Άλλα έταζε προεκλογικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε σχέση με τη φορολογική μεταρρύθμιση και άλλα θα εφαρμοστούν στην πράξη.

Κατά την προεκλογική περίοδο, ο Νίκος Χριστοδουλίδης είχε κάνει σημαία του την αύξηση του αφορολόγητου στις €24.500, από €19.500 που είναι σήμερα. Μάλιστα, τότε, υποστήριζε πως το μέτρο ήταν οριζόντιο, δηλαδή, για όλους τους φορολογούμενους και κοστολογημένο.

Μετά από δύο χρόνια μελετών και σχεδιασμών, οι εμπειρογνώμονες προτείνουν την αύξηση του αφορολόγητου μόνο κατά €1,000, ανεβάζοντας το στις €20,500. Παράλληλα, προτείνονται φορολογικές εκπτώσεις για νοικοκυριά με συνολικό ακαθάριστο εισόδημα έως €80.000, €1.000 σε κάθε σύζυγο/συμβίο, για κάθε παιδί έως 19 ετών (θηλυκό) ή 21 ετών (αρσενικό), €1.000 σε κάθε σύζυγο/συμβίο για κάθε φοιτητή έως 23 ετών (θηλυκό) ή 24 ετών (αρσενικό). Στη μεταρρύθμιση περιλαμβάνονται εισηγήσεις για την παραχώρηση εκπτώσεων για τις δόσεις εξυπηρετούμενου δανείου αγοράς πρώτης κατοικίας ή ενοικίου μέχρι €1500, σε κάθε σύζυγο/συμβίο.

Παράλληλα, γίνεται εισήγηση για φυσικά πρόσωπα, που αφορά εκπτώσεις για πράσινες αναβαθμίσεις του νοικοκυριού, μέχρι €1,000 σε κάθε σύζυγο/συμβίο, το έτος που γίνεται η αναβάθμιση, πχ. μέχρι πέντε έτη.

Όπως φαίνεται, δεν βγαίνουν οι αριθμοί και το αφορολόγητο δεν θα είναι τελικά €24,500 για όλους τους φορολογούμενους. Κάτι το οποίο έθιξαν και οι συνάδερφοι στη διακαναλική συνέντευξη για τα δύο χρόνια της διακυβέρνησης, αναφέροντας πως τελικά το αφορολόγητο δεν είναι στο ύψος που είχε ο κ. Χριστοδουλίδης υποσχεθεί προεκλογικά.

Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης, για να υπεραμυνθεί των εισηγήσεων των ειδικών σε σχέση με το αφορολογήτο, είπε πως με αυτές αυξάνεται πέραν των €24.500, αναφέροντας πως έχει να αντιμετωπίσει την υπογεννητικότητα και στεγαστικού. Όπως είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, γι’ αυτό τον λόγο αυξάνονται οριζόντια τα €1000 για όλους και αναλόγως των κριτηρίων (εισοδηματικά, σύνθεση οικογένειας και δάνεια) ανεβαίνουν πέραν των €24,500.

Κύριε Προέδρε, δυστυχώς τα μαθητικά δεν βγαίνουν, καθώς ουσιαστικά το αφορολόγητο θα είναι της τάξης των €20,500. Όπως φαίνεται από τις εισηγήσεις, μόνο εάν πληροί κάποιος τα κριτήρια θα μπορεί να επωφεληθεί μεγαλύτερης αύξησης του αφορολόγητου. Και αυτό την ώρα που οι μισθοί, ειδικά στην κρατική μηχανή, αυξάνονται λόγω της ΑΤΑ αλλά και της παραχώρησης αυξήσεων 1,5% στους εργαζόμενους.

Συνεπώς, με αυτά τα δεδομένα, στα περισσότερα νοικοκυριά ένας από τους δύο συζύγους/ συμβίους είναι κρατικός υπάλληλος, οι απολαβές του οποίου αυξήθηκαν το τελευταίο διάστημα, γι αυτό είναι πολύ πιο πιθανόν το συνολικό οικογενειακό εισόδημα να ξεπερνά το όριο που τίθεται, γι’ αυτό το αφορολόγητο θα περιοριστεί στις €20.500.

Όπως φαίνεται, δεν θα επιτευχθεί πλήρως η ενίσχυση της μεσαίας τάξης, η οποία, όπως είπε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατά την παρουσίαση της φορολογικής μεταρρύθμισης, αποτελεί το θεμέλιο της κάθε ευημερούσας και δημοκρατικής κοινωνίας.

Άλλη μια πτυχή που πρέπει να αναδειχθεί είναι πως με τις προτάσεις που κατατέθηκαν, το σύστημα θα γίνει πιο περίπλοκο, κάτι που θα αυξάνει τόσο το διοικητικό κόστος όσο και το κόστος για τους φορολογούμενους. Θα υπάρχουν περιπτώσεις που οι φορολογούμενοι θα χρειαστούν λογιστές, τους οποίους και θα πληρώσουν για να συμπληρώσουν τις φορολογικές τους δηλώσεις. Πέραν αυτών, όπως υποστηρίζουν φορείς της αγοράς, όταν ένα σύστημα είναι περίπλοκο, τόσο περίπλοκος θα είναι ο έλεγχος που θα γίνεται, με αποτέλεσμα σε κάποιες περιπτώσεις να υπάρχει ο κίνδυνος να είναι ελλειπής.

Ουσιαστικά, οι προτάσεις δεν στηρίζονται στις τέσσερις βασικές αρχές της φορολογίας που διατυπώνει ο Άνταμ Σμιθ στο έργο του «Ο Πλούτος των Εθνών». Συγκεκριμένα, οι τέσσερις κανόνες της δίκαιης φορολογίας είναι η αρχή της ισονομίας, η αρχή της βεβαιότητας, η αρχή της ευκολίας πληρωμής και η αρχή της αποδοτικότητας, οι οποίες με τις προτάσεις που βρίσκονται στον τραπέζι δεν φαίνεται να τηρούνται.

Κατά τον διάλογο που βρίσκεται σε εξέλιξη, θα ήταν καλό θα απαιτηθεί να περιληφθούν οι συγκεκριμένες τέσσερις αρχές για τη διαμόρφωση του νέου φορολογικού μετασχηματισμού στην Κύπρο, έτσι ώστε οι πολίτες να συμβάλουν στα φορολογικά βάρη ανάλογα με τις δυνατότητες τους, οι φορολογίες να καταβάλλονται με εύκολο τρόπο και η είσπραξη των φόρων να επιβαρύνει υπερβολικά το κράτος ή τους πολίτες.