Οι εργαζόμενοι στη γεωργία, στη συντριπτική τους πλειοψηφία -εάν όχι στο σύνολό τους- ξένοι εργάτες, θεωρούνται ως οι πλέον ευάλωτοι και δικαιολογημένα η εξαίρεσή τους και η μη κάλυψή τους από τη θέσπιση Εθνικού Κατώτατου Μισθού που προωθείται προκάλεσε αντιδράσεις.
Ωστόσο, οι αγροτικές οργανώσεις, που δρουν ως οι εργοδοτικές οργανώσεις στον τομέα της γεωργοκτηνοτροφίας, αν και φαίνεται να μην ρωτήθηκαν για το θέμα στο πλαίσιο του διαλόγου που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Εργατικό Συμβουλευτικό Σώμα, θεωρούν πως ορθώς συζητείται η εξαίρεση, αφού, όπως αναφέρουν, στον κλάδο υπάρχει συλλογική σύμβαση εργασίας, υποστηρίζοντας περαιτέρω πως τα όσα προβλέπονται και καταβάλλονται ξεπερνούν κατά πολύ τον υφιστάμενο κατώτατο που εφαρμόζονται για συγκεκριμένα επαγγέλματα – πωλήτριες/πωλητές, σχολικούς βοηθούς, γραφείς κ.α.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Εξαιρούν εργάτες και οικιακούς βοηθούς από κατώτατο
Υποστηρίζουν ακόμα πως το τελευταίο διάστημα, εξαιτίας της ακρίβειας αγαθών και υπηρεσιών και της εκτόξευσης του πληθωρισμού, αναγκάζονται να δίνουν αυξήσεις κάθε μήνα, αφού τόσο το κόστος στέγασης και διατροφής όσο και των μετακινήσεων σε κάποιες περιπτώσεις, που προσφέρουν, έχει αυξηθεί σημαντικά.
Η στέγαση και η διατροφή
Μιλώντας στον «Φ», ο γενικός γραμματέας της ΠΕΚ Χρήστος Παπαπέτρου ανέφερε πως η ακρίβεια που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα έχει αυξήσει το εργατικό κόστος για τους γεωργούς, παρά το γεγονός ότι ο παραγωγός παραμένει με τα ίδια έσοδα. Ο ίδιος παρατήρησε πως στον κλάδο δεν εργάζονται Κύπριοι πλέον, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να αιτούνται άδειες για απασχόληση ξένου προσωπικού από τρίτες χώρες, στη βάση όμως συλλογικών συμβάσεων και διαδικασιών που ελέγχονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους. Στην ουσία, είπε, λόγω του πληθωρισμού και αφού οι εργαζόμενοι παίρνουν καθαρά όσα προβλέπει η σύμβαση «είναι σαν να δίνουμε αύξηση κάθε μήνα, αφού το κόστος διαμονής, το κόστος ηλεκτρισμού και οι τιμές των τροφίμων έχουν αυξηθεί», ανέφερε ο γ.γ. της ΠΕΚ, προσθέτοντας πως η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων δεν έχει επηρεαστεί, αφού το κόστος διαμονής και διατροφής επιβαρύνει τον εργοδότη. Ο κ. Παπαπέτρου υποστήριξε ακόμα πως η συμπερίληψη και των εργαζομένων στη γεωργοκτηνοτροφία είναι λογική, λόγω της ύπαρξης συλλογικής σύμβασης, αλλά και πως δεν υπήρξε οποιαδήποτε επαφή με τις αγροτικές οργανώσεις για το θέμα. Ανέφερε τέλος πως το πρόβλημα στον κλάδο σήμερα εξακολουθεί να είναι η εγκατάλειψη εργασιακής στέγης από εργαζόμενους, αφού αρκετοί ξένοι που έρχονται εγκαταλείπουν τους εργοδότες τους.
«Ξεπερνά τα χίλια ευρώ»
Παρόμοιες θέσεις ανέπτυξε μιλώντας στον «Φ» και ο γενικός γραμματέας του Παναγροτικού Τάσος Γιαπάνης, με τον τελευταίο να καταγράφει, πάντως, τη συμφωνία του με την εξαίρεση των εργαζομένων στη γεωργία από τον Εθνικό Κατώτατο Μισθό. Για τον κλάδο, υποστήριξε ο κ. Γιαπάνης, δεν χρειάζεται ο εθνικός κατώτατος μισθός, αφού, όπως είπε, το εργατικό κόστος ξεπερνά ήδη τα 1000 ευρώ μηνιαίως, ενώ υπάρχει και συλλογική σύμβαση που μόλις πρόσφατα υπογράφηκε, που προνοεί ήδη την καταβολή του υφιστάμενου μίνιμουμ μισθού για όσους δεν προσφέρουν στους εργαζόμενους στέγη και διατροφή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εκτίμησε περαιτέρω πως τυχόν συμπερίληψη του κλάδου στον Εθνικό Κατώτατο Μισθό δεν θα έκανε ουσιαστική διαφορά, αναφέροντας με τη σειρά του πως το πρόβλημα σήμερα στα εργασιακά είναι η «εκμετάλλευση» των εργαζομένων από διάφορα κυκλώματα, που τους παροτρύνουν να εγκαταλείψουν τους εργοδότες τους.
Με τη σειρά του, παρατήρησε πως το τελευταίο διάστημα, πέραν των όσων προβλέπει η σύμβαση, οι εργοδότες γεωργοί έχουν επωμιστεί σημαντικές αυξήσεις λόγω της ακρίβειας, αφού οι περισσότεροι προσφέρουν στέγαση, διατροφή αλλά και μεταφορά στους εργαζόμενους τους, χωρίς το αυξημένο αυτό κόστος να μετακυλίεται στα προϊόντα τους. Ο κ. Γιαπάνης παραδέχτηκε πως στον κλάδο πλέον δεν εργάζονται Κύπριοι, ούτε και κοινοτικοί, σημειώνοντας πως αυτό οφείλεται όχι τόσο στους μισθούς, που είναι τουλάχιστον οι κατώτατοι που προσφέρονται, αλλά στην νοοτροπία μας αλλά και στο γεγονός ότι η δουλειά είναι δύσκολη. Ανέφερε ακόμα πως δεν υπάρχουν και επαρκή κίνητρα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Σε δικές του δηλώσεις, ο γενικός γραμματέας της ΕΚΑ Πανίκος Χάμπας ανέφερε επίσης πως στον κλάδο υπάρχει συλλογική σύμβαση με τις υπογραφές των αγροτικών οργανώσεων και των συντεχνιών και πως αυτό που χρειάζεται είναι η τήρηση της σύμβασης και όχι ο εθνικός κατώτατος μισθός. Εκτίμησε, μιλώντας με τη σειρά του στον «Φ», πως το κόστος εργοδότησης ξένων εργαζομένων για ένα γεωργό ξεπερνά τα 1000 ευρώ το μήνα, αφού βάσει των συμβολαίων που υπογράφονται στο Τμήμα Εργασίας ο εργοδότης έχει υποχρέωση να παρέχει, πέραν της αντιμισθίας που προβλέπει η σύμβαση, στέγη και διατροφή, ενώ όπως είπε πλέον στο σύνολο τους οι εργοδότες προσφέρουν και μεταφορικό μέσο για τις μετακινήσεις των εργαζομένων αλλά και ίντερνετ. Ερωτηθείς αν η σύμβαση εφαρμόζεται, ανέφερε πως θα πρέπει να εφαρμόζεται, καλώντας τις αρμόδιες υπηρεσίες για ελέγχους. Σημειώνεται φυσικά πως και οι συντεχνίες έχουν το δικό τους ρόλο να διαδραματίσουν, τόσο για την τήρηση της σύμβασης όσο και για συνθήκες διαβίωσης/διαμονής τους, αφού οι εργαζόμενοι είναι στην ουσία μέλη τους, καθώς βάσει και της σύμβασης από το μισθό κάθε εργαζόμενου αποκόπτεται εισφορά για συντεχνιακή συνδρομή της τάξης του 1% κάθε μήνα. Ποσό καθόλου ευκαταφρόνητο, δεδομένου ότι ο αριθμός των εργαζομένων στον κλάδο κυμαίνονται γύρω στις 5 χιλ.
Καθαρά «τουλάχιστον 400 ευρώ» αλλά με στέγη και διανομή
Η συλλογική σύμβαση εργασίας που ισχύει σήμερα στους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι αλήθεια ότι προβλέπει την καταβολή του υφιστάμενου κατώτατου μισθού σε περιπτώσεις που δεν παρέχεται στέγη και διατροφή αλλά και μια σειρά από άλλα ωφελήματα για τους εργαζόμενους. Η σύμβαση υπογράφηκε σχετικά πρόσφατα μεταξύ των αγροτικών οργανώσεων και των συντεχνιών και σε αυτήν βασίζονται τα συμβόλαια για εργοδότηση ξένου εργατικού δυναμικού και λήγει στο τέλος του χρόνου, καλύπτοντας την περίοδο από 1.1.2021 μέχρι 31.12.2022. Αναφέρεται άλλωστε μεταξύ άλλων πως ο μικτός Μηνιαίος Μισθός ανειδίκευτου εργάτη από 1.6.2021 είναι €465. Αναφέρεται πως «από τον Μικτό Μηνιαίο Μισθό θα αποκόπτεται εισφορά στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ΓΕΣΥ και η συντεχνιακή συνδρομή. Εάν ο Εργοδότης προσφέρει στέγαση και διατροφή είτε μετά από συμφωνία είτε από υποχρέωση εξαιτίας Νόμου, Κανονισμού, Υπουργικής απόφασης, θα αποκόπτεται επίσης σχετικό ποσό από τον μισθό», προσθέτοντας πως «σε καμία περίπτωση όμως ο Καθαρός Μηνιαίος Μισθός δεν θα είναι χαμηλότερος από €400».
Αναφέρεται ακόμα πως θα παρέχεται δωρεάν ασφαλιστική κάλυψη σύμφωνα με τη νομοθεσία και πως «στις περιπτώσεις που δεν θα παρέχεται διατροφή και στέγαση ο μικτός μηνιαίος μισθός θα είναι, από 1/6/2021, στο ύψος που καθορίζει ο «Ο περί κατωτάτου Ορίου Μισθών Νόμος» ήτοι €870 μηνιαίως και €924 μηνιαίως μετά από έξι μήνες υπηρεσία». Αναφέρεται ακόμα πως ο μισθός θα τροποποιείται χρονιαία ανάλογα με τη μεταβολή του τιμάριθμου.
Στη σύμβαση καθορίζεται επίσης πως οι ώρες εργασίας καθορίζονται σε 80 (ώρες) ανά δεκαπενθήμερο και κατανέμονται σε έξι μέρες σε πλαίσιο επτά ημερών την εβδομάδα και πως σύμφωνα με τις ανάγκες εκάστης επιχείρησης/εργοδότη, το ωράριο θα μπορεί να καθορίζεται μέσα στα πλαίσια των 32 – 48 ωρών εβδομαδιαίως αλλά και πως το ημερήσιο ωράριο εργασίας θα καθορίζεται από τον εργοδότη. Η σύμβαση προβλέπει και για υπερωρίες, αναφέροντας στο κείμενο συμφωνίας πως εργασία πέραν των 80 ωρών ανά δεκαπενθήμερο, θα πληρώνεται ως υπερωρία επί τη βάση 1:11/2. «Η υπερωρία θα αποζημιώνεται με ελεύθερο χρόνο μέχρι και ένα μήνα μετά που κερδίζεται, σε αντίθετη περίπτωση θα αποζημιώνεται», διευκρινίζεται. Προβλέπει ακόμα πως παραχωρούνται τουλάχιστον 10 αργίες/εορτές με πλήρεις απολαβές – Πρωτοχρονιά, Αγια Θεοφάνια, Μεγάλο Σάββατο, 1η Μαΐου, 15η Αυγούστου, 25η και 26η Δεκεμβρίου και επιπλέον 3 μέρες για θρησκευτική ή άλλη αργία επιλογής του εργοδοτουμένου- και πως όσοι έχουν συνεχή υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη πέραν του ενός έτους, δικαιούνται επιπλέον την 25η Μαρτίου, την Καθαρά Δευτέρα και την 1η Απριλίου ως εορτές-και αργίες με πλήρεις απολαβές.
Αναφέρεται ακόμα πως εργασία σε καθορισμένη από τη συλλογική σύμβαση αργία θα αποζημιώνεται επί τη βάση 1:2. Στη σύμβαση προβλέπεται ακόμα πως ο εργοδοτούμενος δικαιούται να λαμβάνει αριθμό ημερών ετήσιας άδειας κατά τη διάρκεια του έτους, σύμφωνα με τον περί Ετήσιων Αδειών Μετ’ Απολαβών Νόμο και πως σε περίπτωση απασχόλησης λιγότερης του ενός έτους θα δικαιούται αναλογία άδειας. Περαιτέρω η σύμβαση προβλέπει επίσης πως στους εργαζομένους θα παραχωρείται κατά τις εορτές των Χριστουγέννων 13ος μισθός ως φιλοδώρημα, διευκρινίζοντας όμως πως το φιλοδώρημα θα δικαιούνται όσοι έχουν συνεχή υπηρεσία πέραν του ενός χρόνου στον ίδιο εργοδότη. Τέλος προβλέπει, όπως αναφέρθηκε, πως θα αποκόπτεται από τον Μικτό Μηνιαίο Μισθό του εργοδοτούμενου 1% ως συντεχνιακή συνδρομή.