Εν μέσω συγκρούσεων, γεωπολιτικών ανακατατάξεων, οικονομικών αλλαγών, καθώς και επενδυτικού ενδιαφέροντος, η Κύπρος προσπαθεί να διατηρήσει και να ενισχύσει τη θέση της ως ένας ελκυστικός επενδυτικός και επιχειρηματικός προορισμός.

Τα τελευταία χρόνια, η χώρα προσπαθεί να εδραιώσει τη θέση της και να εξασφαλίσει το ‘μερίδιο της πίτας’ που της αναλογεί, όσον αφορά την προσέλκυση επενδύσεων και τη δραστηριοποίηση επιχειρήσεων, σε μια προσπάθεια να ενισχυθεί η οικονομική ανάπτυξή της. Ακίνητα και τουρισμός αποτελούσαν για χρόνια την ατμομηχανή της οικονομίας και οι όποιες επενδύσεις κατευθύνονταν ως επί το πλείστο σε αυτούς τους δυο κλάδους. Ακολούθησε η ανάπτυξη του κλάδου των υπηρεσιών – χωρίς να ακυρώνεται η σημασία τουρισμού και ακινήτων – ο οποίος κατάφερε να προσελκύσει σημαντικό αριθμό επενδύσεων. Φτάνοντας στο σήμερα και μετά από αρκετές προσπάθειες σε διάφορα επίπεδα, έχει επιτευχθεί διασπορά επενδύσεων σε κλάδους όπως η τεχνολογία, παιδεία, υγεία και άλλοι.

Σε ποιο σημείο βρίσκεται, λοιπόν, σήμερα η Κύπρος, όσον αφορά την ικανότητά της να προσελκύει επενδύσεις, αλλά και επιχειρήσεις, ώστε αυτές να δραστηριοποιηθούν στο νησί μας; Πώς μας βλέπουν οι ξένοι, ποια τα πλεονεκτήματά μας και ποια τα μειονεκτήματα; Η ΕΥ Κύπρου ολοκλήρωσε πρόσφατα τη νέα έρευνα ελκυστικότητας της Κύπρου, με χρόνο αναφοράς τον Δεκέμβριο του 2024. Η έρευνα με τίτλο «How can Cyprus compete for FDI amid turbulence?», διεκπεραιώθηκε από διεθνή ανεξάρτητο οίκο, κάτω από την ομπρέλα του ομίλου της FT, διασφαλίζοντας έτσι την αξιοπιστία του αποτελέσματος. Η έρευνα διεξάγεται εδώ και 20 χρόνια από την ΕΥ σε παγκόσμιο επίπεδο και αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο, όσον αφορά το κομμάτι των επενδύσεων.

Τα πρώτα συμπεράσματα

Τα συμπεράσματα κρίνονται ενθαρρυντικά για τη χώρα μας και δικαιώνουν τις προσπάθειες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια από διάφορους φορείς και επαγγελματικές ομάδες. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να διορθωθούν ή και να βελτιωθούν. Σε μια πρώτη ανάγνωση, η έρευνα της ΕΥ κατέδειξε μεταξύ άλλων ότι:

(α) Καταγράφεται αυξημένο ενδιαφέρον για επενδύσεις στη χώρα μας. Το ενδιαφέρον αυτό κινείται σε δύο άξονες. Ο πρώτος αφορά υφιστάμενους επενδυτές, οι οποίοι επιθυμούν να διευρύνουν την παρουσία τους στο νησί μας και ο δεύτερος νέους επενδυτές οι οποίοι κρίνουν ότι η χώρα μας παρουσιάζει καλές προοπτικές και προσφέρει ελκυστικές αποδόσεις.

(β) Παραδοσιακά η Κύπρος αποτελούσε προορισμό για εταιρείες οι οποίες ήθελαν να έχουν εδώ είτε τα κεντρικά είτε τα περιφερειακά τους γραφεία. Ωστόσο, πλέον φαίνεται να προκύπτει επίσης ενδιαφέρον και για το κομμάτι της εφοδιαστικής αλυσίδας και logistics. Όπως φαίνεται, ο τομέας της εφοδιαστικής αλυσίδας αντιμετώπισε αρκετές προκλήσεις τα τελευταία χρόνια τόσο με τον covid όσο και με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και με τις επιθέσεις των Χούθι. Όλα αυτά επηρέασαν την εφοδιαστική αλυσίδα με αποτέλεσμα να προκύψουν προβλήματα στα δρομολόγια, καθυστερήσεις στην παράδοση προϊόντων και αύξηση κόστους. Επομένως, φαίνεται να κερδίζει έδαφος το σενάριο της δημιουργίας ενός διαμετακομιστικού σταθμού, ο οποίος να βρίσκεται κοντά στις αγορές εκείνες για τις οποίες προορίζονται τα προϊόντα και η Κύπρος φαίνεται να ικανοποιεί αρκετές προϋποθέσεις για να παίξει αυτό το ρόλο.

