“Η Ελλάδα αν και έχει μικρή εξάρτηση σε εξαγωγές προς ΗΠΑ ενδέχεται να επηρεασθεί εμμέσως από τις πολιτικές δασμών, καθώς μια συνολική επιβάρυνση της παγκόσμιας οικονομίας, μπορεί να επηρεάσει τη ζήτηση”, τόνισε μεταξύ άλλων, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, από το βήμα της ετήσιας γενικής συνέλευσης της κεντρικής τράπεζας, σημειώνοντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ιδιαιτέρως ευάλωτη, καθώς οι έμμεσες αντιδράσεις από την ανατροπή των σταθερών σε παγκόσμιο επίπεδο, θα λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά και για την Ευρώπη.
Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε πως οι συνέπειες ενός εμπορικού πολέμου θα είναι αρνητικές για όλες τις εμπλεκόμενες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, όπως ήδη επιβεβαιώνουν τα πλέον πρόσφατα στοιχεία για την οικονομία και τις αγορές στις ΗΠΑ.
“Ο εμπορικός προστατευτισμός τείνει να προκαλεί αλυσιδωτές αντιδράσεις, με τις πληγείσες χώρες να ανταποδίδουν με αντίμετρα. Αυτό αναμένεται να οδηγήσει σε κλιμάκωση της κρίσης και επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου, με σοβαρές συνέπειες για την οικονομική δραστηριότητα και την ανάπτυξη”, πρόσθεσε.
Σημείωσε επιπλέον, ότι η παραγωγή, μεταποίηση και διάθεση προϊόντων γίνονται μέσα από παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, οι οποίες έχουν αυξήσει την αλληλεξάρτηση των εθνικών οικονομιών. “Κατά συνέπεια, η επιβολή δασμών στις εισαγωγές από μια χώρα θα επηρεάσει και τις άλλες χώρες που συμμετέχουν στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, ακόμη και χωρίς την επιβολή αντίμετρων. Τελικά, οι έμμεσες επιδράσεις θα λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά και θα επηρεάσουν την παγκόσμια οικονομία και όχι μόνο τις χώρες στις οποίες επιβάλλονται δασμοί”.
Όπως τόνισε ο κεντρικός τραπεζίτης, “η Ευρώπη, ως οικονομία με υψηλό βαθμό εξωστρέφειας, είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε μια τέτοια εξέλιξη. Η Ελλάδα, αν και έχει μικρή εξάρτηση από τις ΗΠΑ και επομένως αναμένεται να έχει περιορισμένες άμεσες επιπτώσεις από την αύξηση δασμών, ενδέχεται να επηρεαστεί έμμεσα, καθώς μια συνολική επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου μπορεί να μειώσει τη ζήτηση για ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες και να περιορίσει τις προοπτικές ανάπτυξης. Τέλος, η αυξημένη αβεβαιότητα στις αγορές λειτουργεί αποτρεπτικά για τις επενδύσεις, καθώς οι επιχειρήσεις αποφεύγουν να αναλάβουν κινδύνους σε ένα ασταθές περιβάλλον”.
O κεντρικός τραπεζίτης περιμένει ανάπτυξη 2,3% για το 2025, με κύριους προωθητικούς παράγοντες και φέτος την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις, ενώ σημείωσε ότι η πιθανή αύξηση του πληθωρισμού μπορεί να καθυστερήσει την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Στην έκθεση της ΤτΕ, επισημαίνεται ότι από το 2019 και μετά οι επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν σημειώσει ισχυρή άνοδο, καλύπτοντας μέρος του σημαντικού επενδυτικού κενού που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους. Ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου σε πραγματικούς όρους αυξήθηκε συνολικά κατά περίπου 60% το 2024 έναντι του 2019, ενώ αντίθετα στη ζώνη του ευρώ κατέγραψε οριακή μείωση (-0,4%).
Tο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αποκλιμακώνεται με γρήγορο ρυθμό. Η Ελλάδα μάλιστα σημειώνει την ταχύτερη μείωση δημόσιου χρέους τα τελευταία χρόνια μεταξύ των προηγμένων οικονομιών, καταγράφοντας σωρευτική μείωση άνω των 50 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ μέσα σε μόλις τέσσερα έτη.
Η ιδιωτική κατανάλωση (+2%) αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, υποστηριζόμενη από την αύξηση του πραγματικού εισοδήματος των νοικοκυριών. Η προβλεπόμενη περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης και των μισθών, σε συνδυασμό με τη μείωση του πληθωρισμού και την εφαρμογή στοχευμένων δημοσιονομικών παρεμβάσεων, αναμένεται να στηρίξουν το διαθέσιμο εισόδημα.
Οι επενδύσεις (+6%) θα συνεχίσουν να αυξάνονται με σχετικά υψηλούς ρυθμούς, με τη στήριξη των ευρωπαϊκών πόρων. Οι πόροι αυτοί, σε συνδυασμό με την υψηλή ρευστότητα του τραπεζικού τομέα και τις συνεχείς αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας, θα προσελκύσουν νέα ιδιωτικά κεφάλαια.
Οι εξαγωγές (+3,8%) θα συνεχίσουν να αυξάνονται, επηρεαζόμενες από τη θετική μεταβολή της εξωτερικής ζήτησης και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών εξαγωγών. Παρ’ όλα αυτά, η συμβολή του εξωτερικού τομέα στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας θα είναι ουσιαστικά ουδέτερη, καθώς η έντονη επενδυτική δραστηριότητα και η ισχυρή κατανάλωση θα αυξήσουν σημαντικά τις εισαγωγές (+3,5%).
Η περαιτέρω αποκλιμάκωση του πληθωρισμού το 2025 αναμένεται να είναι περιορισμένη, ενώ ο πυρήνας του πληθωρισμού εκτιμάται ότι θα παραμείνει αμετάβλητος. Συγκεκριμένα, ο γενικός πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ προβλέπεται να επιβραδυνθεί οριακά στο 2,9%, ενώ ο δομικός πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα διατηρηθεί στο 3,6%.
Τα δημοσιονομικά μεγέθη εκτιμάται ότι θα διατηρηθούν σε υγιή επίπεδα και το 2025. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και τις παρεμβάσεις που έχουν εξαγγελθεί, το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,6% του ΑΕΠ και το δημοσιονομικό έλλειμμα σε 0,4% του ΑΕΠ, πολύ κάτω από το όριο του 3% που θέτει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Η πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους προβλέπεται να συνεχιστεί, αν και με πιο ήπιο ρυθμό. Ο λόγος χρέους/ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί περαιτέρω στο 144,4% του ΑΕΠ το 2025, υποστηριζόμενος από τη συνεχιζόμενη βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία θα διατηρήσει την έντονα μειωτική επίδραση του ονομαστικού ΑΕΠ.
Τέλος, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να μειωθεί σε 5,7% του ΑΕΠ το 2025 (από 6,4% του ΑΕΠ το 2024).