Απόσυρση και όχι αναφορά των νόμων για τις εκποιήσεις θα ήταν προτιμότερο να γίνει, τονίζει ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος, Παύλος Ιωάννου. Αναφέρει πως η Βουλή θα πρέπει να πεισθεί να αποσύρει τους νόμους, τονίζοντας πως με αυτό τον τρόπο θα είναι πιο ορθολογιστική και αποτελεσματική η διευθέτηση του θέματος.
Αναφέρει, επίσης, πως η αναφορά των νόμων στο Ανώτατο Δικαστήριο θα οδηγήσει σε μία παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας, που θα επιβαρύνει αρνητικά ολόκληρο το σύστημα, δηλαδή τις τράπεζες, την οικονομία γενικότερα, αλλά και τους δανειολήπτες.
Παράλληλα ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος απαντώντας στις τράπεζες, οι οποίες υποστήριξαν πως η Υπηρεσία του είναι υποστελεχωμένη και δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες αρμοδιότητες που του αναθέτονται μέσω της έγκρισης της πρότασης νόμου του ΔΗΚΟ, ανέφερε πως δεν του παραχωρήθηκαν επιπλέον αρμοδιότητες και εξουσίες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Είπε, επίσης, πως η Βουλή δεν τροποποίησε τον νόμο του Φορέα αλλά των εκποιήσεων. Υποδεικνύει πως με τη δική του νομοθεσία οι δανειολήπτες είχαν από πριν τη δυνατότητα να αξιοποιούν τη διαμεσολαβητική διαδικασία αναδιάρθρωσης προβληματικών δανείων, υποβάλλοντας έγκαιρα αίτηση συμμετοχής σε διαμεσολαβητική διαδικασία. Σημειώνεται πως μέχρι την ολοκλήρωση της συγκεκριμένης διαδικασίας, απαγορεύεται η τράπεζα να λάβει οποιαδήποτε μέτρα, κατά του δανειολήπτη, συμπεριλαμβανομένης και της εκποίησης.
Πώς σχολιάζετε την αναφορά του νόμου για τις εκποιήσεις από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο Ανώτατο Δικαστήριο;
Όπως είναι γνωστό, καταχωρήθηκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο οι αναφορές του Γενικού Εισαγγελέα, σε σχέση με τους Νόμους που ψήφισε η Βουλή για τις εκποιήσεις, αφού κρίθηκαν από τον ίδιο ως αντισυνταγματικοί, ύστερα από σχετική οδηγία του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Η εν λόγω οδηγία ήταν αναπόφευκτη, με δεδομένη την ευαισθησία του Προέδρου σε θέματα συνταγματικής τάξης και νομιμότητας, και ήταν προφανώς η ορθή ενέργεια. Πάντως και ανεξάρτητα από αυτό, πολύ καλά γνωρίζω και την ευαισθησία του Προέδρου για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, σε σχέση με τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά τους.
Η πιο πάνω οδηγία του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι, βέβαια, αποτέλεσμα απολύτως ορθής απόφασής του, με δεδομένη την τοποθέτηση του Γενικού Εισαγγελέα για τα προβλήματα αντισυνταγματικότητας των ψηφισθέντων νόμων. Ας μην ξεχνάμε, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι θεματοφύλακας του Συντάγματος, το οποίο αποτελεί την πεμπτουσία της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ωστόσο, φρονώ ότι αν ήταν θεσμικά εφικτό και πολιτικά δυνατό να πεισθεί η Βουλή να αποσύρει με κάποιον τρόπο τον ψηφισθέντα νόμο, αυτό θα ήταν μία πολύ ορθολογική και αποτελεσματική διευθέτηση παρά την ακρόαση της αναφοράς.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ:
Η διελκυστίνδα που δημιουργείται με την αναφορά θα οδηγήσει σε μία παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας, η οποία θα επιβαρύνει ολόκληρο το σύστημα με ιδιαιτέρως αρνητικό τρόπο. Όχι μόνο τις τράπεζες και την οικονομία γενικότερα, αλλά και τους δανειολήπτες. Ενδεχομένως δε και τη διαδικασία παραχώρησης νέων δανείων.