(γ) Η Κύπρος ποτέ δεν ήταν η χώρα που διέθετε βαριά βιομηχανία πέραν από 1-2 εξαιρέσεις. Και αυτό φαίνεται ότι θα συνεχίσει να ισχύει. Ωστόσο, σύμφωνα με τους επενδυτές, ενδεχομένως να μπορούν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε να αναπτυχθεί ελαφρά βιομηχανία, κυρίως σε τομείς όπως είναι για παράδειγμα η μεταποίηση και η τεχνολογία, αξιοποιώντας τη γεωγραφική μας θέση και τη συμμετοχή μας στην ΕΕ.

Οι τομείς ενδιαφέροντος

Ας δούμε τώρα σε μεγαλύτερη λεπτομέρεια τα αποτελέσματα της έρευνας της ΕΥ και σε ποια συμπεράσματα αυτά οδηγούν. Καταρχάς, ποιοι είναι οι τομείς εκείνοι, οι οποίοι προσελκύουν το ενδιαφέρον για επενδύσεις και συναφώς, ποιοι έχουν τις μεγαλύτερες προοπτικές ανάπτυξης; Όπως προκύπτει, ο κλάδος των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών φαίνεται ότι συνεχίζει να δημιουργεί προοπτικές και να προκαλεί το ενδιαφέρον επενδυτών. Τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες έχουν ήδη προσελκύσει σημαντικό αριθμό επενδύσεων κάτι που, όπως φαίνεται, αναμένεται να συνεχιστεί και στο μέλλον. Ψηλά στη λίστα συνεχίζει να βρίσκεται και ο κλάδος του τουρισμού/φιλοξενίας, ένας από τους παραδοσιακούς τομείς ανάπτυξης της χώρας μας. Στη λίστα όμως μπαίνουν πλέον και νέοι τομείς όπως είναι αυτός της τεχνολογίας, αλλά και της υγείας.

Ουσιώδεις παράμετροι

Ας δούμε τώρα και τους παράγοντες που θα συμβάλουν, ώστε να αποφασίσουν οι επενδυτές να έρθουν τελικά στην Κύπρο. Το εργατικό δυναμικό είναι ένα πολύ βασικό κομμάτι. Για παράδειγμα, στον κλάδο της τεχνολογίας παρατηρείται έλλειψη ικανοποιητικού αριθμού εξειδικευμένου προσωπικού. Επομένως, αυτό που είναι σημαντικό είναι να καταρτίσουμε άτομα με τις καινολυργιες δεξιότητες που απαιτούνται σήμερα από την αγορά ή να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε να μπορούμε να φέρουμε τα κατάλληλα άτομα από το εξωτερικό. Ένας άλλος βασικός παράγοντας είναι αυτός της γραφειοκρατίας, που ταλαιπωρεί εδώ και χρόνια όχι μόνο τους ξένους, αλλά και τους ντόπιους επαγγελματίες. Οφείλουμε ως χώρα να εξαλείψουμε αυτόν τον βραχνά ή να τον μειώσουμε στο ελάχιστο δυνατό. Σημαντική είναι η δυνατότητα να μπορεί κάποιος να διεκπεραιώσει ηλεκτρονικά τις όποιες γραφειοκρατικές εργασίες, κομμάτι το οποίο έχει αρκετά περιθώρια βελτίωσης. Συναφής και εξίσου σημαντικός παράγοντας για τους ξένους είναι οι σύγχρονες τηλεπικοινωνίες και φυσικά οι δυνατότητες υψηλών ταχυτήτων διαδικτύου. Οι υποδομές, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια, η σύνδεση δηλαδή με τον έξω κόσμο, αποτελούν εξίσου σημαντικό παράγοντα για τους ξένους επενδυτές και επιχειρηματίες, καθώς επίσης και το φορολογικό και νομικό καθεστώς. Τέλος, η σταθερότητα στη διακυβέρνηση και στο ευρύτερο πολιτικό περιβάλλον αποτελεί παράγοντα ελκυστικότητας επενδυτών στο νησί.

