Περισσότερους από δύο μήνες μετά την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, με τις λεπτομέρειες του σχεδίου για την “Ημέρα της Απελευθέρωσης” να αποκαλύπτονται την προηγούμενη εβδομάδα, το Forbes απευθύνθηκε σε 50 κορυφαίους ηγέτες της Wall Street, συμπεριλαμβανομένων δισεκατομμυριούχων επενδυτών, μεγάλων θεσμικών διαχειριστών περιουσιακών στοιχείων και των μεγαλύτερων χρηματοοικονομικών συμβούλων της χώρας, για να αξιολογήσει την υποστήριξή τους προς τις οικονομικές στρατηγικές του προέδρου.

Οι 50 ερωτηθέντες, που επιλέχθηκαν με βασικό κριτήριο την επιρροή τους, ενίσχυσαν το πρόσφατο κλίμα αναστάτωσης που επικρατεί στην αγορά. Μεταξύ αυτών των “βαρέων βαρών” της Wall Street -περισσότεροι από τους μισούς εκ των οποίων υποστήριξαν τις οικονομικές πολιτικές του Τραμπ όταν αυτός επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο- το 72% δηλώνει ότι το οικονομικό σχέδιο του επιτελείου του Τραμπ ήταν αναποτελεσματικό, ενώ το 66% δεν υποστηρίζει τις οικονομικές του πολιτικές. Μεταξύ εκείνων που υποστήριζαν τον Τραμπ πριν από λίγες μόνο εβδομάδες, πάνω από το ένα τρίτο δεν υποστηρίζει πλέον τις οικονομικές του πολιτικές και η πλειοψηφία αυτών – το 54% – εκτιμά ότι ο Αμερικανός πρόεδρος αποτυγχάνει στην εκτέλεση του σχεδίου του.

Στην έρευνά του, το Forbes στάθηκε επίσης σε συγκεκριμένες πτυχές της προσέγγισης του Τραμπ σε διάφορες οικονομικές πολιτικές, ζητώντας από τα στελέχη της Wall να τις αξιολογήσουν, σε μια κλίμακα από το 1 έως το 5, με το 5 να αντιστοιχεί στην πιο ευνοϊκή βαθμολογία.

Οι βαθμολογίες τους είναι στην πλειονότητά τους καταστροφικές. Όσον αφορά τους δασμούς, ο Τραμπ βαθμολογήθηκε με 1,86 στα 5, με 27 ερωτηθέντες να δίνουν τη χαμηλότερη δυνατή βαθμολογία. Στη χρηματιστηριακή αγορά, έλαβε μια εξίσου κακή βαθμολογία, στο 1,96 (με 25 ερωτηθέντες να τον βαθμολογούν με 1 στα 5), και ένα σχεδόν εξίσου κακό 2,10 όσον αφορά στα εκτελεστικά διατάγματα που στοχεύουν τις δικηγορικές εταιρείες – μια ευθεία βολή στο κράτος δικαίου που στηρίζει το αμερικανικό σύστημα του επιχειρείν. Οι βαθμολογίες για τα κρυπτονομίσματα (2,0) και τον πληθωρισμό (2,16) δεν προσέφεραν καμία παρηγοριά.

Δύο (σχετικά) φωτεινά σημεία: Οι βαθμολογίες για τη στρατηγική απορρύθμισης του Τραμπ (3,08) και την κυβερνητική υπηρεσία για τη μείωση των δαπανών (DOGE), της οποίας ηγείται ο Έλον Μασκ (2,96).

Η επιθετική νέα εμπορική πολιτική του Τραμπ έχει προκαλέσει σοκ στην παγκόσμια οικονομία. Το σχέδιό του επικεντρώνεται σε αυτό που η κυβέρνησή του αποκαλεί “αμοιβαίους δασμούς” -επιβάλλοντας έναν βασικό δασμό 10% σε όλα τα αγαθά που εισάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, προχωρώντας ωστόσο σε μεγαλύτερους συντελεστές για πολλούς από τους πιο σημαντικούς εμπορικούς εταίρους της Αμερικής, πλήττοντάς τους με δασμούς πολύ αυστηρότερους από αυτούς που έχουν εφαρμόσει οι ίδιοι.

Τα παγκόσμια χρηματιστήρια κατέρρευσαν την επομένη της ανακοίνωσης, με τους σημαντικότερους δείκτες σε Ευρώπη, Ασία και Ηνωμένες Πολιτείες να σημειώνουν απότομη βουτιά. Οι αμερικανικές αγορές αντιμετώπισαν τη μεγαλύτερη ημερήσια απώλειά τους από το 2020, με τον S&P 500 να υποχωρεί κατά 4,8%, τον βιομηχανικό Dow Jones κατά 4% και τον τεχνολογικά σταθμισμένο Nasdaq να χάνει 6%. Το δολάριο ΗΠΑ υποχώρησε περισσότερο από 1% έναντι των κυριότερων νομισμάτων, συμπεριλαμβανομένου του ευρώ και του γεν.

