Katja Hoyer
Η Άνγκελα Μέρκελ, στην αυτοβιογραφία που μόλις κυκλοφόρησε, παραδέχεται ελάχιστες λανθασμένες αποφάσεις στα 16 χρόνια της στο τιμόνι της καγκελαρίας. Μεταξύ των βαρυσήμαντων αποφάσεων για τις οποίες δεν μετανιώνει είναι η απόσυρση της Γερμανίας από την πυρηνική ενέργεια, υπέρ του ρωσικού φυσικού αερίου. Αλλά η χώρα θα πρέπει να το επανεξετάσει. Όλοι οι άλλοι το κάνουν – και για καλό λόγο.
Ο απερχόμενος συνασπισμός του καγκελάριου Όλαφ Σολτς μπορεί να μην το παραδέχεται, αλλά η ολοκλήρωση της εσπευσμένης πυρηνικής εξόδου της Μέρκελ ήταν λάθος. Όταν ο Σολτς ανέλαβε τα καθήκοντά του το 2021, η Γερμανία εισήγαγε το ήμισυ του φυσικού της αερίου και του άνθρακα και το ένα τρίτο του πετρελαίου της από τη Ρωσία. Στη συνέχεια, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και η Γερμανία έπρεπε να βρει ακριβούς αντικαταστάτες. Τα τελευταία πυρηνικά εργοστάσια της χώρας έκλεισαν τον Απρίλιο του 2023, παρόλο που εξακολουθούσαν να παρέχουν το 12,6% της ηλεκτρικής ενέργειας το 2021.
Η πολιτική ισχυρογνωμοσύνη για το θέμα αυτό ήταν εκκωφαντική. “Μπορούμε να επιτύχουμε τους κλιματικούς στόχους χωρίς πυρηνική ενέργεια”, επιμένει η Μέρκελ στα απομνημονεύματά της. Ο Σολτς από την πλευρά του κάλεσε όσους κατέκριναν την ενεργειακή στροφή της χώρας να σταματήσουν επιμένουν σε ένα θέμα που θεωρείται λήξαν.
Αυτό το μοναδικό στο είδος του γερμανικό πείσμα δεν αποδεικνύει, ωστόσο, ότι η απόφαση ήταν σωστή. Είναι αλήθεια ότι η στροφή από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα σε άλλους προμηθευτές, κυρίως τη Νορβηγία και τις ΗΠΑ, αποδείχθηκε εξαιρετικά επιτυχημένη. Είναι επίσης αλήθεια ότι η Γερμανία παράγει πλέον περισσότερο από το ήμισυ της ηλεκτρικής της ενέργειας μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αλλά η χώρα πληρώνει βαρύ τίμημα γι’ αυτό.
Στο αποκορύφωμά του το 2000, ο πυρηνικός τομέας παρείχε το 30% της ηλεκτρικής ενέργειας σχεδόν χωρίς εκπομπές ρύπων. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παρείχαν εκείνη την εποχή μόνο το 6,3% [σσ. της ηλεκτρικής ενέργειας]. Καθώς η πυρηνική ενέργεια άρχισε να υποχωρεί, οι σταθμοί παραγωγής άνθρακα της Γερμανίας κάλυψαν το κενό – η πλειονότητα των σταθμών απελευθερώνει καφέ άνθρακα (Brown Carbon), το πιο ρυπογόνο ορυκτό καύσιμο. Αυτό το φθινόπωρο, η Γερμανία παρήγαγε σχεδόν το 30% της ηλεκτρικής της ενέργειας με αυτόν τον τρόπο.
Για το άμεσο μέλλον, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πρέπει να ενισχυθούν. Ο εγχώριος άνθρακας είναι ένας τρόπος για να επιτευχθεί αυτό, αλλά η Γερμανία χρειάζεται επίσης φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Το 2022, εισήγαγε σχεδόν το 70% του συνόλου της ενέργειας που κατανάλωνε – ένα ασύλληπτο επίπεδο εξάρτησης – οι κίνδυνοι του οποίου αποκαλύφθηκαν όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, πυροδοτώντας μια ενεργειακή κρίση.
Οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις ήταν τεράστιες. Η Γερμανία έχει τις υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη. Οι προβλέψεις για το 2025 δείχνουν επίσης ότι τα νοικοκυριά μπορεί να χρειαστεί να πληρώσουν εκατοντάδες ευρώ παραπάνω για το φυσικό αέριο το επόμενο έτος. Η βιομηχανία ασκεί ήδη έντονες πιέσεις για χαμηλότερες τιμές ενέργειας.
Ο Φατίχ Μπιρόλ, επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, χαρακτήρισε ορθώς την έξοδο της Γερμανίας από τα πυρηνικά ως “ιστορικό λάθος”. Αλλά απολάμβανε ευρείας συναίνεσης. Η σταδιακή κατάργηση αποφασίστηκε για πρώτη φορά επί καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ το 2000, επιταχύνθηκε από τη Μέρκελ μετά το ατύχημα της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία το 2011 και τελικά ολοκληρώθηκε από τον Σολτς το 2023 – σε μεγάλο βαθμό με την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Αν ο Ψυχρός Πόλεμος είχε κλιμακωθεί σε ανάφλεξη, η Γερμανία θα κινδύνευε να μετατραπεί σε μια έρημη χώρα, καθώς οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση είχαν εγκαταστήσει πυρηνικά όπλα στο έδαφός της. Ο φόβος λοιπόν για την πυρηνική ενέργεια σε όλες τις μορφές της είναι βαθιά ριζωμένος.
Ακόμα και ο γερμανικός ενεργειακός τομέας συνεχίζει να λέει “για εμάς δεν υπάρχει επιστροφή”, όπως το έθεσε ο Γκουίντο Κνοτ, ο διευθύνων σύμβουλος της PreussenElektra που διαχειριζόταν έναν από τους τελευταίους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, οι ηγέτες της βιομηχανίας άσκησαν πιέσεις για φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία και επένδυσαν σε μεγάλο βαθμό στους αγωγούς Nordstream, ανεξάρτητα από το τι σήμαινε αυτό για τη γερμανική ασφάλεια.
Και έτσι, το γερμανικό ενεργειακό πρόβλημα παραμένει. Η κυβέρνηση αναμένει αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά πάνω από ένα τρίτο μέχρι το 2030. Ταυτόχρονα, θέλει να καταργήσει σταδιακά τον άνθρακα. Είναι απίθανο αυτό να καλυφθεί μόνο μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, γι’ αυτό και οι περισσότερες βιομηχανικές χώρες υποστηρίζουν τα πυρηνικά projects.
Επί του παρόντος, το ένα δέκατο της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται μέσω της πυρηνικής ενέργειας ενώ 65 επιπλέον αντιδραστήρες κατασκευάζονται και περίπου 90 ακόμη βρίσκονται στο στάδιο του σχεδιασμού. Ενώ μεγάλο μέρος αυτών βρίσκονται στην Ασία, οι άμεσοι γείτονες της Γερμανίας βλέπουν και αυτοί το μέλλον στην πυρηνική ενέργεια. Η Γαλλία παράγει 70% της ηλεκτρικής της ενέργειας από πυρηνική ενέργεια. Η γειτονική της Πολωνία στα ανατολικά ξεκινά από το μηδέν και έχει θέσει ως στόχο το πρώτο της εργοστάσιο να τεθεί σε λειτουργία το 2033.
Ο Ραφαέλ Γκρόσι, επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, κάλεσε τη Γερμανία στην COP29 να το σκεφτεί: “Γιατί ο υπόλοιπος κόσμος βλέπει τα πράγματα διαφορετικά;”. Ο Γκρόσι υποστηρίζει ότι η επιστροφή στην πυρηνική ενέργεια θα ήταν “λογική” παρά το δόγμα του “δεν γίνεται” που επικρατεί στο Βερολίνο.
