Εάν θέλετε να περιορίσετε το διεθνές εμπόριο και τις εξωτερικές σχέσεις σε μια πράξη επίδειξης κυριαρχίας, αργά η γρήγορα θα καταλήξετε να τσακώνεστε για τον χάλυβα.
Σκληρός, άκαμπτος, ανθεκτικός στη διάβρωση και απαραίτητος για την παραγωγή στιβαρών τεχνουργημάτων όπως ουρανοξύστες, αυτοκίνητα και εξοπλισμοί, το μέταλλο συνδέεται ανεξίτηλα με εικόνες “ισχύος”. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναπαρέστησε μια τέτοια εικόνα πέρυσι μέσω ενός φωτομοντάζ που τον παρουσίαζε με τη στολή του Σούπερμαν, γνωστός και ως “Man of Steel” (“Άνθρωπος από Ατσάλι”), στον λογαριασμό του στο Truth Social.
Την ίδια ιδέα είχαν και άλλοι αυταρχικοί ηγέτες. Ο Γεωργιανός επαναστάτης Ίωσιφ Βησσαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι επέλεξε τη ρωσική λέξη για το ατσάλι, όταν επινόησε το nom de guerre με το οποίο έμεινε γνωστός στην ιστορία: Στάλιν. Όταν η φασιστική Ιταλία σύναψε στρατιωτική συμμαχία με τη ναζιστική Γερμανία τρεις μήνες πριν από την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μουσολίνι την ονόμασε “Χαλύβδινο Σύμφωνο”.
Ας μην γελιόμαστε όμως: Η προσπάθεια να προστατευτεί η βιομηχανία του χάλυβα και του αλουμινίου ως μονοπάτι για την ενίσχυση της χώρας είναι ένα καταδικασμένο σχέδιο που θα κάνει την Αμερική πιο αδύναμη, όχι πιο δυνατή.

Οι δασμοί 25% επί των εισαγόμενων μετάλλων που υποσχέθηκε να παρουσιάσει ο Τραμπ θα είναι εξίσου αναποτελεσματικοί στην προώθηση της εγχώριας παραγωγής όπως και ο προηγούμενος γύρος περιορισμών του 2018. Από εκείνες τις ενέργειες, η παραγωγική ικανότητα των ΗΠΑ για το αλουμίνιο μειώθηκε κατά 32%, ενώ ο χάλυβας υποχώρησε κατά 3,6%. Μόνο ένας τρελός βασιλιάς θα περίμενε διαφορετικό αποτέλεσμα από την επανάληψη της ίδιας στρατηγικής.
Εάν ο τελευταίος γύρος επιβολής δασμών εφαρμοστεί πράγματι – υπάρχει χώρος για εικασίες εδώ, δεδομένου το μπρος-πίσω των τελευταίων εβδομάδων στην Ουάσινγκτον – θα χρησιμεύσει μόνο για να βλάψει τους παραγωγούς και τους καταναλωτές τόσο στις ΗΠΑ όσο και στους συμμάχους τους. Το επακόλουθο αποτέλεσμα θα μειώσει τις ικανότητες αυτών των χωρών να κατασκευάζουν το δικό τους μέταλλο. Η Ρωσία και η Κίνα πρέπει να τρίβουν τα χέρια τους.
Σε αντίθεση, ας πούμε, με τα κινητά τηλέφωνα, τους υπολογιστές, τα μηχανήματα και τα καταναλωτικά αγαθά, οι ΗΠΑ δεν προμηθεύονται πολλά από αυτά τα αγαθά από τους γεωπολιτικούς αντιπάλους τους. Αντίθετα, προέρχονται κατά κύριο λόγο από συμμάχους και χώρες που οι ΗΠΑ πρέπει να κρατήσουν στο πλευρό τους, κυρίως σε μια εποχή που δεν έχουν την πολυτέλεια να στέκονται μόνες τους απέναντι στο ανερχόμενο ρεύμα του αυταρχισμού. Ο Καναδάς και το Μεξικό, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Βραζιλία, η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και η Ταϊβάν μαζί αντιπροσωπεύουν το 80% των αμερικανικών εισαγωγών χάλυβα. Αν προσθέσουμε το Μπαχρέιν, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα – όπου βρίσκονται τρεις από τις μεγαλύτερες υπερπόντιες στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ – φτάνουμε στο 70% του εισαγόμενου αλουμινίου.