Πλεονεκτήματα – μειονεκτήματα

Έχοντας λοιπόν υπόψη όλα τα πιο πάνω, μπορούμε να καταγράψουμε τα πλεονεκτήματα που έχει η Κύπρος αυτή τη στιγμή για να προσελκύσει ξένους επενδυτές και επιχειρηματίες, αλλά και τα σημεία βελτίωσης της. Όσον αφορά το πρώτο κομμάτι, μπορούν να συμπεριληφθούν η ποιότητα ζωής και γενικότερα αυτό που ονομάζουμε lifestyle. Επίσης, θετικό είναι και το φορολογικό σύστημα και το νομικό πλαίσιο και η ποιοότητα των επαγγελματικών υπηρεσιών που προσφέρονται. Από την άλλη, στα σημεία βελτίωσης, μπορούμε να συμπεριλάβουμε τη γραφειοκρατία, την έλλειψη ατόμων με δεξιότητες σε κλάδους όπως η τεχνολογία, τις σχετικά περιορισμένες δυνατότητες χρηματοδότησης και την παροχή κινήτρων από την κυβέρνηση.

Συστάσεις

Αυτό που έμεινε να δούμε είναι οι εισηγήσεις για βελτίωση της θέσης της χώρας μας στο κομμάτι της προσέλκυσης επενδύσεων. Καταρχάς, παρά τη βελτίωση που υπήρξε, θα πρέπει να συνεχιστεί η προσπάθεια αποκατάστασης και αναβάθμισης του κυπριακού brand μετά και τη ζημιά που επέφεραν οι υποθέσεις Al Jazeera και χρυσών διαβατηρίων. Οι επενδυτές θέλουν «καθαρούς προορισμούς» και αυτό είναι κάτι στο οποίο θα πρέπει να επενδύσουμε για να έχουμε οφέλη στο παρόν αλλά και στο μέλλον. Η γραφειοκρατία και γενικότερα οι διαδικασίες θα πρέπει να απλοποιηθούν και να μεταφερθούν στο διαδίκτυο για εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος. Οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αποτελούν συνήθη πρακτική στο εξωτερικό και επιφέρουν θετικά αποτελέσματα για την εκάστοτε χώρα. Η Κύπρος ενδεχομένως να πρέπει να αξιοποιεί περισσότερο αυτή την πρακτική. Η σταθερότητα στις πολιτικές, στη νομοθεσία και τους ισχύοντες κανονισμούς είναι ένα εξίσου σημαντικό στοιχείο για τους ξένους επενδυτές. Ένας επενδυτής θέλει να ξέρει εκ των προτέρων πόσα θα του στοιχίσει μια επένδυση, πόσο χρόνο θα χρειαστεί για να διεκπεραιωθεί και γενικά να έχει εκ των προτέρων σαφή εικόνα όλων των παραμέτρων που αφορούν το έργο. Αν υπάρχουν συχνές αλλαγές στο πλαίσιο και τα δεδομένα, αυτό είναι κάτι που θα αποθαρρύνει τους επενδυτές.

Εν κατακλείδι

Αυτό που θα μπορούσε να λεχθεί ως συμπέρασμα, είναι ότι η χώρα μας εξακολουθεί να προσελκύει τα βλέμματα των επενδυτών, τόσο σε παραδοσιακούς τομείς, όπως είναι οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και ο τουρισμός, όσο και σε νέους τομείς, με ενδεικτικότερο παράδειγμα τον κλάδο της τεχνολογίας. Την ίδια ώρα, ίσως έφτασε ο καιρός να σκεφτούμε λίγο «έξω από το κουτί» και να επιδιώξουμε την ενίσχυση κλάδων που μέχρι σήμερα δεν φανταζόμασταν ότι θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε.

Ωστόσο, ένεκα και του αυξημένου ανταγωνισμού, θα πρέπει να λύσουμε χρόνια προβλήματα και αδυναμίες που ταλανίζουν τόσο τους Κύπριους όσο και τους ξένους επιχειρηματίες, αλλά και τους απλούς πολίτες, οι οποίοι συναλλάσσονται με τις κρατικές υπηρεσίες. Η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, η μετάβαση στην πλήρη ψηφιοποίηση των υπηρεσιών, η διατήρηση ενός σταθερού πλαισίου, όσον αφορά νόμους και κανονισμούς, αποτελούν στοιχεία που πρέπει να δώσουμε έμφαση για να διατηρήσουμε την ελκυστικότητά μας στα μάτια των ξένων επενδυτών. Το rebranding αποτελεί επιτακτική ανάγκη, ως επίσης και η αποκατάσταση του ονόματος της χώρας μας στο διεθνές στερέωμα.