Γλίτωσαν τις δόσεις αλλά όχι και τους τόκους όσοι πελάτες τραπεζών κατέφυγαν στο μέτρο της αναστολής πληρωμής δόσεων έως τον Δεκέμβριο του 2020. Τώρα, μετά την επανέναρξη των πληρωμών, βλέπουν να επωμίζονται ένα επιπρόσθετο κόστος εν είδει τόκων, επειδή επέλεξαν το μορατόριουμ και άρχισαν οι διαμαρτυρίες και οι γκρίνιες.
Παρά το γεγονός ότι τον Μάρτιο του 2020, όταν ανακοινώθηκε το μέτρο της αναστολής για να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της πανδημίας, δόθηκαν οι απαραίτητες πληροφορίες μέσω του διατάγματος από το Υπουργείο Οικονομικών, όσο και από τις τράπεζες, για τη χρέωση των τόκων μετά τη λήξη της αναστολής, εντούτοις άλλο είναι να ακούς κάτι και άλλο να το βλέπεις να γίνεται πράξη.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τρώνε από τα έτοιμα οι επιχειρήσεις
Όπως φάνηκε, δεν έγινε κατανοητό από όλους τους πελάτες και τώρα άρχισαν οι αντιδράσεις και η διατύπωση αποριών ή παραπόνων. Από την εξέλιξη φάνηκε επίσης ότι μια ομάδα δανειζομένων δεν αντιλήφθηκε σωστά το διάταγμα, ούτε τις διευκρινίσεις που έδιναν, κυρίως τηλεφωνικά ή ηλεκτρονικά, οι τράπεζες εν μέσω της πανδημίας. Το μόνο που θεωρούσαν ως δεδομένο κάποιοι δανειολήπτες ήταν ότι η διάρκεια αποπληρωμής του δανείου τους θα παραταθεί για εννέα ή έξι μήνες ή όσο διάστημα επέλεξαν για αναστολή πληρωμής. Το μορατόριουμ δόσεων ήταν ένα μέτρο που εφαρμόστηκε σε μεγάλη έκταση στην Κύπρο σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη και το πλαίσιο ήταν χαλαρό. Δηλαδή μπορούσαν να αιτηθούν όσοι δανειολήπτες είχαν το δικαίωμα ακόμη και αν τα εισοδήματά τους δεν είχαν επηρεαστεί από την πανδημία του κορωνοϊού.
Πριν ένα χρόνο σχεδόν, είχαν δοθεί όλες οι διευκρινίσεις για την επόμενη μέρα, αλλά μεγάλη μάζα δανειοληπτών είχε τρέξει να κάνει χρήση του μέτρου. Το μόνο που θεωρούσαν ως δεδομένο οι πελάτες ήταν ότι η διάρκεια αποπληρωμής του δανείου τους θα παραταθεί για εννέα ή έξι μήνες ή όσο διάστημα επέλεξαν για αναστολή πληρωμής. Στο διάταγμα του υπουργείου αναφερόταν ότι «το σύνολο των τόκων που αναστέλλονται κατά την περίοδο αναστολής θα προστίθεται στο υπόλοιπο του δανείου και το σύνολο των δόσεων κεφαλαίου και τόκων που θα ανασταλούν δεν θα καθίστανται άμεσα απαιτητά κατά την περίοδο αναστολής. Με τη λήξη της ισχύος του διατάγματος (δηλαδή την 31η Δεκεμβρίου 2020) επαναρχίζει η καταβολή των δόσεων και των τόκων, σύμφωνα με το υφιστάμενο πρόγραμμα αποπληρωμής και παράλληλα η λήξη του δανείου θα επιμηκυνθεί αυτομάτως για τόση περίοδο όση απαιτείται, έτσι ώστε το δάνειο να αποπληρωθεί κανονικά, σύμφωνα με το υφιστάμενο πρόγραμμα αποπληρωμής (με νέα ημερομηνία λήξης). Νοείται ότι η τελευταία δόση στη νέα ημερομηνία λήξης θα ισούται με το ποσό που απαιτείται για την πλήρη και τελική εξόφληση του δανείου».
Για παράδειγμα, αν κάποιος έχει υπόλοιπο δανείου €100.000, για το οποίο αιτήθηκε αναστολή δόσεων και τόκων, στο τέλος της λήξης της αναστολής θα επωμιστεί τους τόκους που δεν πλήρωσε, οι οποίοι κεφαλαιοποιούνται. Αποτέλεσμα, το υπόλοιπο του κεφαλαίου να αυξάνεται ανάλογα. Επίσης, δεν μπορεί να αποφύγει τον ανατοκισμό, που επιβάλλουν οι κανόνες για να μην καταχωρηθεί αυτόματα το δάνειο ως μη εξυπηρετούμενο. Για παράδειγμα, σε δάνειο €100.000 ευρώ, 10ετές με 3% επιτόκιο, ο ανατοκισμός λόγω της αναστολής θα είναι συνολικά κάτω από 55 ευρώ.