Τα δύο μέταλλα είναι παράλληλα μεταξύ των πιο προστατευμένων τομέων της Αμερικής: Πέρα από τους δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ του 2018, αποτελούν αντικείμενο σχεδόν του 50% των 736 διαταγμάτων και συμφωνιών αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικών δασμών που ισχύουν αυτήν τη στιγμή.
Αυτό το εμπόριο δεν είναι, όπως φαίνεται να πιστεύει ο Τραμπ, κάποιο παγκόσμιο “παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος”, αλλά μια κρίσιμη πτυχή της διατήρησης κερδοφόρων βιομηχανιών σε μια σειρά από συμμάχους.

Οι βιομηχανίες αλουμινίου των ΗΠΑ και του Καναδά, ειδικότερα, λειτουργούν λίγο πολύ ως μια ολοκληρωμένη ενιαία βιομηχανία: Ο Καναδάς χρησιμοποιεί τη φθηνή και καθαρή υδροηλεκτρική του ενέργεια για να λιώσει το μέταλλο και να γίνει ο μεγαλύτερος εξαγωγέας μπλοκ στον κόσμο, ενώ οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν την τεράστια καταναλωτική αγορά τους για να γίνουν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σκραπ για την παραγωγή ανακυκλωμένου αλουμινίου. Δεν πρόκειται άπλα για “απόβλητα”: το εν λόγω ανακυκλωμένο αλουμίνιο καλύπτει περίπου το ένα τρίτο της παγκόσμιας ζήτησης. Οι παραγωγοί σε κάθε χώρα είναι σε θέση να χρησιμοποιούν το εμπόριο ως ασφάλεια για να διατηρήσουν τα δικά τους κέρδη, χωρίς να σπαταλούν κεφάλαια σε ελασματουργεία και χυτήρια όπου οι σύμμαχοι έχουν ήδη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα.
Εάν υπήρχε οποιαδήποτε αμφιβολία για την ασυνέπεια αυτής της πολιτικής, σκεφτείτε ότι τα σχόλια του Τραμπ για τους δασμούς ήρθαν λίγες ώρες μετά την κοινή ανακοίνωση με τον πρωθυπουργό της Ιαπωνίας Σιγκέρου Ισίμπα ότι η Nippon Steel θα επενδύσει στην United States Steel. Η πρόταση αυτή διασώζει κάποια “απομεινάρια” συμφωνίας από μια προταθείσα εξαγορά που μπλοκαρίστηκε τόσο από την κυβέρνηση Μπάιντεν όσο και από την κυβέρνηση Τραμπ.
Περίπου το ένα τέταρτο των εσόδων της US Steel προέρχεται από την Ευρώπη, ωστόσο, αποτελεί επίσης τη μεγαλύτερη πηγή αμερικανικών εισαγωγών χάλυβα μετά τον Καναδά. Εάν επιβληθούν οι δασμοί του Τραμπ και οι Βρυξέλλες αναπόφευκτα αντιδράσουν με δικούς τους περιορισμούς, γιατί να προχωρήσει η Nippon Steel σε δαπάνες για μια εταιρεία της οποίας η μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά έχει εμπλακεί σε έναν ακόμη εμπορικό πόλεμο;

Το μήνυμα για το πώς το μακρινό Χαλύβδινο Σύμφωνο δοκίμασε τα “όρια” του 20ού αιώνα δεν είναι εντελώς ρητορικό. Η επιτυχία πίσω από την ήττα των δυνάμεων του Άξονα εξαρτήθηκε ουσιαστικά από το άνοιγμα των Συμμάχων στο εμπόριο. Οι ΗΠΑ έστειλαν 180 δισεκατομμύρια δολάρια (σε δολάρια του 2016) σε αγαθά και υπηρεσίες στη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η Ιταλία και η Γερμανία, από την άλλη, είχαν ελάχιστες συναλλαγές, προφανώς πεπεισμένες ότι η αυτάρκεια ήταν ο πιο σίγουρος δρόμος προς τη νίκη.
Υπάρχει ένα μάθημα οικονομικής ιστορίας για όλους τους υποστηρικτές του ρωμαϊκού χαιρετισμού και του ρατσισμού που τριγυρνάνε στην Ουάσιγκτον αυτές τις μέρες. Απέναντι στις κραυγές των δυνάμεων του Άξονα, ο μετριοπαθής, φιλικός προς το εμπόριο, φιλελευθερισμός ήταν αυτός που τελικά νίκησε. Οι φασίστες, δικαίως, έχασαν.
Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου