Αν υπήρχε «όσκαρ ατυχίας» στην εκτέλεση έργων, θα το έπαιρνε με… άνεση. Ο λόγος για το ιστορικό αγρόκτημα «Γερμανίνα» στη Γεροσκήπου, το πρώτο αγρόκτημα στην επαρχία Πάφου και ενδεχομένως σε όλη την Κύπρο στο οποίο δούλεψαν οι πρώτες μηχανές για τις γεωργικές εργασίες από τις αρχές του 1900 κιόλας. Μετά από δεκαετίες εγκατάλειψης και συνεχούς φθοράς που έφθανε στα όρια της κατάρρευσης, το 2013 ο Δήμος Γεροσκήπου παρουσίασε τη μελέτη που είχε κατακυρωθεί σε ειδικούς για την ανάπλαση και εκμετάλλευση του τεράστιου χώρου. Δυστυχώς, όμως, η περίοδος συνέπεσε με το οικονομικό κραχ της Κυπριακής Δημοκρατίας, με αποτέλεσμα οι όποιες επιδιώξεις να μπουν στο ντουλάπι.

Και όταν πριν από μερικά χρόνια ο δήμος επιχείρησε την επαναφορά των σχεδιασμών, «κουρεύοντας» τα αρχικά σχέδια που ήταν πλέον εξωπραγματικά αφού προνοούσαν έργα 7 εκατομμυρίων, και σε αυτή την περίπτωση έπεσε στην πανδημία. Με αποτέλεσμα η «Γερμανίνα» να ξαναμπεί στο περιθώριο.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τέσσερα πάρκα «πρασινίζουν» τη Γεροσκήπου

Το μεγαλύτερο και πιο εκβιομηχανισμένο αγρόκτημα της επαρχίας παγκυπρίως στις αρχές του 20ού αιώνα, φαίνεται ότι δεν θα επανέλθει ποτέ ξανά σε περιόδους που θα θυμίζουν την παλιά ακμή του και τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτιζε στην οικονομική και κοινωνική ζωή της περιοχής. Μιλώντας σήμερα στον «Φ» ο πολιτιστικός λειτουργός του Δήμου Γεροσκήπου, Νίκος Παλιός, αναγνωρίζει ότι το οικονομικό περιβάλλον σήμερα δεν ευνοεί απαιτούμενες δαπάνες του επιπέδου της «Γερμανίνας».

«Θα πρέπει να συμβιβαστούμε με την επίτευξη του μίνιμουμ στόχου: Της σωστικής, δηλαδή, παρέμβασης των εναπομείναντων κτισμάτων, που επιτεύχθηκε την τελευταία διετία», ανέφερε. «Η μελέτη για την ανάπτυξη, ανάδειξη και εκσυγχρονισμό του αγροκτήματος που ετοιμάστηκε και παρουσιάστηκε το 2013, προνοούσε μια δαπάνη 7 εκατομμυρίων ευρώ. Ποσό που δεδομένης της οικονομικής κατάρρευσης που επήλθε το 2013, καθένας αντιλαμβάνεται ότι ήταν πια στη σφαίρα του εξωπραγματικού να δοθεί για ένα τέτοιο έργο. Αλλά, ακόμη και τα ”κουρέματα” που επακολούθησαν για να καταστεί εφικτή η αξιοποίηση του αγροκτήματος τα επόμενα χρόνια, δυστυχώς έπεσαν πάνω στην πανδημία. Η πραγματικότητα είναι ότι σήμερα που μιλάμε, ουδείς ασχολείται πλέον με το θέμα της αξιοποίησης της ”Γερμανίνας”. Θα πρέπει να αρκεστούμε στο ότι έγιναν οι εργασίες που απέτρεψαν την πλήρη κατάρρευση των κτηρίων της».

Οι σωστικές εργασίες που έγιναν μετά την προκήρυξη σχετικού διαγωνισμού από τον Δήμο Γεροσκήπου ολοκληρώθηκαν βάσει των προνοιών του συμβολαίου και έχει τουλάχιστον αποφευχθεί ο κίνδυνος της κατάρρευσης των κτισμάτων που ήταν σε κάκιστη κατάσταση.

«Πλέον, ο χώρος έχει περιφραχθεί, τελεί υπό τη συνεχή εποπτεία και φύλαξη της δημοτικής αρχής», σύμφωνα με τον κ. Παλιό. «Τουλάχιστον, έχει πλέον εκλείψει ο κίνδυνος που δημιουργούσαν όλα τα προηγούμενα χρόνια οι ενέργειες ασυνείδητων που έμπαιναν και έκλεβαν πέτρες και άλλα υλικά, αλλά και βοσκών που οικειοποιήθηκαν τα κτήρια για τις ανάγκες των κοπαδιών τους, προκαλώντας τεράστια καταστροφή σε ένα χώρο ιστορικά και πολιτιστικά σημαντικό για τη Γεροσκήπου».

