Ενόψει της ολοκλήρωσης της δεύτερης θητείας του στο διοικητικό συμβούλιο του Συνδέσμου Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου (15/10), ο πρόεδρος του ΣΑΕΚ, Αντρέας Στυλιανού, μιλά στον «Φιλελεύθερο» για το επίπεδο στο οποίο παραδίδει την ασφαλιστική βιομηχανία της Κύπρου, μετά από μια πολύ δύσκολη περίοδο, κατά την οποία, όμως, ο τομέας κατέγραψε αυξήσεις σε κάποιους κλάδους ασφάλισης. Όπως εξηγεί, «παρά το γεγονός ότι όλοι οι τομείς της οικονομίας επηρεάστηκαν αρνητικά, η ασφαλιστική αγορά σημείωσε αύξηση 2.8% στην παραγωγή ασφαλίστρων, έναντι του 2019, φτάνοντας τα €917 εκ.».
Τονίζει όμως ότι «η Κύπρος είναι μια από τις χώρες με τη χαμηλότερη διείσδυση της ασφάλισης» και ότι «είναι θεμελιώδες να ενισχυθεί η ασφαλιστική συνείδηση του κοινού».
Η αύξηση έναντι του 2019
Πώς διαμορφώνεται, κύριε Στυλιανού, το περιβάλλον στην κυπριακή Ασφαλιστική Βιομηχανία υπό την επίδραση της πανδημίας;
Το 2020 χαρακτηρίστηκε από το ισχυρό πλήγμα που δέχτηκε η οικονομία από την πανδημία, με την ύφεση να φτάνει στο 5.1% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Παρά το γεγονός ότι όλοι οι τομείς της οικονομίας επηρεάστηκαν αρνητικά, η ασφαλιστική αγορά σημείωσε αύξηση 2.8% στην παραγωγή ασφαλίστρων, έναντι του 2019, φτάνοντας τα €917 εκ. Ο Κλάδος Ζωής σημείωσε σημαντική αύξηση κατά 7.5%, από €382 εκ το 2019 σε €410 εκ το 2020. Οι ασφαλίσεις γενικού κλάδου μειώθηκαν κατά 0.7%, από €510 εκ σε €507 εκ, κυρίως λόγω μείωσης στις ασφαλίσεις στον Κλάδο Ατυχημάτων και Ασθενειών. Γενικά, η βιομηχανία έδειξε ανθεκτικότητα στην πανδημία.
Τα στοιχεία αυτά δημιουργούν αισιοδοξία για την εξέλιξη της Ασφαλιστικής Αγοράς, κάτι το οποίο επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο του 2021. Πρέπει, όμως, να είμαστε προσεκτικοί με τις εκτιμήσεις μας, γατί υπάρχουν διάφοροι απρόβλεπτοι παράγοντες (π.χ. διακύμανση της πανδημίας, πιθανή κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, πορεία της οικονομίας), που μπορούν να επηρεάσουν τη ροή των πραγμάτων.
Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να σημειώσω την πολύπλευρη συμβολή του ασφαλιστικού κλάδου στην οικονομία της χώρας. Στην ασφαλιστική βιομηχανία εργοδοτούνται απευθείας περισσότερα από 4.000 άτομα και δημιουργείται οικονομική δραστηριότητα άνω του 4.4% του ΑΕΠ. Επιπρόσθετα, το 2020 καταβλήθηκαν από τις ασφαλιστικές εταιρείες σχεδόν €480 εκ. σε απαιτήσεις και ωφελήματα, κάτι που βοήθησε ιδιαίτερα την οικονομία σε μια χρονιά ύφεσης. Ταυτόχρονα, η ασφαλιστική βιομηχανία αποτελεί ίσως τον μεγαλύτερο θεσμικό επενδυτή της χώρας, με περισσότερα από €2.6 δισ. επενδυμένα κεφάλαια, στην Κύπρο και στο εξωτερικό. Θεωρώ μεγάλη πρόκληση για τον ΣΑΕΚ και την ασφαλιστική αγορά, γενικότερα, να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες ώστε η βιομηχανία να πετύχει την αναγνώριση που της αξίζει, τόσο από την κοινωνία, όσο και από την πολιτεία.
Παρά τα θετικά αποτελέσματα και τη συμβολή της Ασφαλιστικής Αγοράς στην οικονομία, όπως την περιγράψατε, είναι κοινώς αποδεκτό ότι δεν υπάρχει επαρκής ασφάλιση σε αρκετούς τομείς της καθημερινότητάς μας.
Δυστυχώς θα συμφωνήσω μαζί σας. Η Κύπρος είναι μια από τις χώρες με τη χαμηλότερη διείσδυση της ασφάλισης. Με βάση στοιχεία της Insurance Europe, το μέσο ετήσιο έξοδο ασφάλισης στην Κύπρο είναι περίπου €1.000. Αυτό, μπορεί να είναι καλύτερο από μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Ελλάδα, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Βουλγαρία, Ουγγαρία), αλλά είναι πάνω από 50% χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενδεικτικά, αναφέρω τα αντίστοιχα ποσά σε κάποιες αναπτυγμένες χώρες: Ιταλία με €2.325, Γερμανία με €2.620, Γαλλία με €3.340 και Ηνωμένο Βασίλειο με €3.955. Αυτό τι σημαίνει; Ότι πρακτικά είμαστε απροστάτευτοι ή μερικώς απροστάτευτοι απέναντι στους κινδύνους.
Θα σας δώσω μερικά παραδείγματα που αναδεικνύουν το πρόβλημα. Όλοι θυμόμαστε τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Ορεινή Λάρνακας και την Ορεινή Λεμεσού το περασμένο καλοκαίρι. Πέραν των τραγικών απωλειών σε ανθρώπινες ζωές, είχαμε τεράστιες ζημιές σε ιδιωτικές περιουσίες. Μόνο ένα μικρό ποσοστό από αυτές τις ζημιές ήταν ασφαλισμένες, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι συμπολίτες μας που επηρεάστηκαν να είναι εκτεθειμένοι και να αναμένουν πιθανή κρατική επιχορήγηση για να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα προβλήματα που έχουν προκληθεί.
Ακόμη και αν αυτή τη φορά η κρατική παρέμβαση μπορεί να βοηθήσει κάποιος, εύλογα μπορεί να διερωτηθεί κάποιος: Τι θα συμβεί αν επέλθει ένα καταστροφικό γεγονός (π.χ. σεισμός), με σοβαρές ζημιές πολύ μεγάλης έκτασης; Θα μπορεί το κράτος να παρέμβει; Και αν ναι, μέχρι πότε οι φορολογούμενοι θα αναλαμβάνουν το βάρος και τις συνέπειες της απόφασης κάποιων να μην ασφαλιστούν;
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα υποασφάλισης είναι το θέμα της Ασφάλισης Ευθύνης Εργοδότη. Ενώ αυτή είναι υποχρεωτική, η πλειοψηφία των εργοδοτών, με την ανοχή και υπηρεσιών του κράτους, δεν είναι ασφαλισμένοι. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση ατυχήματος εργοδοτούμενου με ευθύνη του εργοδότη, ο εργοδοτούμενος είναι ανασφάλιστος και θα κληθεί να υποστεί όλες τις συνέπειες του ατυχήματος, χωρίς να λάβει την αποζημίωση που δικαιούται, με αποτέλεσμα να επηρεαστεί αρνητικά η ζωή του.
Το συνταξιοδοτικό, όμως, όπως σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελεί το μεγαλύτερο παράδειγμα υποασφάλισης. Είναι σημαντικό οι συνταξιούχοι μας, που εργάζονταν για μια ζωή, να διασφαλίσουν ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο. Αυτό ερμηνεύεται με ένα εισόδημα περίπου στο 65%-70% του τελευταίου τους μισθού. Είναι παραδεκτό ότι η σύνταξη από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν είναι επαρκής και χρειάζεται επιπρόσθετη επένδυση σε εταιρικά σχέδια του πυλώνα 2 ή/και ατομικά σχέδια του πυλώνα 3.
Ασφαλιστική συνείδηση
Ποια θα μπορούσε να είναι η λύση του προβλήματος της υποασφάλισης;
Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο θεώρησης, είναι θεμελιώδες να ενισχυθεί η ασφαλιστική συνείδηση του κοινού. Κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μέσα από μια σειρά συνδυασμένων ενεργειών.
