο αντίκτυπος από τους δασμούς που θέλει να επιβάλει ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ.

Μικρή υποχώρηση στο 2,3% ο πληθωρισμός τον Φεβρουάριο

Στο 2,3% μειώθηκε ο πληθωρισμός στην Κύπρο τον Φεβρουάριο σε ετήσια βάση από 2,9% τον Ιανουάριο, σύμφωνα με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat. Στην Ευρωζώνη μειώθηκε στο 2,4% από 2,5% τον Ιανουάριο ενώ η μέση εκτίμηση των αναλυτών ήταν ότι θα υποχωρούσε ακόμη περισσότερο, στο 2,3%. Τη μεγαλύτερη συμβολή στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης είχαν οι τιμές των υπηρεσιών, αν και η αύξησή τους επιβραδύνθηκε στο 3,7% από 3,9% τον Ιανουάριο και οι τιμές των τροφίμων, αλκοόλ και καπνού, οι οποίες επιταχύνθηκαν στο 2,7% από 2,3%, αντίστοιχα.  

Οι τιμές της ενέργειας αυξήθηκαν 0,2% έναντι αύξησης 1,9% τον Ιανουάριο και των μη βιομηχανικών προϊόντων κατά 0,6% από 0,5%, αντίστοιχα. Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, η υποχώρηση του δομικού πληθωρισμού “σφραγίζει” την επικείμενη μείωση επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πλησιάζοντας προς τον στόχο της για πληθωρισμό 2%. Η βασική ανοδική έκπληξη ήρθε στις τιμές των μη επεξεργασμένων τροφίμων με τον πληθωρισμό για αυτό το στοιχείο να υπερδιπλασιάζεται στο 3,1%. Η οικονομία της ευρωζώνης είναι σε γενικές γραμμές στάσιμη τα τελευταία δύο χρόνια και δεν υπάρχουν πολλά που να υποδηλώνουν ότι μια μακροχρόνια προβλεπόμενη ανάκαμψη αρχίζει να διαμορφώνεται.

Η βιομηχανία βρίσκεται σε ύφεση και η κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες εμποδίζει τις εταιρείες να επενδύσουν. Τα νοικοκυριά, που “κάθονται” επάνω σε άφθονα χρηματοοικονομικά αποθέματα, συγκρατούν εν τω μεταξύ τις δαπάνες, χάνοντας την εμπιστοσύνη τους δεδομένης της αμείλικτης ροής αρνητικών ειδήσεων για το εμπόριο, την ύφεση και την Ουκρανία.

Ο πληθωρισμός των υπηρεσιών, η μεγαλύτερη συνιστώσα στο καλάθι τιμών καταναλωτή, επιβραδύνθηκε στο 3,7% από 3,9% τον περασμένο μήνα, αφού κυμάνθηκε κοντά στο 4% για το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου έτους. Σε αυτό το πεδίο, αναμένεται και περαιτέρω πτώση, καθώς η αύξηση των μισθών επιβραδύνεται και οι περισσότερες συμφωνίες αμοιβών μεταξύ επιχειρήσεων και συνδικάτων δείχνουν μόνο μέτριες αυξήσεις μισθών, οι οποίες είναι συνεπείς με τον στόχο της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό. Στις μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης, ο πληθωρισμός παρέμεινε σταθερός για τη Γερμανία (2,8%), την Ιταλία (1,7%) και την Ισπανία (2,9%), ενώ υποχώρησε ισχυρά στη Γαλλία (0,9% από 1,8% τον Ιανουάριο).