Σε ένα περίεργο timing, ένα από τα τελευταία πρόσωπα που είδε ο Πάπας Φραγκίσκος ήταν αυτό του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς.

Είναι γνωστό ότι ο Φραγκίσκος ήταν ένας “πολιτικός” ποντίφικας, αλλά σίγουρα οι προτεραιότητές του διέφεραν από αυτές του αντιπροέδρου. Η έμφαση που έδινε στη σεμνότητα δεν ταίριαζε ακριβώς στο στυλ του Μαρ-α-λάγκο. Ο Φραγκίσκος αφιέρωσε τη ζωή του στους “ευάλωτους, τους περιθωριοποιημένους και τους μετανάστες”, όπως το έθεσε στο τελευταίο του πασχαλινό μήνυμα. Έτρεφε συμπάθεια για τους πρόσφυγες, τους φυλακισμένους και τους φτωχούς – όλους αυτούς που ο Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να περιγράψει ως τους χαμένους -“losers”- του κόσμου.

Όταν ο Βανς, ο οποίος ασπάστηκε τον καθολικισμό στα 30 του χρόνια, μίλησε για την πίστη του στην έννοια του “ordo amoris”, ή της τάξης της αγάπης – η οποία υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι πρέπει πρώτα να αγαπούν τον Θεό, στη συνέχεια τον εαυτό τους, την οικογένειά τους και τους γείτονές τους, και μόνο μετά τους ξένους – ο Πάπας αντέδρασε, κηρύσσοντας την παραβολή του καλού Σαμαρείτη και γράφοντας σε επιστολή του προς τους επισκόπους των ΗΠΑ: “Το αληθινό ordo amoris που πρέπει να προωθηθεί … η αγάπη που οικοδομεί μια αδελφότητα ανοιχτή σε όλους, χωρίς εξαίρεση”.

Φυσικά, ο άγιος Φραγκίσκος δεν ταίριαζε σε όλα τα “γούστα”, ακόμη και εντός της Καθολικής Εκκλησίας. Οι επικριτές θεώρησαν ότι ενήργησε με ανεπαρκή αυστηρότητα για την αντιμετώπιση των σκανδάλων σεξουαλικής κακοποίησης και των οικονομικών ατασθαλιών, και ότι δεν συμβάδιζε με τους καιρούς όσον αφορά στην Κίνα και στον πόλεμο στην Ουκρανία. Δέχθηκε επιθέσεις τόσο από φιλελεύθερους όσο και από συντηρητικούς επικριτές για ακανθώδη ζητήματα όπως ο ρόλος της γυναίκας στην εκκλησία, το διαζύγιο, τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις και την αντισύλληψη.

Αλλά ως μη πιστή, ήμουν θαυμάστρια του Φραγκίσκου. Μου άρεσε η ικανότητά του να συνδυάζει την ταπεινότητα με το χάρισμα και η ανοιχτόκαρδη γενναιοδωρία με την οποία αγκάλιαζε τους φτωχούς και τους άπορους. Η ανιδιοτέλειά του θα πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για τους υπόλοιπους ηγέτες του κόσμου.

Κατά την επίσκεψή μου στη Ρώμη πριν από μερικούς μήνες, εντυπωσιάστηκα, όπως συχνά συμβαίνει σε εκκλησιαστικούς χώρους, από την αντίθεση μεταξύ του πλούτου του Βατικανού και της απελπιστικής φτώχειας των επαιτών έξω από αυτό – η αστεγία αποτελεί χαρακτηριστικό της πρωτεύουσας της Ιταλίας, όπως και πλέον πολλών άλλων πόλεων του κόσμου. Ο Φραγκίσκος αισθάνθηκε κι εκείνος αυτή την αντίθεση – έφαγε πρωινό με ζητιάνους στα γενέθλιά του και τους παρείχε ντους και κουρείς, κάλεσε κάθε ενορία στην Ευρώπη να φιλοξενήσει τουλάχιστον μία οικογένεια Σύρων προσφύγων, ενώ ο ίδιος υποδέχθηκε 12 στο Βατικανό. Άφησε επίσης οδηγία να προσκληθούν στην κηδεία του μερικοί από τους κρατούμενους που επισκεπτόταν τακτικά στις ρωμαϊκές φυλακές.

Όποια κι αν είναι η γνώμη σας για τις απόψεις του σχετικά με τη φτώχεια, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Πάπας ήταν δημοφιλής: Το μαρτυρούν οι ουρές ανθρώπων που περίμεναν έξω από Βασιλική του Αγίου Πέτρου, τόσο μεγάλες που οι ώρες του λαϊκού προσκυνήματος έπρεπε να παραταθούν καθ’όλη τη διάρκεια της νύχτας. Υπολογίζεται ότι 1,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη δηλώνουν Καθολικοί – δηλαδή το 18% του παγκόσμιου πληθυσμού.

Τι μπορεί λοιπόν να μας διδάξει αυτός ο δημοφιλής Πάπας σε μια εποχή λαϊκισμού; Δεν θα έπρεπε οι πολιτικοί μας -και όλοι εμείς- να προσπαθήσουμε να δείξουμε την ίδια συμπόνια που χαρακτήρισε την παποσύνη του Φραγκίσκου;

Θα έλεγα πως ναι. Ρίξτε μια ματιά στην κυβέρνηση των Εργατικών του Κιρ Στάρμερ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οκτώ μήνες μετά τη σαρωτική εκλογική νίκη του, το κόμμα του παραπαίει στις δημοσκοπήσεις, αφού ποτέ δεν ανέκαμψε πραγματικά από ένα μίνι σκάνδαλο τον Σεπτέμβριο που προκλήθηκε από την αποκάλυψη ότι δέχτηκε δωρεάν ρούχα σχεδιαστών αξίας χιλιάδων λιρών από έναν πλούσιο δωρητή.

Αντιπαραθέστε αυτό με τον Φραγκίσκο, ο οποίος απέφυγε τα κομψά κόκκινα παπούτσια που τίμησαν οι προκάτοχοί του, προτιμώντας άλλα, φθαρμένα, και επέμεινε στα απλά λευκά παπικά ράσα αντί για την πορφυρή μοζέτα που φορούσαν άλλοι πάπες. Ήταν ένας άνθρωπος που εστίαζε στα σημαντικά πράγματα της ζωής, όχι στις περιττές πολυτέλειες.

Οι τελευταίες κυβερνήσεις των Εργατικών, με επικεφαλής τον Τόνι Μπλερ και τον Γκόρντον Μπράουν, έθεσαν ως αποστολή την εξάλειψη της αστεγίας, κάτι που ο Φραγκίσκος αναμφίβολα θα ενέκρινε. Σήμερα, κανένα μεγάλο κόμμα του Ηνωμένου Βασιλείου δεν φαίνεται να ασχολείται σοβαρά με την αντιμετώπιση της έλλειψης στέγης, παρά μόνο με κάποιες κενές υποσχέσεις στα προεκλογικά τους προγράμματα.

Τα πρόσφατα αποτελέσματα των εκλογών σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο δείχνουν ότι οι πολιτικοί θα τιμωρούνταν αν ακολουθούσαν τις άλλες διδαχές του Φραγκίσκου, όπως η συμπόνια για τους μετανάστες. Στη δεκαετία του 2020, η μετανάστευση βρισκόταν ψηλά στην ατζέντα, με πολιτικούς σε όλο τον κόσμο, από την ομάδα του MAGA του Τραμπ μέχρι την κυβέρνηση των Εργατικών στο Ηνωμένο Βασίλειο και τον πρόσφατα αναδυόμενο συνασπισμό της Γερμανίας υπό την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών, να ασκούν πίεση. Στην πραγματικότητα, η Άνγκελα Μέρκελ στη Γερμανία ήταν ίσως η τελευταία μεγάλη πολιτικός που υποστήριξε την πολιτική της “ανοιχτής πόρτας” πριν από μια δεκαετία, και οι διάδοχοί της έχουν από καιρό αποκηρύξει τις ενέργειές της.

Με το αντιμεταναστευτικό κόμμα Reform να πιέζει στις δημοσκοπήσεις, το Εργατικό Κόμμα του Ηνωμένου Βασιλείου θέλει απεγνωσμένα να αποδείξει την ικανότητά του να αντιμετωπίσει την παράνομη μετανάστευση, και πρόσφατα δημοσιεύματα ανέφεραν ότι εξετάζει ένα σχέδιο για την απομάκρυνση των αιτούντων [άσυλο], έχοντας προηγουμένως αντιταχθεί σε μια παρόμοια πρόταση της τελευταίας συντηρητικής κυβέρνησης για τη μεταφορά στη Ρουάντα ανθρώπων που η αίτησή τους είχε απορριφθεί. Όπως και οι Συντηρητικοί, η κυβέρνηση κινδυνεύει να μπερδέψει τη σκληρή ρητορική με τη δράση που θα μπορούσε στην πραγματικότητα να είναι πιο παραγωγική – όπως η συνεργασία με τους Ευρωπαίους γείτονες του Ηνωμένου Βασιλείου.

Αλλά αν και τα διδάγματά του για τη μετανάστευση δεν αποδεικνύονται εκλογικά δημοφιλή, ο ίδιος ο Φραγκίσκος δεν επιδίωξε ποτέ τη δημοτικότητα. Αντιστάθηκε στην εκλογή στο κονκλάβιο που ακολούθησε την αναπάντεχη παραίτηση του Βενέδικτου ΙΣΤ’ το 2013, αλλά όταν τελικά πείστηκε να αναλάβει την τιμή, ένιωσε απελευθερωμένος, απαλλαγμένος από ανησυχίες γνωρίζοντας ότι ο Θεός θα τον στηρίξει.

Δεν επεδίωκε την εξουσία, αλλά δέχθηκε και έζησε αρμονικά με το βάρος της ευθύνης: Αυτή φαίνεται να είναι μια υγιής αντίληψη για όποιον θέλει σήμερα να ηγηθεί. Δεν πιστεύετε ότι θα τα καταφέρναμε καλύτερα με πολιτικούς που θα είχαν ως κίνητρο το τι θα μπορούσαν να κάνουν για τους άλλους παρά το τι θα μπορούσαν να κερδίσουν για τον εαυτό τους; Που δεν θα επηρεάζονταν από τους άστατους ανέμους της κοινής γνώμης, αλλά θα πίστευαν στις πολιτικές τους γνωρίζοντας ότι θα έφερναν αποτελέσματα; Που θα έδιναν προτεραιότητα σε εκείνους που χρειάζονται περισσότερο τη φροντίδα και την προσοχή μας, παρέχοντας παράλληλα ευήκοα ώτα σε όλους, δυνατούς και αδύναμους, μικρούς και μεγάλους; Αυτοί, θα κέρδιζαν την ψήφο μου.

Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου

BloombergOpinion