Αν είναι δυνατή η με κάποιον τρόπο απόσυρση του επίμαχου νόμου, θα ήταν κάτω από τις περιστάσεις η ιδανική λύση. Ακριβώς αυτή η επισήμανση καταδεικνύει και την ορθότητα της εισήγησης για αναβολή της συζήτησης της σχετικής πρότασης από την Ολομέλεια της Βουλής.
Μετά την αναπομπή του νόμου για τις εκποιήσεις, το ΔΗΚΟ ετοίμασε τη σχετική πρόταση νόμου η οποία εγκρίθηκε και με τις ψήφους του ΔΗΣΥ. Η συγκεκριμένη πρόταση έδινε στην Υπηρεσία σας πολλές εξουσίες. Οι τράπεζες θεωρούν πως η Υπηρεσία σας είναι υποστελεχωμένη και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες αρμοδιότητες. Ποια είναι η θέση σας;
Καμία απολύτως επιπρόσθετη αρμοδιότητα, πολλώ δε μάλλον εξουσία. Και ούτε θα ήταν αυτό δυνατόν, διότι, κάτι τέτοιο, θα απαιτούσε τροποποίηση του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Νόμου. Η πρόταση Νόμου, στην οποία αναφέρεστε, τροποποιούσε μόνο τον Νόμο για τις εκποιήσεις. Επομένως, δεν επέφερε αλλαγή στον Νόμο του Φορέα.
Τώρα, το ότι είναι υποστελεχωμένο το Γραφείο του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου, αυτό είναι γεγονός. Η πραγματικότητα όμως αυτή είναι άσχετη με το τι ψήφισε η Βουλή. Εξήγησα ποια θα ήταν η ενδεχόμενη επιβάρυνση του Γραφείου μου, ίσως με 5-6 άτομα (κυρίως γραμματειακού προσωπικού για το αρχείο). Αυτό θα ανέβαζε το μέγεθος του ανθρώπινου δυναμικού μας σε 30 άτομα. Περίπου, δηλαδή, αυτό που θεωρούμε ιδανικό μέγεθος για τον Φορέα, στη σημερινή φάση της ιστορίας του. Πάντως, είναι πολύ καλά γνωστό ότι ο Επίτροπος δεν επιθυμεί τη μετεξέλιξη του Φορέα σε έναν υδροκέφαλο οργανισμό, δημοσίου δικαίου.
Επισημαίνω, τέλος, προς άρση οποιασδήποτε παρεξήγησης σχετικά με τη θέση για «πολλές εξουσίες», ότι ήδη ο Νόμος του Φορέα στο άρθρο 14Γ. (9)(γ), το οποίο σχετίζεται με τη διαμεσολαβητική διαδικασία αναδιάρθρωσης προβληματικών δανείων, ρητώς προνοεί τα εξής:
- «Νοείται ότι, σε περίπτωση που δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία και η διαμεσολάβηση κηρυχθεί άκαρπη, ο Επίτροπος οφείλει να εξετάσει κατά πόσο εφαρμόστηκαν ικανοποιητικά οι πρόνοιες του κώδικα από το ΑΠΙ:
- Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που ο Επίτροπος αποφαίνεται ότι υπάρχει παράβαση των προνοιών του κώδικα από το ΑΠΙ, ενημερώνει αμέσως και γραπτώς το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου με σχετική έκθεση στην οποία αιτιολογεί πλήρως και κατά τρόπο εμπεριστατωμένο τα συμπεράσματά του».
Οι δανειολήπτες, επομένως, θα μπορούσαν, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε τροποποίηση του Νόμου για τις εκποιήσεις, να αξιοποιούν την πιο πάνω πρόνοια, υποβάλλοντας, έγκαιρα, αίτηση συμμετοχής σε διαμεσολαβητική διαδικασία. Υπενθυμίζουμε ότι, μέχρι την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας, απαγορεύεται η τράπεζα να λάβει οποιαδήποτε μέτρα, κατά του δανειολήπτη, συμπεριλαμβανομένης και της εκποίησης. Δυστυχώς, φαίνεται ότι πολλοί δανειολήπτες είτε αγνοούν είτε αδιαφορούν για τις δυνατότητες αυτές.
Είχατε αναφέρει πως πρέπει να υπάρξει μια πιο ολιστική προσέγγιση του θέματος. Τι εννοούσατε και ποια είναι αυτή;
Στο προκαταρκτικό υπόμνημα, το οποίο κατέθεσα στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής στις 4 Ιουλίου 2019, αποδομούσα, ουσιαστικά, την υπό συζήτηση τροποποιητική πρόταση Νόμου για τις εκποιήσεις, για τους εξής βασικούς λόγους:
- Επειδή ήταν ad hoc μέτρο, πολύ περιορισμένου πεδίου εφαρμογής. Ως τέτοιο, θα μπορούσε να βοηθήσει, μόνο, πολύ μικρό αριθμό δανειοληπτών με προβληματικά δάνεια και μάλιστα όχι όλους όσοι ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής του.
- Αποσκοπούσε στη δικαστηριακή ανατροπή προγραμματισμένων εκποιήσεων μόνον! Επομένως, όχι στην ορθολογική αποτροπή των εκποιήσεων. Δηλαδή, αποτροπή τους, μέσα από αιτιοκρατική αντιμετώπιση των προβλημάτων και διαδικασιών που οδηγούν στο αποτέλεσμα «εκποίηση» ενυπόθηκης εξασφάλισης και άλλης ακίνητης ιδιοκτησίας.
Εισηγήθηκα λοιπόν, μεταξύ άλλων, για όλους τους πιο πάνω λόγους, δεδομένης και της περιπλοκότητας και πολυπλοκότητας των δομών, οι οποίες συνιστούν το όλο σύστημα που σε ορισμένες περιπτώσεις και κάτω από ορισμένες συνθήκες οδηγεί στο αποτέλεσμα «εκποίηση», την αναβολή της συζήτησης, ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής, των προτάσεων που έφεραν τον επίμαχο Νόμο, μέχρι τον Σεπτέμβρη, του τρέχοντος έτους. Θα καθίστατο έτσι δυνατόν οι θεσμοί να παρουσιάσουν ολοκληρωμένες προτάσεις στη Βουλή, ύστερα από εμπεριστατωμένη μελέτη του θέματος, με στόχευση την ελαχιστοποίηση των εκποιήσεων, μέσα από τη μεγιστοποίηση των ορθολογικά κατασκευασμένων βιώσιμων και δίκαιων αναδιαρθρώσεων των προβληματικών και εν δυνάμει προβληματικών δανείων. Αναπόφευκτα, οι εν λόγω μελέτες και οι συνεπαγόμενες προτάσεις θα πρέπει να συνυπολογίζουν όλες τις υφιστάμενες εποπτικές ρυθμίσεις και απαιτήσεις, ώστε οι προτεινόμενες αλλαγές να συνάδουν με τις εποπτικές αναγκαιότητες.
Μίλησα προηγουμένως για «εποπτικές ρυθμίσεις και απαιτήσεις». Είναι, θεωρώ, κατάλληλη η στιγμή να υπογραμμίσω το γεγονός ότι, στη συνάντηση του Προέδρου της Δημοκρατίας, στις 3 Ιουνίου 2019, με τον Σύνδεσμο Δανειοληπτών Τραπεζών και τον Σύνδεσμο Προστασίας Κύριας Κατοικίας, με τη συμμετοχή του υπουργού Οικονομικών, του Κυβερνητικού Εκπροσώπου και του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου, ήταν ο Επίτροπος που ήγειρε το ζήτημα των «εποπτικών ρυθμίσεων και απαιτήσεων», ως θεμελιώδη περιορισμό, σε οποιαδήποτε συζήτηση για τροποποίηση στους νόμους για τις εκποιήσεις, στη βάση μιας συνοπτικής τεχνικής ανάλυσης των σχετικών πραγματικοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, ο Επίτροπος επεσήμανε τους κινδύνους που συνεπάγεται οποιαδήποτε τροποποίηση, η οποία δεν σταθμίζει, με ορθολογικό τρόπο, τις εν λόγω «εποπτικές ρυθμίσεις και απαιτήσεις».
