Η τελευταία επιστολή του Γουόρεν Μπάφετ προς τους μετόχους περιέχει το συνηθισμένο μείγμα σοφίας και χιούμορ. Αλλά υιοθετεί επίσης έναν πιο στοχαστικό τόνο, αναλογιζόμενος τη θνησιμότητα της εταιρείας και του αρχιτέκτονά της. Σχετικά με την Berkshire Hathaway, ο Μπάφετ είναι αισιόδοξος. “Οι εταιρείες πεθαίνουν για πολλούς λόγους, αλλά, σε αντίθεση με τη μοίρα των ανθρώπων, το γήρας από μόνο του δεν είναι θανατηφόρο. Η Berkshire σήμερα είναι πολύ πιο νεανική από ό,τι ήταν το 1965”, γράφει.

Όσον αφορά τη δική του μακροζωία, είναι πιο επιφυλακτικός: “Στα 94 μου χρόνια, δεν θα αργήσει να με αντικαταστήσει ο Γκρεγκ Άμπελ στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και να γράφει εκείνος τις ετήσιες επιστολές”.

Οι μέτοχοι αναρωτιούνται δικαίως πώς η Berkshire θα επιβιώσει από αυτή μετάβαση. Είναι ένας κίνδυνος που η ίδια η εταιρεία επισημαίνει στο ετήσιο report της: “Εάν για οποιονδήποτε λόγο οι υπηρεσίες του βασικού προσωπικού μας, ιδίως του κ. Μπάφετ, δεν είναι διαθέσιμες, θα μπορούσε να υπάρξει σημαντική αρνητική επίπτωση στις δραστηριότητές μας”. Ενώ γνωρίζουν καλά τον Άμπελ -προτάθηκε ως διάδοχος του Μπάφετ το 2021 και εμφανίστηκε δίπλα του στην περσινή ετήσια γενική συνέλευση- δεν διαθέτει ωστόσο το “pedigree” του Μπάφετ ως επενδυτή.

Πράγματι, ο πραγματικός διάδοχος της κληρονομιάς του Μπάφετ ως ο προφήτης της αγοράς μπορεί να δραστηριοποιείται εκτός της Berkshire.

Ένας υποψήφιος είναι ο Μπιλ Άκμαν, ο οποίος ίδρυσε την Pershing Square Capital Management το 2004. Ο Άκμαν είναι θαυμαστής του Μπάφετ εδώ και πολλά χρόνια. “Έμαθα για πρώτη φορά για τον Γουόρεν Μπάφετ από έναν συμφοιτητή μου στο κολέγιο όταν ήμουν 20 ετών”, έγραψε στο X την περασμένη εβδομάδα. “Τέσσερα χρόνια αργότερα, διάβασα την πρώτη επιστολή στους μετόχους της Berkshire Hathaway και εμπνεύστηκα να γίνω επενδυτής”. Ως διαχειριστής κεφαλαίων, ο Άκμαν παρακολουθούσε τακτικά τις ετήσιες γενικές συνελεύσεις της Berkshire, περιμένοντας στην ουρά για το μικρόφωνο σε τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις για να κάνει ερωτήσεις.

Τώρα, ο Άκμαν επιδιώκει να αντιγράψει τη δική του “σύγχρονη εκδοχή” της Berkshire Hathaway. Την περασμένη εβδομάδα, η εταιρεία του αναθεώρησε μια προσφορά για την αγορά μεριδίου της Howard Hughes Holdings. Σε περίπτωση επιτυχίας, η Pershing Square θα κατέχει το 48% της εταιρείας ανάπτυξης ακινήτων. Στόχος του Άκμαν είναι να χρησιμοποιήσει τη Howard Hughes Holdings ως θεμέλιο μιας διαφοροποιημένης εταιρείας χαρτοφυλακίου που θα αποκτούσε πλειοψηφικά συμφέροντα σε ιδιωτικές και δημόσιες επιχειρήσεις.

Εκ πρώτης όψεως, ο Άκμαν έχει τα κατάλληλα διαπιστευτήρια για να αναλάβει τον ρόλο. Όπως και ο Μπάφετ, έχει δημόσιο προφίλ, με σχεδόν 1,7 εκατομμύρια ακολούθους στο X. Η ετήσια γενική συνέλευσή του στο Λονδίνο αυτό το μήνα προσέλκυσε περίπου 1.000 εγγραφές – λιγότερες από τις 30.000-40.000 που παρακολουθούν τις συνεδριάσεις της Berkshire στην Ομάχα της Νεμπράσκα, αλλά περιορίζεται από μια πιο αυστηρή δομή (οι κάτοικοι των ΗΠΑ δυσκολεύονται να κατέχουν μετοχές στην εισηγμένη στο Ηνωμένο Βασίλειο εταιρεία του). Και οι δύο χρησιμοποιούν την πλατφόρμα τους για να υποστηρίξουν μια φιλοσοφία όσο και για να προωθήσουν την επενδυτική τους θέση, αν και πιο φιλικό το προφίλ του Μπάφετ δεν μπορεί να συγκριθεί με το μάχιμο προφίλ του Άκμαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αλλά οι καιροί αλλάζουν.

