Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) εξαπέλυσε μια νέα μεγάλη επίθεση, στο πλαίσιο του πολέμου του προέδρου Gary Gensler κατά των κρυπτονομισμάτων, κηρύσσοντας ύποπτες για παρανομίες δύο από τις μεγαλύτερες πλατφόρμες συναλλαγών ψηφιακών νομισμάτων στον κόσμο, την Binance και την Coinbase.
Είναι μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη: με μυριάδες τρόπους, οι δύο εταιρείες αποτελούν παράδειγμα του τι δεν πρέπει να κάνουν οι χρηματοοικονομικοί μεσάζοντες. Εκείνο που χρειάζεται τώρα είναι ένα πραγματικό εγχειρίδιο κανόνων.
Οι καταγγελίες της SEC, οι οποίες υποβλήθηκαν σε ομοσπονδιακό αμερικανικό δικαστήριο, είναι σαν ένας κατάλογος με το τι δεν πάει καλά με τους μεσάζοντες μέσω των οποίων οι περισσότεροι επενδυτές των ΗΠΑ αλληλεπιδρούν με τον κόσμο των κρυπτονομισμάτων.
Τόσο η Binance όσο και η Coinbase πωλούσαν προϊόντα που είχαν χαρακτηριστικά τίτλων – χρεογράφων, χωρίς να καταγράφονται ως τέτοια.
Όπως και το πλέον ανενεργό FTX, συνδύασαν υπηρεσίες ανταλλαγής, μεσιτείας και εκκαθάρισης -που παραδοσιακά διαχωρίζονται για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων- ενώ δεν πληρούν τα βασικά πρότυπα για αποκάλυψη ή προστασία των επενδυτών.
Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με την SEC, εταιρείες οι οποίες ελέγχονται από τους ιδιοκτήτες της Binance έκαναν κατάχρηση κεφαλαίων πελατών – βάζοντας, για παράδειγμα, σχεδόν 200 εκατομμύρια δολάρια σε έναν λογαριασμό που χρησιμοποιήθηκε για την αγορά ενός γιοτ – και συμμετείχαν σε συναλλαγές “ξεπλύματος” που διόγκωναν τεχνητά τους όγκους συναλλαγών. Η SEC έχει δίκιο να καταπολεμά μια τέτοια συμπεριφορά.
Πρόβλημα ορισμού και πλαισίου
Ωστόσο, οι ενέργειες επιβολής της νομιμότητας από μόνες τους δεν θα αποδειχθούν αρκετές για να εκπολιτίσουν την αγορά των crypto. Ένα πρόβλημα είναι ότι η SEC πρέπει να αποδείξει ότι έχει δικαιοδοσία σε κάθε μία από τις αναφερόμενες περιπτώσεις, αποδεικνύοντας ότι εμπλέκονται τίτλοι.
Αυτό λογικά θα είναι σχετικά απλό με το Binance και το Coinbase, ωστόσο δεν θα είναι πάντα – και πολλά από όσα διαπραγματεύονται σε αυτές και σε άλλες πλατφόρμες πιθανώς να μην πληρούν τις προϋποθέσεις.
Τα δύο μεγαλύτερα κρυπτονομίσματα, το Bitcoin και το Ethereum, ορίζονται ως εμπορεύματα από την Commodity Futures Trading Commission των ΗΠΑ – γεγονός που δίνει στην CFTC εξουσία επί των παραγώγων τους, αλλά όχι όμως στις συναλλαγές με τα ίδια τα token.
Άλλα ψηφιακά νομίσματα – συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, εκείνων που σχετίζονται με χρήσιμα πρότζεκτ – μπορεί να μην λογίζονται ούτε ως τίτλοι ούτε ως εμπορεύματα.
Αυτή η σύγχυση ως προς τους ορισμούς οδηγεί το σύμπαν των crypto σε αδιέξοδο. Εάν ένα ψηφιακό νόμισμα είναι τίτλος και δεν μπορεί να καλύψει τις απαιτήσεις της SEC, με τα περισσότερα πιθανότατα να μην μπορούν, είναι παράνομο. Αν είναι κάτι άλλο, πράγμα που πιθανώς να ισχύει για κάποια, δεν υπάρχουν ξεκάθαροι κανόνες για να ακολουθήσει. Αυτό καθιστά τη λειτουργία μιας νόμιμης πλατφόρμας συναλλαγών σχεδόν αδύνατη.
Απαιτούνται επομένως νέοι κανόνες, τόσο για να διατηρηθούν τα crypto εντός νομιμότητας, όσο και για να επιτραπούν τα όποια οφέλη μπορούν τελικά να αποφέρουν. Τι κανόνες όμως;
Η επέκταση του υπάρχοντος ορισμού των εμπορευμάτων για να καλύψει περισσότερα ψηφιακά token, όπως επιδιώκει να κάνει ένα νέο προσχέδιο νόμου στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, δεν είναι εξαιρετική λύση. Το κύριο κριτήριο της νομοθεσίας για τον προσδιορισμό των ψηφιακών νομισμάτων ως εμπορευμάτων – εάν η διακυβέρνηση είναι αποκεντρωμένη, χωρίς ένα πρόσωπο να διατηρεί τον έλεγχο – θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να εφαρμοστεί στην πράξη. Ακόμη χειρότερα, στην πραγματικότητα θα ανταμείβει τους εκδότες επειδή δεν θα έχουν (ή θα προσποιούνται ότι δεν έχουν) κανέναν υπεύθυνο.
Μια καλύτερη προσέγγιση θα ήταν η δημιουργία ενός γενικού νομικού καθεστώτος για συναλλαγές σε οποιαδήποτε μέσα που δεν εμπίπτουν σε υπάρχουσες κατηγορίες, καθώς και σε Bitcoin και Ether (το spot trading των οποίων παραμένει σε μεγάλο βαθμό άναρχο).
Το Κογκρέσο θα μπορούσε να αναθέσει στη SEC και την CFTC να δημιουργήσουν από κοινού απαιτήσεις για εκδότες και μεσάζοντες, συμπεριλαμβανομένης της αποκάλυψης στοιχείων, της διακυβέρνησης, της ασφάλειας, της ευρωστίας και της προστασίας των περιουσιακών στοιχείων των πελατών. Εναλλακτικά, οι φορείς θα μπορούσαν να αναθέσουν μέρος ή το σύνολο αυτής της ευθύνης σε μια οντότητα που να χρηματοδοτείται από τον κλάδο και την οποία θα επιβλέπουν στενά, κατά το πρότυπο της Ρυθμιστικής Αρχής Χρηματοοικονομικής Βιομηχανίας (FIRA) των ΗΠΑ.
Τίποτα από αυτά δεν απαιτεί από τις ρυθμιστικές αρχές να κάνουν κρίσεις αξίας για τα crypto. Το αν βγαίνει κάτι καλό από αυτά και αν οι άνθρωποι γίνονται πλούσιοι ως αποτέλεσμα, είναι ξεχωριστό ζήτημα. Ωστόσο, με τους σωστούς κανόνες, τουλάχιστον οι πιθανότητες για ένα επιθυμητό αποτέλεσμα θα βελτιωθούν πολύ.