Πιστεύετε πως είναι υπαρκτοί οι κίνδυνοι που είχαν επικαλεστεί η Κεντρική Τράπεζα, το υπουργείο Οικονομικών και οι τράπεζες σε περίπτωση αλλαγής του νομικού πλαισίου για τις εκποιήσεις;
Σε ό,τι αφορά στους κινδύνους που επικαλέστηκε τόσο η Κεντρική Τράπεζα όσο και το Υπουργείο Οικονομικών, σχετικά με τις συνέπειες της αλλαγής του νομικού πλαισίου για τις εκποιήσεις, στη βάση της γνωστής τροποποίησης, είναι βέβαιο ότι είναι όντως υπαρκτοί και πραγματικοί. Υπενθυμίζω αυτό που ανέφερα ήδη. Για τους εν λόγω κινδύνους, ο Επίτροπος μίλησε αναλυτικά και ευθαρσώς στη σύσκεψη του Προεδρικού, την οποία ανέφερα πιο πάνω, και προειδοποίησε ότι οι κίνδυνοι αυτοί θέτουν σαφείς περιορισμούς στη δυνατότητα αλλαγής του νομικού πλαισίου για τις εκποιήσεις. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι είναι αδύνατος ο συνολικός εξορθολογισμός του εν λόγω πλαισίου, ώστε να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικό και δικαιοκρατικό.
Στην ίδια σύσκεψη ο Επίτροπος επεσήμανε την ανάγκη λήψης άλλων μέτρων εξορθολογισμού του όλου συστήματος, μέσα από τη διαδικασία έγκαιρων και αποτελεσματικών αναδιαρθρώσεων καθώς και ενημέρωσης των πολιτών, σχετικά με τη δυνατότητα που τους προσφέρουν υφιστάμενοι νόμοι και θεσμοί, για την προστασία των συμφερόντων τους. Δυστυχώς, είναι γεγονός ότι η στάση των καταναλωτών -δανειοληπτών έναντι των προβλημάτων τους και της ορθολογικής αντιμετώπισής τους καθορίζεται σε μεγάλο βαθμόεκτός από τον χρηματοοικονομικό αναλφαβητισμό και από την εκτεταμένη άγνοια για τους θεσμούς. Εννοώ εκείνους τους θεσμούς που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τους ίδιους τους δανειολήπτες, για προστασία των συμφερόντων τους.
Έχετε καταθέσει κάποια σχετική πρόταση;
Σχετικά με το πιο πάνω, ο Επίτροπος έχει εισηγηθεί, σε διάφορες περιπτώσεις, τη δημιουργία και λειτουργία μίας ανεξάρτητης Υπηρεσίας Χρηματοοικονομικής Ενημέρωσης, κατά το πρότυπο του βρετανικού MONEY ADVICE SERVICE. Μια τέτοια Υπηρεσία δεν αντιμετωπίζει, βέβαια, το πρόβλημα του χρηματοοικονομικού αναλφαβητισμού (κάτι που απαιτεί μεσοπρόθεσμες -αν όχι μακροπρόθεσμες- προσεγγίσεις).
Ωστόσο, η συγκεκριμένη εισήγησή μου μπορεί να άρει αποτελεσματικά ορισμένες από τις επιπτώσεις του. Ιδίως να αντιμετωπίσει την άγνοια των πολιτών για υφιστάμενους θεσμούς και νόμους που υπάρχουν για την προστασία των συμφερόντων τους. Νοουμένου ότι ο ίδιος ο πολίτης προσφεύγει έγκαιρα σε αυτούς.
Τι θα συμβουλεύατε τους βουλευτές που θα επιδιώξουν στο μέλλον αλλαγή του νόμου για τις εκποιήσεις;
Ανενδοίαστα, η απάντηση στην ερώτησή σας αυτή είναι η λογική συνέπεια των όσων εξέθεσα, απαντώντας τις προηγούμενές σας ερώτησεις. Απαιτείται μία συνολική λύση, στη βάση της προσέγγισης που εξήγησα, η οποία να εδράζεται σε σεσοφισμένη αντίληψη της εποπτικής αναγκαιότητας και να οδηγεί στην ελαχιστοποίηση των εκποιήσεων, μέσα από μεγιστοποίηση του αποτελέσματος δίκαιων και ορθολογικών διαδικασιών αναδιάρθρωσης προβληματικών δανείων.
Επαναλαμβάνω, στόχος και σκοπός μας θα πρέπει να είναι η αποτροπή των εκποιήσεων, μέσα από ορθολογική και δικαιοκρατική διαδικασία αναδιαρθρώσεων των προβληματικών δανείων. Όχι η δικαστηριακή ανατροπή των εκποιήσεων, στην οποία, νομοτελειακά, οδηγεί η αποτυχία των εν λόγω διαδικασιών.
Στο προκαταρκτικό υπόμνημα, το οποίο κατέθεσα στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών, στις 4 Ιουλίου 2019, εξηγούσα τους παράγοντες που ευθύνονται για την αποτυχία των διαδικασιών αναδιάρθρωσης προβληματικών δανείων, στη βάση ποσοτικοποιημένης εμπειρίας έξι και πλέον ετών στον ρόλο του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου. Η απαρίθμηση των παραγόντων αυτών αποτελεί χρήσιμο αναλυτικό εργαλείο και ιδίως η κατανόησή τους.
Προς επίτευξη του πιο πάνω σκοπού, θα πρέπει η Βουλή να συνεργαστεί στενά με τους αρμόδιους θεσμούς και κυρίως με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, το Υπουργείο Οικονομικών και τη Γενική Εισαγγελία, αφού, βεβαίως, διαβουλευτεί κατάλληλα με τους εμπλεκόμενους κοινωνικούς εταίρους. Χρειαζόμαστε συγκροτημένη νομοθεσία, η οποία να προωθεί ορθολογικά και δίκαια σταθερότητα και όχι ad hoc μέτρα που παράγουν ψηφιδωτό νόμων, αντί λογικά συγκροτημένου νομικού συστήματος.
Σε ένα άλλο ζήτημα, έχουμε διαπιστώσει πως η Υπηρεσία σας έχει εντοπίσει πολλές παρατυπίες και κενά που αφορούν δάνεια του πρώην Συνεργατισμού. Δεν έχετε καταγγελίες κατά των άλλων εμπορικών τραπεζών; Γιατί αυτό;
Νομίζω ότι η απάντηση στο ερώτημα αυτό βρίσκεται στην Έκθεση της Ερευνητικής Επιτροπής για τον Συνεργατισμό. Στην εν λόγω Έκθεση, εντοπίστηκε και περιεγράφη ένας μηχανισμός παραγωγής κατά συρροή παρανομιών και ατασθαλιών, που αποτελούσαν κοινή πρακτική στο εν λόγω σύστημα, για δεκαετίες πριν από το 2013. Δηλαδή, το έτος κατά το οποίο ολοκληρώθηκε η διαδικασία κατάρρευσής του.
Οι «πολλές παρατυπίες και κενά που αφορούν δάνεια του πρώην Συνεργατισμού», οι οποίες αποκαλύφθηκαν από τον Επίτροπο, όπως αναφέρει η ερώτησή σας, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα στατιστικό αποτέλεσμα, ένα αξιόπιστο δείγμα καλύτερα, των όσων περιγράφει η Έκθεση της Ερευνητικής Επιτροπής, για γεγονότα και πρακτικές στο Συνεργατικό Πιστωτικό Σύστημα, πριν από το 2013, κυρίως.
Βεβαίως και έχουμε καταγγελίες κατά εμπορικών τραπεζών, και βεβαίως έχουμε εκδώσει αποφάσεις εναντίον τους. Όμως, οι παρανομίες που εντοπίζονται στον τομέα αυτό έχουν σαφέστατα διαφορετική συστηματικότητα, συχνότητα και επομένως έκταση από ό,τι στο πρώην συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα.
Κι ας μη ξεχνάμε ότι οι τράπεζες διαθέτουν άρτια οργανωμένα νομικά τμήματα και υπηρεσίες εσωτερικού ελέγχου, που μειώνουν αποφασιστικά την πιθανότητα εμφάνισης φαινομένων όπως στον Συνεργατισμό. Αυτό ουδόλως υπονοεί, κατ’ ανάγκη, ότι όλες οι εμπορικές τράπεζες είναι «αγγελούδια»!
Πηγή: «Ο Φιλελεύθερος»