Πριν το ναυάγιο της οικονομίας στην Κύπρο το 2013, ο Δήμος Γεροσκήπου είχε προχωρήσει τον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, με στόχο την ανάπλαση και βιώσιμη αξιοποίηση του Αγροκτήματος από πολεοδομική, αρχιτεκτονική, τεχνική και οικονομική άποψη, με έμφαση στον πολιτιστικό χαρακτήρα, που θα υλοποιείτο σε δύο φάσεις. Στόχοι του διαγωνισμού ήταν η δημιουργία ενός ζωντανού, βιώσιμου, πολυλειτουργικού χώρου με έμφαση τον πολιτισμό. Σήμερα, ο διαγωνισμός αυτός είναι ούτως ή άλλως κενό γράμμα, ενώ ο πολιτιστικός λειτουργός του δήμου επισημαίνει ότι ούτως ή άλλως, ακόμη και αν επανερχόταν στο προσκήνιο η μελέτη αυτή θα έχρηζε πολλών διαφοροποιήσεων και αλλαγών με βάση τα σημερινά δεδομένα.

«Θα πω μόνο ένα παράδειγμα», αναφέρει. «Η μελέτη εκείνη προνοούσε τη δημιουργία Βοτανικού Πάρκου. Και η απορία πολλών στη Γεροσκήπου, είναι γιατί να μην είναι Θεματικό Πάρκο με επίκεντρο τη θεά Αφροδίτη, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την περιοχή μας. Πράγμα που θα ήταν και πολύ πιο προσοδοφόρο από ένα απλό βοτανικό έργο».

«Θέλει χρόνο και μεγαλύτε ρα κονδύλια»

Ο πολιτιστικός λειτουργός του Δήμου Γεροσκήπου, Νίκος Παλιός, παρατηρεί ότι μπορεί ο «μίνιμουμ» στόχος της σωστικής παρέμβασης των εναπομείναντων κτισμάτων να επιτεύχθηκε εγκαίρως, ωστόσο το οικονομικό σκέλος για την αναζωογόνηση του ιστορικού χώρου θα χρειασθεί πολύ περισσότερο χρόνο και κονδύλια για να γίνει πραγματικότητα.

Αν και η προώθηση πρότυπων έργων ανάπτυξης που θα δώσουν νέα πνοή και προοπτικές ανάκαμψης, θεωρείται από όλους ως βασική παράμετρος εμπλουτισμού του προορισμού «Πάφος», η «Γερμανίνα» αποτελεί το πιο τρανταχτό παράδειγμα έργου που παραμένει σε επίπεδο διακηρύξεων δεκαετίες ολόκληρες και όχι μόνο την περίοδο της κατάρρευσης της οικονομίας, ή την παρούσα της πανδημίας.

Ακόμη πιο τρανταχτή γίνεται η ανισορροπία αυτή μεταξύ προθέσεων και πράξεων, αν σκεφτεί κανείς ότι το αγρόκτημα αποτελεί κρατική περιουσία και όχι περιουσία του δήμου. Απλώς ο χώρος έχει ενοικιασθεί από το κράτος στη δημοτική αρχή για περίοδο 33 χρόνων, επισημαίνει ο πολιτιστικός λειτουργός του δήμου.

Η «Γεροκηπιά» ήταν το μεγαλύτερο και πιο εκσυγχρονισμένο αγρόκτημα στην Κύπρο, που άρχιζε από την παραλία της Γεροσκήπου και κάλυπτε όλη την εύφορη πεδιάδα. Μετά από αλλαγές ιδιοκτησίας μεταξύ πλούσιων οικογενειών της Πάφου, το αγρόκτημα πωλήθηκε στη γερμανική οικογένεια Carl και Emilie Widmaier. Ήταν ένα ζάπλουτο ζευγάρι Γερμανών που εγκαταστάθηκε στην Κύπρο τη δεκαετία του 1920. Στο τέλος, όταν η «δυναστεία» αυτή των Γερμανών βρισκόταν προς το τέλος της, οι κληρονόμοι πούλησαν μέρος του αγροκτήματος στο κράτος για το ποσό των 350 χιλιάδων λιρών. Το μεγαλύτερο μέρος το απαλλοτρίωσε η κυβέρνηση, η οποία το μοίρασε σε κλήρους και το παραχώρησε σε ακτήμονες γεωργούς για περίοδο 35 χρόνων. Κάθε γεωργός παίρνει κλήρο έκτασης 10–18 σκαλών. Καλλιεργούνται φιστίκια, φασόλια, πατάτες, σιτάρι, κριθάρι και δενδροφυτείες. Πάντοτε υπάρχει προσυνεννόηση με το Υπουργείο Γεωργίας.

Το τσιφλίκι μένει έκτοτε ανεκμετάλλευτο με τις εγκαταστάσεις να μετατρέπονται σε στάβλους, χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί για την τύχη του. Το 1995, οι αρμόδιες Αρχές αποφάσισαν όπως το Αγρόκτημα μετατραπεί σε πρότυπο μοντέλο πνευματικής και τουριστικής κίνησης, μια απόφαση που έκτοτε παρέμεινε μόνο στα χαρτιά.