Καθώς οι γερμανικές εκλογές ενδέχεται να αναδείξουν μια νέα κυβέρνηση τον Φεβρουάριο του 2025, τώρα είναι η ώρα για μια ρήξη στις ενεργειακές συμβάσεις της χώρας. Το συντηρητικό CDU/CSU, γνωστό και ως Ένωση, το οποίο αναμένεται να κερδίσει, εξέδωσε ανακοίνωση μέσω της οποίας χαρακτηρίζει το κλείσιμο των τελευταίων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής “ιδεολογικά υποκινούμενο λάθος” και υπόσχεται να εξετάσει αν μπορούν να επανενεργοποιηθούν. Όμως, ο Μάρκους Ράιχελ, επικεφαλής του CDU στη Δρέσδη και υψηλόβαθμος βουλευτής της Ένωσης, μου είπε ότι πιστεύει ότι “η κατασκευή νέων αντιδραστήρων με την τρέχουσα τεχνολογία είναι αδύνατη”. “Θα αποτελούσαν επιλογή” μόνο “εάν οι νέοι τύποι αντιδραστήρων είναι ασφαλείς και οικονομικά προσιτοί και αν υπάρχει λύση για τα πυρηνικά απόβλητα”, είπε.
Τα λόγια αυτά παραπέμπουν στους Μικρούς Πυρηνικούς Αντιδραστήρες, τους οποίους εξετάζει ο υποψήφιος της Ένωσης για τη θέση του καγκελάριου, Φρίντριχ Μερτς. Πρόκειται για συμπαγείς αντιδραστήρες που μπορούν να συναρμολογηθούν από προκατασκευασμένα μέρη. Η Google της Alphabet Inc. μόλις υπέγραψε συμφωνία για τη χρήση τους για την τροφοδοσία των data centers της. Η Microsoft Inc. και η Amazon.com Inc. έχουν επίσης δεσμευτεί για την πυρηνική ενέργεια. Ωστόσο, στη Γερμανία, αυτό εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως “ουτοπικό”, μεταξύ άλλων και από την Ένωση, το έγγραφο της οποίας επικεντρώνεται στο να καταστήσει την πυρηνική ενέργεια από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και συγκεκριμένα από τη Γαλλία, διαθέσιμη στην αγορά της, αλλά να αποδεχθεί τις “διαφορετικές στρατηγικές” των χωρών της ΕΕ ως πάγιες. Η ιδέα είναι ότι η Γερμανία θα χρησιμοποιεί την πυρηνική ενέργεια των γειτόνων της, αλλά δεν θα παράγει τη δική της. Ωστόσο, μια τέτοια ρύθμιση είναι ήδη σε ισχύ. Περίπου το ένα τέταρτο της ηλεκτρικής ενέργειας που εισήγαγε η Γερμανία πέρυσι είχε παραχθεί σε πυρηνικά εργοστάσια.
Η Ένωση [σσ. το κόμμα] θα πρέπει να τολμήσει να έρθει σε ρήξη με τις μακροχρόνιες επιφυλάξεις της Γερμανίας για την πυρηνική ενέργεια. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να εμποδίζει τη χώρα να ανοικοδομήσει τον πυρηνικό της τομέα εκτός από την πεισματική εμμονή ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει. Η Πολωνία είναι αρκετά τολμηρή ώστε να οικοδομήσει έναν ολοκαίνουργιο πυρηνικό τομέα από το μηδέν, κατανοώντας ότι η καθαρή, εγχώρια ενέργεια που παράγει παρέχει επίσης αμειβόμενες θέσεις εργασίας και προσιτή ηλεκτρική ενέργεια. Τώρα είναι η ευκαιρία για μια πραγματική επανεκκίνηση για τη Γερμανία. Δεν θα είναι εύκολο να καμφθούν οι αντιστάσεις, αλλά τα αγαθά κόποις κτώνται.
Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου