Συνέντευξη στον Χρύσανθο Μανώλη
Στη συνέντευξή του στον «Φ», με την ευκαιρία της μεθαυριανής γενικής συνέλευσης της ΟΕΒ, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας, Αντώνης Αντωνίου, δεν τοποθετήθηκε με ένα «ναι» ή ένα «όχι» στην ερώτηση αν πρέπει η ΕΚΤ να σταματήσει την πολιτική αυξήσεων στα επιτόκια. Επισήμανε, όμως, ότι πριν από κάθε κίνηση πρέπει να προηγείται υπεύθυνη αποτίμηση των αντοχών του επιχειρηματικού οικοσυστήματος, εκτίμηση του γεωπολιτικού ρίσκου και σοβαρή ανάλυση αντικτύπου. Διότι, όπως τόνισε, η υπέρμετρη χρήση εργαλείων νομισματικής πολιτικής, για περιορισμό του πληθωρισμού, μπορεί να επιφέρει αστοχία σε μια τράπεζα και σε λίγες ώρες, με τη συνδρομή μιας κρίσης εμπιστοσύνης, να διασαλεύσει τον χρηματοπιστωτικό ιστό σε όλη την υφήλιο.
Στην ερώτηση αν συμφωνεί με το αίτημα για αύξηση και των καταθετικών επιτοκίων, απάντησε, πάλι χωρίς ένα «ναι» ή ένα «όχι», πως υπάρχει ανάγκη για διοχέτευση της πλεονάζουσας ρευστότητας, από τους κατόχους της, όχι σε νέες καταθέσεις, αλλά σε παραγωγικές επενδύσεις. Και κατέληξε λέγοντας ότι «όλα είναι θέμα ορθολογισμού και διαρκούς στάθμισης».
Κατά τον κ. Αντωνίου, η Κύπρος θα αποφύγει τον κίνδυνο ύφεσης, αλλά με μικρή ή αναιμική ανάπτυξη φέτος. Δεν συμφωνεί όμως ότι υπάρχει κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Χ. Ονουφρίου, Odyssey: Ο τυχοδιωκτισμός βλάπτει την κυβερνοασφάλεια
Κερδοφορία και δανεισμός
Πώς είδατε, κ. Αντωνίου, τις δημόσιες συστάσεις του υπουργού Οικονομικών προς τις τράπεζες για εφαρμογή μιας πιο φιλικής μεταχείρισης των δανειοληπτών, σε συνθήκες πληθωρισμού και διαδοχικών αυξήσεων στα επιτόκια; Καλώς έκανε τις συστάσεις; Υπάρχουν τρόποι να προχωρήσει πέραν των συστάσεων και να πιέσει πιο αποτελεσματικά για χαμηλότερα περιθώρια κέρδους των τραπεζών μέσω της επιτοκιακής πολιτικής τους και των χρεώσεων που επιβάλλουν;
Νομίζω ότι όλοι μάθαμε από την κρίση του 2011-2014 ότι οι επικερδείς τράπεζες συνιστούν αναγκαία, αν και όχι επαρκή, συνθήκη για εύρωστη και ισχυρή οικονομία. Η κερδοφορία είναι προφανώς αναγκαία γιατί χωρίς κερδοφόρες τράπεζες η ευστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας ενδέχεται να μπει σε περιπέτειες σε μια μελλοντική διεθνή κρίση εμπιστοσύνης, όπως αυτή που ενέσκηψε με την Credit Swiss και τη Silicon Valley Bank.
Όμως, η κερδοφορία των τραπεζών δεν είναι επαρκής από μόνη της – θα πρέπει να εξασφαλίζεται και η εύρυθμη χρηματοδότηση της επιχειρηματικότητας, με κόστος και όρους δανεισμού που να μπορούν να εξυπηρετούνται ομαλά, προκειμένου η πραγματική οικονομία να είναι εύρωστη και ισχυρή. Και αυτά τα δύο είναι συγκοινωνούντα δοχεία, καθώς τα τεκταινόμενα στο ένα επηρεάζουν άμεσα το άλλο.
Τυχόν επαχθείς όροι δανεισμού αναπόφευκτα επηρεάζουν αρνητικά την πιστωτική επέκταση, με ενδεχόμενες επιπτώσεις στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των τραπεζών ή και με τη δημιουργία κινδύνων για παραγωγή νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων. Αυτό είναι και η πιο ισχυρή δικλίδα ασφαλείας σε σχέση με την αύξηση των επιτοκίων και την εν γένει μεταχείριση των δανειοληπτών από τις τράπεζες: Διεξάγεται μια αέναη διεργασία αναζήτησης της λεπτής εκείνης γραμμής, όπου θα εξασφαλίζεται η επικερδότητα των τραπεζών χωρίς να στραγγαλίζεται η δραστηριότητα της πραγματικής οικονομίας.
Οι συστάσεις του υπουργού Οικονομικών έχουν αξία ως έκφραση της κυβερνητικής αποτίμησης των φαινομένων αλλά δεν μπορούν εύκολα να μεταβάλουν την πραγματικότητα. Εκκλήσεις προς την ίδια κατεύθυνση απευθύνει και η ΟΕΒ στις τράπεζες, οι οποίες είναι και μέλη μας, ιδιαίτερα για την επαναξιολόγηση των χρεώσεων που εισήχθησαν σε καθεστώς μηδενικών επιτοκίων και οι οποίες εν πολλοίς διατηρούνται αναλλοίωτες και τώρα, παρά τη δραστική αύξηση των επιτοκίων.
Συμφωνείτε ως ΟΕΒ με το αίτημα πολλών για αύξηση των καταθετικών επιτοκίων από τις τράπεζες;
Κατ’ αρχάς να συμφωνήσουμε ότι κατά κανόνα δάνεια λαμβάνουν αυτοί που στερούνται το αναγκαίο χρήμα τη δεδομένη στιγμή και καταθέσεις έχουν εκείνοι που την ίδια στιγμή έχουν πλεόνασμα ρευστότητας. Συνεπώς, η αύξηση των καταθετικών δεν ανακουφίζει κατ΄ ανάγκη την αύξηση των δανειστικών επιτοκίων, αφού άλλοι λαμβάνουν δάνεια και άλλοι προβαίνουν σε καταθέσεις.
Αντίθετα, μάλιστα, η αύξηση στο κόστος των καταθέσεων ενδέχεται να ασκήσει περαιτέρω πιέσεις στο σκέλος του κόστους των δανείων. Συνεπώς, θα πρέπει να γίνεται στάθμιση ανάμεσα στις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, σε συνάρτηση με την έκταση της ήδη μεγάλης ρευστότητας στο τραπεζικό μας σύστημα. Ταυτόχρονα, υπάρχει ανάγκη για διοχέτευση της πλεονάζουσας ρευστότητας από τους κατόχους της, όχι σε νέες καταθέσεις, αλλά σε παραγωγικές επενδύσεις.
Όπως ξέρουμε όλοι, δυστυχώς τα οικονομικά ζητήματα δεν είναι μονοσήμαντα και οι επιλεγμένες λύσεις στα διλήμματα δεν έχουν μόνο θετικές προεκτάσεις – ενίοτε έχουν και εξόχως οδυνηρές επιπτώσεις. Όλα είναι θέμα ορθολογισμού και διαρκούς στάθμισης.
Αν μπορούσατε ως ΟΕΒ και ευρύτερα ως επιχειρηματικός κόσμος να επηρεάσετε τις αποφάσεις της ΕΚΤ, τι θα κάνατε ως προς την πολιτική αύξησης των επιτοκίων για να μειωθεί ο πληθωρισμός; Θα ζητούσατε να συνεχιστούν οι αυξήσεις ή πρέπει να σταματήσουν εδώ;
Η στάθμιση που λέγαμε πριν, είναι διεργασία που αναγκαστικά επιτελείται κατά τρόπο συστηματικό στην ΕΚΤ. Στο ερώτημα σας, αν θα πρέπει να συνεχιστούν οι αυξήσεις των επιτοκίων, εδώ λοιπόν υπάρχουν δύο αντίθετες σχολές. Η μία σχολή (και αυτή της ΕΚΤ) υποστηρίζει ότι η αύξηση των επιτοκίων είναι η μοναδική επιλογή των Κεντρικών Τραπεζών για συγκράτηση του πληθωρισμού. Ωστόσο, διαπιστώνουμε εμπράκτως ότι δεν υπάρχει «φάρμακο» χωρίς παρενέργειες, ιδιαίτερα εάν η δοσολογία αστοχήσει ή η διάρκεια της φαρμακευτικής αγωγής υπερβεί το επιβαλλόμενο διάστημα. Έτσι, η άλλη σχολή υποστηρίζει ότι πρέπει τώρα να δοθεί χρόνος προσαρμογής, χωρίς περαιτέρω αυξήσεις.
Το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι αλληλοσυνδεδεμένο με τρόπο ανελαστικό και οι επιμέρους συνιστώσες του είναι έντονα αλληλεξαρτώμενες. Η υπέρμετρη χρήση εργαλείων νομισματικής πολιτικής για περιορισμό του πληθωρισμού, μπορεί να επιφέρει αστοχία σε μια τράπεζα και σε λίγες ώρες, με τη συνδρομή μιας κρίσης εμπιστοσύνης, να διασαλεύσει τον χρηματοπιστωτικό ιστό σε όλη την υφήλιο, παρά τις ενισχυμένες δικλίδες ασφαλείας που εισήχθησαν μετά τις περιπέτειες του 2008-2014.
Συνεπώς, πριν από κάθε κίνηση πρέπει να προηγείται υπεύθυνη αποτίμηση των αντοχών του επιχειρηματικού οικοσυστήματος, εκτίμηση του γεωπολιτικού ρίσκου, σοβαρή ανάλυση αντικτύπου και προσαρμογή των παραδοχών στις ασκήσεις προσομοίωσης των συστημικών τραπεζών.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Σ. Μιχαηλίδου: Κρατικές ενισχύσεις και ανταγωνισμός
Δύσκολη η ανάπτυξη με κόστος δανεισμού γύρω στο 5%
Σας ανησυχεί, κ. Αντωνίου, το ενδεχόμενο να διαψευστούν οι σημερινές εκτιμήσεις οικονομικών παραγόντων και αναλυτών ότι δεν θα περάσει σε περιοχή ύφεσης η Ευρωζώνη μέσα στο ’23; Είναι πιθανό να εδραιωθεί εντός του έτους μια κατάσταση στασιμοπληθωρισμού;
Οι εκτιμήσεις των αναλυτών σε ένα περιβάλλον με τόσο μεγάλη ρευστότητα και αβεβαιότητα είναι πρόδηλα επισφαλείς και η πρόβλεψη ότι η Ευρωζώνη θα αποφύγει την ύφεση ενδέχεται να διαψευστεί.
Όμως, κι αν ακόμα αποφευχθεί η ύφεση, η ανάπτυξη προβλέπεται αναιμική, ενώ εκείνο που έχει ανάγκη η Ευρώπη μετά από τα διαδοχικά σοκ που προκάλεσαν η πανδημία και ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία είναι μια ισχυρή ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να επιτευχθεί: Με το κόστος δανεισμού περίπου στο 5%, δεν υπάρχουν πολλές επενδύσεις που να αποδίδουν πέραν αυτού του ποσοστού, έτσι ώστε να δικαιολογείται η ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου.
Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την Κύπρο, οι εκτιμήσεις του επιτελείου της ΟΕΒ προβλέπουν ανάπτυξη πάνω από το 3% και πληθωρισμό γύρω στο 5%. Αυτά βεβαίως με την υπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν άλλες ανατροπές και «ατυχήματα», που θα καταστήσουν αναγκαία τη δραστική διαφοροποίηση των παραδοχών. Και υπό την προϋπόθεση ότι θα τρέξουν οι μεταρρυθμίσεις που θα αποδεσμεύσουν την παραγωγική δυναμική αλλά και ότι ο τουριστικός τομέας θα συνεχίσει τη θετική πορεία που προδιαγράφουν οι πρώτοι μήνες του έτους.
Σε σχέση πάντα με την Κύπρο, ουδόλως ανησυχούμε για δημιουργία συνθηκών στασιμοπληθωρισμού, όχι μόνο γιατί, όπως σας είπα, προβλέπουμε αξιόλογη ανάπτυξη αλλά και γιατί η ανεργία μας είναι πολύ χαμηλή και ταυτόχρονα υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό. Οι ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού, μαζί με το κόστος της ενέργειας και του χρήματος, αποτελούν το τρίπτυχο των σοβαρών προκλήσεων των επιχειρήσεων και της οικονομίας μας.
Είναι πολύ νωρίς να κριθεί η νέα Κυβέρνηση, όμως θα θέλαμε να ξέρουμε πώς εισπράξατε τις πρώτες τοποθετήσεις του Προέδρου και των αρμόδιων υπουργών για τα θέματα οικονομίας, ενέργειας, εμπορίου, κοινωνικής πολιτικής. Βλέπετε να υπάρχει συνέχεια σε σχέση με την προηγούμενη Κυβέρνηση ή διαπιστώνετε διαφοροποίηση προσανατολισμών;
Κάθε νέα αρχή μιας καινούργιας Κυβέρνησης είναι γεμάτη αισιοδοξία, θετική ενέργεια και πολλή διάθεση για δημιουργία. Τα ίδια στοιχεία παρατηρούμε από την πρώτη μέρα που ανέλαβε καθήκοντα και η Κυβέρνηση του Προέδρου Χριστοδουλίδη. Ο ευρύτερος προσανατολισμός του Προέδρου, όπως αναλύθηκε στη μακρά προεκλογική περίοδο, είναι ευρωπαϊκός και με σαφήνεια στραμμένος στη Δύση, με διάθεση αναπτυξιακή και νοοτροπία ορθολογική. Με αυτή την έννοια συνεπώς, διατηρείται στην ηγεσία του τόπου ένα πρόσημο αναπτυξιακής συνέχειας, που νομίζω ότι έχει ήδη εντοπιστεί και χαιρετιστεί και από τις αγορές.
Η δε επιλογή των υπουργών του στα παραγωγικά χαρτοφυλάκια που αναφέρατε, αντανακλούν το προφίλ που ο ίδιος ο Πρόεδρος έχει εμπεδώσει μέσα από τις τοποθετήσεις του. Το περίγραμμα των προθέσεων τους είναι αναπτυξιακά οριοθετημένο και με γνήσια κατανόηση των προβλημάτων και των προκλήσεων. Αναμένουμε δε, ότι μέσα από τη συστηματική διαβούλευση και συνεργασία με την ΟΕΒ, οι πρωτοβουλίες τους θα ενισχύουν την πραγματική οικονομία του τόπου.
Έχουμε ήδη πραγματοποιήσει εθιμοτυπικές συναντήσεις με όλα τα μέλη του Υπουργικού. Όσον αφορά τα υπουργεία στα οποία αναφέρεστε, με τους δύο εκ των τριών, Μάκη Κεραυνό και Γιώργο Παπαναστασίου, μάς συνδέει μακρά προϊστορία αγαστής συνεργασίας μέσα από τις προηγούμενες επαγγελματικές ή πολιτειακές τους ιδιότητες, ενώ με τον υπουργό Εργασίας ήδη κτίζεται μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Βεβαίως, και παρά τη συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων για επιτυχία στο έργο τους, όλοι θα κριθούν εκ του αποτελέσματος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Επιβάλλεται η Χρήση Υβριδικής Εργασίας εν έτη 2023
Όχι σε φόρο 15% σε όλες τις εταιρείες
Προς ποια κατεύθυνση πιστεύετε ότι πρέπει να κινηθεί η φορολογική μεταρρύθμιση; Ποια αιτήματα θα θέσει στον διάλογο αυτό η ΟΕΒ;
Είναι αυτονόητο ότι σε χώρες όπως η δική μας, με χαμηλή παραγωγική βάση, το φορολογικό περιβάλλον συνιστά σημαντική πτυχή του ευρύτερου επιχειρηματικού οικοσυστήματος. Ένα φιλικό στο επιχειρείν φορολογικό σύστημα, απλοποιημένο και διαφανές, προσθέτει αξία στην ανταγωνιστική πρόταση της χώρας, όταν προσπαθεί να προσελκύσει ποιοτικές επενδύσεις.
Το υφιστάμενο σύστημα είναι ήδη είκοσι ετών και έχει ανάγκη για μεταρρύθμιση και εκσυγχρονισμό. Η προσπάθεια αυτή δεν μπορεί να είναι αποσπασματική αλλά ολιστική και βασισμένη στις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Με τη βοήθεια εξειδικευμένου οίκου πρέπει να σχεδιάσουμε την πράσινη φορολογία, με εισαγωγή ισοδύναμων αντισταθμιστικών ελαφρύνσεων, που θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να διατηρήσουν τη βιωσιμότητα τους και τη χώρα την ανταγωνιστικότητα της.
Και βεβαίως δεν υπάρχει κανένας λόγος να γινόμαστε βασιλικότεροι του βασιλέως, αυξάνοντας την εταιρική φορολογία για όλες τις επιχειρήσεις στο 15%, όταν οι προθέσεις διεθνώς είναι να γίνει αυτό μόνο για επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 750 δισ. ευρώ.
Το θαύμα λειτουργεί ακόμα στην Κύπρο
Μεθαύριο Τρίτη πραγματοποιείται, κ. Αντωνίου, η ετήσια γενική συνέλευση της ΟΕΒ. Ποιο είναι το βασικό μήνυμα που θέλετε να στείλετε στην πολιτειακή ηγεσία;
Είναι αλήθεια ότι η ετήσια γενική συνέλευση (ΕΓΣ) της ΟΕΒ διεξάγεται για πρώτη φορά μετά το 2019 ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου και των άλλων πολιτειακών και πολιτικών αρχών της χώρας. Οι Γενικές Συνελεύσεις του 2020 και 2021 διεξήχθησαν χωρίς επίσημους προσκεκλημένους, λόγω του covid και το 2022 το επίσημο μέρος ακυρώθηκε λόγω του θανάτου της αείμνηστης υπουργού μας, Ζέτας Αιμιλιανίδου.
Σε αυτό το πανηγυρικό κλίμα, λοιπόν, μετά από τέσσερα χρόνια, το μήνυμα μου προς την ηγεσία είναι ότι με απεριόριστες δυνάμεις, με εντυπωσιακά αποθέματα ενέργειας και δημιουργικότητας, το επιχειρείν μπορεί να απογειώσει τη χώρα, αν ξεμπερδεύσουμε με τις στρεβλώσεις, αν προχωρήσουμε με τις μεταρρυθμίσεις και αν δώσουμε στην πραγματική οικονομία τα εργαλεία να δουλέψει επί ίσοις όροις με τους ανταγωνιστές μας.
Παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις, παρά τον πληθωρισμό και κόντρα σε όλες τις συντηρητικές προβλέψεις των παρατηρητών της οικονομίας μας, εμείς μπορούμε και κάνουμε το θαύμα στην Κύπρο να λειτουργεί ακόμα.
ΕΝΕΡΓΕΙΑ – ΑΠΕ
Καλή επιτυχία στη ΡΑΕΚ για το δύσκολο παζλ!
Πώς σας φάνηκε, κ. Αντωνίου, το νέο σχέδιο προώθησης των φωτοβολταϊκών για ιδίαν κατανάλωση; Συμφωνείτε ως ΟΕΒ με το μέτρο του virtual net billing, ώστε να μπορέσουν οι επιχειρήσεις με ενεργοβόρες δραστηριότητες να επενδύσουν για να παράγουν σε χαμηλές τιμές το ρεύμα τους; Ή μήπως συμφωνείτε περισσότερο με τους επιχειρηματίες της ενέργειας, που είναι και μέλη της ΟΕΒ, οι οποίοι ανησυχούν πως αν επεκταθεί η αυτοπαραγωγή σε επιχειρήσεις, τοπικές αρχές, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, οργανισμούς, θα πληγεί ο στόχος της δημιουργίας ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρισμού;
Τασσόμαστε υπέρ κάθε προσπάθειας της πολιτείας για ενθάρρυνση και προώθηση της χρήσης των ΑΠΕ προς όφελος των καταναλωτών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών, η οποία θα συμβάλει στον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπρόσθετα, ενισχύουμε τις προσπάθειες που καταβάλλει η χώρα για επίτευξη των εθνικών ενεργειακών στόχων για παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ και μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Από την άλλη, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το πολύ μικρό μέγεθος της χώρας, καθώς και το γεγονός ότι δεν έχουμε διασύνδεση με άλλες χώρες, δημιουργεί ιδιάζουσες προκλήσεις. Από την μια επείγει η εφαρμογή της ανταγωνιστικής αγοράς, αλλά από την άλλη κατανοούμε το αίτημα για την εφαρμογή του Virtual Net-Βilling, κυρίως στις επιχειρήσεις των οποίων ο περιορισμένος διαθέσιμος χώρος δεν τους επιτρέπει να εγκαταστήσουν ΦΒ σύστημα που να καλύπτει τις ανάγκες τους.
Το ζήτημα γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο με τα θέματα ευστάθειας του ηλεκτρικού διχτύου, καθώς και της ανάγκης αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας. Το όλο παζλ χρειάζεται μεγάλη προσοχή και εύχομαι κάθε επιτυχία στη ΡΑΕΚ να βρει τη χρυσή τομή.
Πώς αξιολογείτε τα δεδομένα στον διεθνή χώρο αναφορικά με την ενέργεια και την επιρροή της στον πληθωρισμό και την «κρίση βιοτικού επιπέδου» που παρατηρείται; Για παράδειγμα, πιστεύετε πως ο OPEC+ θα επιμείνει σε αύξηση των τιμών του πετρελαίου μέσω μειωμένης παραγωγής; Υπάρχει κίνδυνος να επιστρέψει η ενεργειακή κρίση στην ΕΕ, κατά το στάδιο της επικείμενης επαναδημιουργίας αποθεμάτων φυσικού αερίου για τον επόμενο χειμώνα;
Για να ξεκινήσω από το τελευταίο σκέλος του ερωτήματος σας, από τον Φλεβάρη του 2022 που έγινε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ανησυχίες της ηγεσίας της ΕΕ, όπως τις ανιχνεύαμε στα ευρωπαϊκά σώματα που συμμετέχουμε, δεν ήταν ο χειμώνας του 2022-2023 αλλά ο χειμώνας 2023-2024. Ο προηγούμενος χειμώνας πέρασε με την αξιοποίηση των φουλαρισμένων υποδομών αποθήκευσης φυσικού αερίου και με τη συνδρομή του ήπιου καιρού σε όλη την Ευρώπη. Η ανησυχία για τον επόμενο χειμώνα είναι δεδομένη αλλά τώρα πια η Ένωση είναι σαφώς πιο προετοιμασμένη για διαχείριση της κατάστασης.
Οι τιμές, περισσότερο του ΦΑ, αλλά και του πετρελαίου έχουν σε μεγάλο βαθμό διορθωθεί μετά την κορύφωση της ενεργειακής κρίσης, αλλά η μικρή ομάδα πετρελαιοπαραγωγών κρατών μπορεί να αυξομειώνει την παραγωγή, αυξομειώνοντας αντιστρόφως ανάλογα τις τιμές στις διεθνείς αγορές.
Είναι αλήθεια ότι η επενδυτική δραστηριότητα των διεθνών κολοσσών σε υποδομές και έργα που αφορούν τα ορυκτά καύσιμα έχει υποτονίσει τα τελευταία χρόνια, λόγω της έμφασης που αποδίδεται στην πράσινη μετάβαση και την προσφυγή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μετά τις εξελίξεις του πολέμου, που έφεραν τη μείωση της πρόσβασης στο ρωσικό ΦΑ και μέχρι την απόδοση των ανανεώσιμων ή εναλλακτικών μορφών, οι τιμές των ορυκτών καυσίμων θα ταλαιπωρούν την παγκόσμια οικονομία και θα έχουν αναπόφευκτα επιπτώσεις στον πληθωρισμό και το βιοτικό επίπεδο των πληθυσμών.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η πράσινη μετάβαση δεν είναι επιλογή αλλά επιβεβλημένη ανάγκη
ΑΤΑ – ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ
Αυξήσεις ναι, αλλά όχι… αυτόματα
Γιατί, ως εργοδοτικοί σύνδεσμοι, δεν αναγνωρίζετε την ανάγκη οι εργαζόμενοι να ανακτούν μέσω της ΑΤΑ ένα μέρος της αγοραστικής δύναμης του μισθού τους, που χάνεται από τον πληθωρισμό σε πολύ βασικά προϊόντα; Γιατί δεν σας ενοχλεί έμπρακτα που ένα πολύ μεγάλο μέρος των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα δεν λαμβάνει ΑΤΑ, ούτε άλλο αντιστάθμισμα στον πληθωρισμό; Είναι προτιμότερο να βιώνει και η Κύπρος τις απεργίες και την αναστάτωση που βιώνουν άλλα ευρωπαϊκά κράτη για τη διεκδίκηση αυξήσεων;
Εκείνο το οποίο ενοχλεί την ΟΕΒ είναι η αυτόματη αύξηση του μισθολογικού κόστους εξαιτίας του πληθωρισμού, χωρίς να συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την παραγωγικότητα και τις αντοχές της επιχείρησης ή του κλάδου. Από τη φύση της η ΑΤΑ δεν λαμβάνει υπόψη παράγοντες όπως παραγωγικότητα και ανταγωνισμό και, ως επακόλουθο, έμμεσα ανατροφοδοτεί τον πληθωρισμό, ενισχύοντας όχι την αγοραστική δύναμη των μισθών αλλά τη δυναμική αύξησης των τιμών, διαβρώνοντας περαιτέρω το βιοτικό επίπεδο των πολιτών.