Ξεκινώντας από την ασφαλιστική βιομηχανία, είναι ανάγκη να επικοινωνήσουμε πιο αποτελεσματικά την αξία της ασφάλισης. Αυτό σημαίνει να επεξηγήσουμε στους πολίτες, με απλό και κατανοητό τρόπο, την έννοια και τα οφέλη της ασφάλισης. Επίσης, χρειάζεται να βελτιώσουμε, συνολικά, τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούμε. Να έρθουμε πιο κοντά στους νέους, μιλώντας τη γλώσσα τους και κατανοώντας τις ανάγκες τους. Να ενισχύσουμε τη διαφάνεια στις διαδικασίες και στις αποφάσεις μας.
Καταλυτικός, όμως, είναι και ο ρόλος της Πολιτείας. Ξεκινώντας από πιο γενικά θέματα, πρέπει να ενισχυθούν η παιδεία και η εκπαίδευση ώστε να μειωθούν τα υψηλά επίπεδα οικονομικού αναλφαβητισμού στην κοινωνία. Είναι σημαντικό να δοθούν κίνητρα προς τους πολίτες, ώστε στη διάρκεια της εργασιακής τους ζωής να επενδύουν σε προϊόντα του τρίτου πυλώνα, υποστηρίζοντας έτσι μία ικανοποιητική σύνταξη. Κίνητρα πρέπει να δοθούν και για την ασφάλιση κατοικίας. Με αυτόν τον τρόπο, το κόστος των ζημιών, όπως οι ζημιές από τις φωτιές του περασμένου καλοκαιριού ή και από άλλα καταστροφικά γεγονότα (π.χ. σεισμός), θα μεταφερθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό στην ασφαλιστική αγορά. Οι κρατικές υπηρεσίες πρέπει να επιμένουν στην εφαρμογή των νόμων του κράτους όπως για παράδειγμα στην εφαρμογή της νομοθεσίας για την υποχρεωτική ασφάλιση των εργοδοτών με συνεπακόλουθο την αύξηση των ασφαλισμένων. Αυτό, πέραν του άμεσου οφέλους για την κάλυψη των θυμάτων από ασφαλισμένα γεγονότα θα δημιουργήσει και την αναγκαία χρηματοδότηση για το Ταμείο Ασφαλιστών Ευθύνης Εργοδότη που θα καλύπτει εργοδοτούμενους – θύματα εργατικών ατυχημάτων με ευθύνη του εργοδότη, ακόμη και αν ο εργοδότης τους δεν είναι ασφαλισμένος.
Οι προκλήσεις για τα επόμενα χρόνια
Ποιες προκλήσεις θεωρείτε, κ. Στυλιανού, ότι θα αντιμετωπίσει οι ασφαλιστικός κλάδος τα επόμενα χρόνια;
Πέρα από αυτές που έχω ήδη αναφέρει, αναμένω μια σειρά από προκλήσεις που θα κληθούμε να διαχειριστούμε. Αυτές αφορούν, μεταξύ άλλων, την περαιτέρω ανάπτυξη της ιδιωτικής Ασφάλισης Υγείας μετά την εφαρμογή του ΓΕΣΥ, στην εφαρμογή των αναμενόμενων αλλαγών στο νομοθετικό και κανονιστικό περιβάλλον που λειτουργούμε (αλλαγή στους κανονισμούς του Solvency II, υιοθέτηση IFRS 17, νέα Ευρωπαϊκή Οδηγία για Μηχανοκίνητα Οχήματα), αλλά και στην ανάγκη για ψηφιακό μετασχηματισμό ώστε, εκτός της βελτιστοποίησης του κόστους, να ενισχύσουμε το επίπεδο εξυπηρέτησης των πελατών μας με εξατομικευμένες υπηρεσίες και καινοτόμα ασφαλιστικά προϊόντα.
Είναι δεδομένο πως οι προκλήσεις είναι πολλές και απαιτητικές. Απέναντί τους, οι προοπτικές της βιομηχανίας μας είναι θετικές, γιατί διαθέτουμε στέρεες βάσεις, υψηλή τεχνογνωσία και ρεαλιστικό όραμα που θέτει σε κίνηση τις δυνάμεις μας. Κοινός μας στόχος είναι η ενίσχυση του θεσμού της ασφάλισης, η προστασία των ασφαλιζομένων και η στήριξη τα οικονομίας του τόπου. Αυτό το τρίπτυχο κατευθύνει τις προσπάθειές μας, αποτελώντας την πυξίδα στρατηγικής της ασφαλιστικής βιομηχανίας.