“Είναι ανησυχητικό και αποσταθεροποιητικό”, λέει ο Anh Tran, διευθύνων σύμβουλος της SageMint Wealth με έδρα την Καλιφόρνια (που περιλαμβάνεται στη λίστα του Forbes των κορυφαίων ομάδων διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων “Forbes Shook Top Wealth Management Teams”), η οποία διαχειρίζεται 350 εκατομμύρια δολάρια για τους πελάτες της. “Όλοι σκέφτονται τώρα πώς να προστατευτούν από την πτώση”.

Όσον αφορά στους δασμούς, ο Τραμπ υπερασπίστηκε την κίνησή του υποστηρίζοντας ότι άλλες χώρες έχουν εκμεταλλευτεί για πολύ καιρό τις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω αθέμιτων, όπως λέει, εμπορικών πρακτικών. Ωστόσο, πολλοί οικονομολόγοι έχουν εκφράσει σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τη μεθοδολογία της κυβέρνησης πίσω από τον υπολογισμό αυτών των εμπορικών διαφορών, σημειώνοντας ότι οι εμπορικές συμφωνίες συχνά περιλαμβάνουν πολύπλοκους παράγοντες που υπερβαίνουν τα ποσοστά των δασμών.

Σε πρόσφατο σημείωμά του, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Morningstar για τις ΗΠΑ, Preston Caldwell, χαρακτήρισε τις αυξήσεις των δασμών του Τραμπ “‘αυτοπροκαλούμενη’ οικονομική καταστροφή” για τη χώρα. “Εάν οι αυξήσεις των δασμών διατηρηθούν, θα μειώσουν μόνιμα το πραγματικό ΑΕΠ των ΗΠΑ και, ως εκ τούτου, το πραγματικό βιοτικό επίπεδο του μέσου Αμερικανού”, έγραψε. Η τελευταία φορά που οι ΗΠΑ θέσπισαν τόσο σαρωτικούς δασμούς ήταν πριν από σχεδόν έναν αιώνα, το 1930, με τον νόμο Smoot-Hawley Tariff Act, ο οποίος προκάλεσε έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο και τελικά οδήγησε στη Μεγάλη Ύφεση.

“Η ψυχολογία των επενδυτών έχει καταστραφεί και οι dip buyers είναι άφαντοι”

Το βάρος των δασμών του Τραμπ θα γίνει αισθητό στον Αμερικανό καταναλωτή με τη μορφή υψηλότερων τιμών στα πάντα, από τα τρόφιμα έως τα καύσιμα. Οι αναλυτές της UBS εκτιμούν ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ στις ΗΠΑ ενδέχεται να υποχωρήσει κάτω από το 2% φέτος (κάτω από την αύξηση 2,8% του πραγματικού ΑΕΠ το 2024), ενώ η Deutsche Bank εκτιμά ότι ο αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι ακόμη χειρότερος.

“Αναμένετε χαμηλότερες προβλέψεις για την ανάπτυξη και τα έσοδα, με πρόσθετο ανοδικό κίνδυνο για τον πληθωρισμό”, λέει ο Adam Turnquist, επικεφαλής τεχνικός στρατηγικός αναλυτής της LPL Financial. “Αυτός δεν είναι ένας καλός συνδυασμός για τις αγορές μετοχών”.

Ορισμένοι κλάδοι θα πληγούν περισσότερο από άλλους. Ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες φαίνεται να έχουν γλιτώσει σε μεγάλο βαθμό από αυτόν τον γύρο των δασμών -χάρη στις υφιστάμενες προστασίες και τα κίνητρα- το λιανεμπόριο, ιδίως ο κλάδος της ένδυσης, προετοιμάζεται για σημαντικές αναταράξεις. Με πολλούς Αμερικανούς λιανοπωλητές να βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε εισαγωγές από χώρες όπως η Κίνα και το Βιετνάμ, οι νέοι σαρωτικοί δασμοί θα οδηγήσουν αναμφίβολα σε υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές.

Με τις αγορές σε αναταραχή και τις επιχειρήσεις να προσπαθούν να προσαρμοστούν, η Wall Street χάνει την πίστη της στην ηγεσία του Τραμπ, αναφέρει ο Chris Zaccarelli, επικεφαλής επενδύσεων της Northlight Asset Management με έδρα τη Βόρεια Καρολίνα, η οποία διαθέτει περιουσιακά στοιχεία ύψους 450 εκατομμυρίων δολαρίων. “Λίγοι άνθρωποι θα είχαν προβλέψει ότι όλη η αισιοδοξία του περασμένου έτους θα εξατμιζόταν μέσα σε δύο μόλις μήνες”.

“Η ψυχολογία των επενδυτών έχει καταστραφεί και οι dip buyers είναι άφαντοι”, γράφει ο ιδρυτής της Vital Knowledge, Adam Crisafull, σε σημείωμά του προς τους επενδυτές. “Όλες οι προσπάθειες να μετατρέψουμε σε θετικά τα πρόσφατα γεγονότα πέφτουν όλο και περισσότερο στο κενό”.

Forbes