Οι εργοδότες που δεν εφαρμόζουν ΑΤΑ, καταβάλλουν μεν μισθολογικές αυξήσεις στους εργαζόμενους, λαμβάνοντας όμως υπόψη όχι μόνο τον πληθωρισμό αλλά και την παραγωγικότητα, τα αποτελέσματα του έτους και τη συνεισφορά του κάθε εργαζόμενου χωριστά, στη βάση συστημάτων αξιολόγησης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι αυξήσεις μισθών κάθε χρόνο είναι σημαντικά ψηλότερες από την ΑΤΑ, αφού η διαρκής βελτίωση μισθών και ωφελημάτων είναι αναγκαία για προσέλκυση και διατήρηση των εργαζομένων σε μια επιχείρηση.
Σίγουρα παραμένουμε σταθερά υπέρ της εργασιακής ειρήνης και σίγουρα είμαστε υπέρ των αυξήσεων στο εργατικό δυναμικό. Οι αυξήσεις που δίνονται σε μια ελεύθερη και ανταγωνιστική οικονομία πρέπει να αντανακλούν μεταξύ άλλων και την προσφορά και ικανότητες του καθενός, και ταυτόχρονα την κατάσταση των οικονομικών κάθε οργανισμού. Η διαφορά μας όσον αφορά το σύστημα της ΑΤΑ έχει να κάνει με τον μηχανισμό, ο οποίος είναι οριζόντιος και μονολιθικός/ισοπεδωτικός.
Είμαι, όμως, αισιόδοξος ότι με τους εταίρους συνδικαλιστές και με τη συμβολή του υπουργού Εργασίας θα βρούμε εκείνη τη χρυσή τομή για να προχωρήσουμε χωρίς εργασιακή αναταραχή.
Συμπληρώνουμε το πρώτο τετράμηνο του 2023. Ποια είναι η αξιολόγηση της ΟΕΒ ως προς την εφαρμογή του διατάγματος για τον εθνικό κατώτατο μισθό; Συμμορφώθηκαν ικανοποιητικά όλα τα μέλη σας; Θα συμφωνούσατε σε έναρξη διαλόγου για αναθεώρηση του διατάγματος, ώστε να καθοριστούν συγκεκριμένες ώρες εργασίας, οι ίδιες σε όλους τους χώρους εργασίας, που θα δικαιολογούν την απόδοση του εθνικού κατώτατου μισθού;
Πρέπει να ομολογήσω ότι η αποτίμηση των πρώτων μηνών εφαρμογής του Εθνικού Κατώτατου Μισθού (ΕΚΜ) δικαιολογεί μείωση του βαθμού επιφυλακής για διαχείριση δυσμενών εξελίξεων. Το βραχυπρόθεσμο σοκ έχει απορροφηθεί ομαλά από τις επιχειρήσεις χωρίς αρνητικές παρενέργειες, που να είναι ανιχνεύσιμες σε εθνικό επίπεδο.
Ωστόσο, οι ενδεχόμενες μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της χώρας είναι νωρίς ακόμα για να αποτιμηθούν. Σε ό,τι αφορά τον βαθμό συμμόρφωσης των επιχειρήσεων με τις πρόνοιες του Διατάγματος, πρέπει να δεχτούμε ότι αυτός ήταν καθολικός και οριζόντιος.
Η δε εφαρμογή του ΕΚΜ χωρίς καθορισμό άλλων παραμέτρων δεν έχει προκαλέσει οποιαδήποτε δυσμενή μεταβολή των όρων ή συνθηκών απασχόλησης των επηρεαζομένων από τον ΕΚΜ εργαζομένων: Όσες ώρες δούλευαν πριν τον ΕΚΜ δουλεύουν και μετά, αλλά με ψηλότερες απολαβές, αν ήταν κάτω των 885 ή 940 ευρώ μηνιαίως. Και δεν υπάρχει κανένας αποχρών λόγος για να εισαχθούν ώρες εργασίας σε ένα τέτοιο Διάταγμα – με άλλους τρόπους συμφωνούνται ή ρυθμίζονται οι ώρες εργασίας.