Οι επενδυτικές επιδόσεις του είναι επίσης ισχυρές: Από την έναρξη της λειτουργίας τους το 2004, τα κεφάλαια της Pershing Square έχουν πολλαπλασιαστεί με ετήσιο ρυθμό 19,8% μετά την αφαίρεση των αμοιβών διαχείρισης – σχεδόν ίδιο με το ρεκόρ του Μπάφετ στο 19,9% σε 60 χρόνια – αν και οι αποδόσεις υποχωρούν στο 16,4% αν προσμετρήσουμε τις αμοιβές απόδοσης. Και η περιουσία του Άκμαν αποτελεί περίπου το 21% των κεφαλαίων του, το οποίο συγκρίνεται με το 14% που κατέχει ο Μπάφετ στην Berkshire.

Οι δύο άνδρες έχουν επίσης πολύ καλές διασυνδέσεις. “Γνωρίζω λίγο πολύ κάθε CEO στην Αμερική ή είμαι ένα βήμα μακριά”, δήλωσε ο Άκμαν κατά τη διάρκεια παρουσίασης στην οποία ανακοίνωσε τη συναλλαγή με τη Howard Hughes (η οποία είχε 107.000 προβολές). Επιχειρησιακά, είναι επίσης ευθυγραμμισμένοι, καθώς ο καθένας τους διευθύνει μια αυστηρή επιχείρηση, προάγοντας τη χαμηλή εναλλαγή προσωπικού. Η Berkshire απασχολεί 27 άτομα στα κεντρικά της γραφεία, και όλοι τους βρίσκονται εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα- η Pershing Square απασχολεί 41 άτομα στα κεντρικά της γραφεία στο Μανχάταν, με τα υψηλόβαθμα στελέχη να βρίσκονται στην εταιρεία για πάνω από μια δεκαετία.

Ωστόσο, παρά το προφίλ του, ο Άκμαν διαχειρίζεται μόνο 16,2 δισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία, σε σύγκριση με την κεφαλαιοποίηση των 1,03 τρισεκατομμυρίων δολαρίων της Berkshire. Κατά την ετήσια γενική συνέλευσή του, ο Άκμαν προβληματίστηκε για το χάσμα μεταξύ προφίλ και assets, το οποίο η συναλλαγή με τη Howard Hughes βοηθά να γεφυρωθεί.

Δυστυχώς για τον Άκμαν, η συμφωνία μπορεί να μην είναι η πανάκεια. Ο Μπάφετ χρησιμοποίησε ένα κύμα ρευστότητας που προέκυψε από την εξαγορά της αρχικής κλωστοϋφαντουργίας Berkshire Hathaway για να χρηματοδοτήσει περαιτέρω συμφωνίες, κυρίως στον ασφαλιστικό τομέα. Τώρα κατέχει 189 επιχειρήσεις που λειτουργούν παράλληλα με το χαρτοφυλάκιο μετοχών του. Ο Άκμαν έχει αναγνωρίσει ότι η Howard Hughes δεν θα είναι σε θέση να παράγει ελεύθερες ταμειακές ροές για περισσότερα από τρία χρόνια.

Η δομή του Μπάφετ ήταν επίσης πιο καθαρή. Τέσσερα χρόνια μετά την αγορά της Berkshire, ο Μπάφετ έκλεισε το ταμείο του και επικεντρώθηκε στην Berkshire ως το κύριο επενδυτικό του όχημα. Ο Άκμαν θα συνεχίσει να διαχειρίζεται το εισηγμένο στο Ηνωμένο Βασίλειο επενδυτικό του ταμείο, ένα hedge fund και μια εταιρεία εξαγοράς ειδικού σκοπού – έχει προτείνει την έναρξη περισσότερων κεφαλαίων στο μέλλον. Το καθένα έχει το δικό του σύνολο ενδιαφερομένων – ακόμη και η εταιρεία διαχείρισής του έχει τρίτους μετόχους μετά την πώληση μεριδίου του πέρυσι – τα συμφέροντα των οποίων δεν ευθυγραμμίζονται απαραίτητα. Για να συμφιλιώσει ορισμένα από αυτά τα συμφέροντα, ο Άκμαν προτείνει η Howard Hughes να καταβάλλει στην Pershing Square αμοιβή ύψους 1,5% της χρηματιστηριακής αξίας. Ενώ οι επικριτές επισημαίνουν ότι ο Μπάφετ δεν κάνει το ίδιο με την Berkshire, λαμβάνοντας μισθό μόλις 100.000 δολάρια ετησίως, ο Άκμαν απαντά ότι άλλοι στην κορυφή της Berkshire Hathaway πληρώνονται πολύ καλά – συμπεριλαμβανομένου του Γκρεγκ Άμπελ ο οποίος λαμβάνει 20 εκατομμύρια δολάρια σε ετήσια αποζημίωση.

Κάτι που ευνοεί τον Άκμαν, ωστόσο, μπορεί να είναι ο χρόνος. Σήμερα είναι 58 ετών. Ένα άλλο κοινό στοιχείο που έχει με τον Μπάφετ είναι ότι ο Μπάφετ εισήγαγε τις μετοχές της Berkshire στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης όταν ήταν 58 ετών, τον Νοέμβριο του 1988. Εκείνη την εποχή, η χρηματιστηριακή αξία της Berkshire ήταν μόλις 5,8 δισεκατομμύρια δολάρια. Υπάρχει ακόμη πολύς χώρος για ανάπτυξη.

Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου

BloombergOpinion