Θα καταφέρουν, εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, να επιλύσουν αυτή τη φορά το ζήτημα των πολλαπλών συντάξεων και να αρθούν οι στρεβλώσεις που παρατηρούνται στο συνταξιοδοτικό των κρατικών αξιωματούχων ή πάλι το ζήτημα θα κριθεί στα Δικαστήρια;

Αυτό θα εξαρτηθεί από τη φόρμουλα που θα επιλεγεί για να ρυθμιστεί το ζήτημα. Θέληση, όπως διαμηνύουν, υπάρχει και από τις δύο πλευρές, ωστόσο η κάθε μια αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο το ζήτημα.

Η Κυβέρνηση, με τα νομοσχέδια που κατάθεσε στη Βουλή, υποστηρίζει πως με τις δικές της προτάσεις το φαινόμενο των πολλαπλών συντάξεων αντιμετωπίζεται με την κατάργηση της παροχής συνταξιοδοτικών ωφελήματα για τους κρατικούς αξιωματούχους που θα διοριστούν μετά την έγκριση του νόμου, μέσω της καταβολής φιλοδωρήματος. Μάλιστα, υποστηρίζει πως η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν επηρεάζει τους εν ενεργεία κρατικούς αξιωματούχους αλλά ούτε αυτούς που έχουν ήδη αφυπηρετήσει, καθώς ήδη έχουν κατοχυρώσει τα συνταξιοδοτικά τους ωφελήματα. Διαμηνύει, επίσης, πως η αναδρομικότητα στις ρυθμίσεις προσκρούει στο Σύνταγμα.

Από την άλλη, τα κόμματα, τα οποία διαφωνούν πλήρως με τις κυβερνητικές προτάσεις, καθώς με τις δικές τους προτάσεις νόμου θα καλύψουν και τους υφιστάμενους αξιωματούχους και βασίζονται σε παρόμοια ρύθμιση που έγινε για τους δημόσιους υπαλλήλους το 2012 και η οποία δεν έχει «πέσει» στο Δικαστήριο.

Ουσιαστικά, με τις κομματικές προτάσεις θα λαμβάνουν το ποσοστό της σύνταξης όπως κατοχυρώθηκε με την προηγούμενη νομοθεσία, που αντιστοιχεί στη θητεία που έκαναν. Δηλαδή η σύνταξη που θα κερδηθεί από τους Υπουργούς, Υφυπουργούς, βουλευτές και Δημάρχους από την 1.6.2026 και μετέπειτα θα καταβάλλεται στο 65ο έτος της ηλικίας τους (αυτή που θεμελιώθηκε προ της ημερομηνίας αυτής θα καταβάλλεται στο 60ο έτος, όπως προβλέπει σήμερα η νομοθεσία).

Από πλευράς της Κυβέρνησης υποστηρίζεται πως εάν εγκριθούν οι νομοθετικές ρυθμίσεις που προτείνουν τα κόμματα και επηρεάζουν τους υφιστάμενους αξιωματούχους, αυτές θα είναι νομικά ευάλωτες καθώς σε περίπτωση που κάποιος προσφύγει στη Δικαιοσύνη θα κριθεί ως αντισυνταγματική. Και είναι δεδομένο πως προσφύγει κάποιος στο Δικαστήριο, λόγω των προηγούμενων αποφάσεων.

Αφού και οι δύο πλευρές θέλουν να βρουν μια λύση στο πρόβλημα που προκαλεί το περί δικαίου αίσθημα, θα ήταν καλό στην αυριανή συνεδρία της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών να καθήσουν να βρουν μια φόρμουλα που θα ικανοποιεί τις προϋποθέσεις που θέτουν. Ας μην αναλωθούν για άλλη μια φορά σε ένα άκρατο λαϊκισμό και σε φωνασκίες για να γίνουν πιο αποδεκτοί στην κοινή γνώμη και ας ασχοληθούν με την ουσία, επιλύοντας το πραγματικό πρόβλημα που υπάρχει.

Δεν είναι ένας αγώνας για το ποιος θα πάρει τα εύσημα, αλλά η λύση που προτείνεται να είναι νομικά και συνταγματικά θωρακισμένη, για να μην επαναληφθεί η ιστορία με την προσφυγή των επηρεαζόμενων στη δικαιοσύνη. Είναι η ώρα που πρέπει να ληφθούν σωστές αποφάσεις, γιατί εάν πέσει και πάλι η νομοθεσία στο Δικαστήριο, είναι δεδομένο πως θα τους τα ψάλλουν και πάλι οι πολίτες. Και ένα δίκαιο θα το έχουν πάντως, καθώς οι προηγούμενες αποφάσεις τους οδήγησαν να είναι κάπως καχύποπτοι. Δεν είναι κακό, να εξεταστούν οι πρακτικές που εφάρμοσαν άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πάντως, μελέτη που διενήργησαν οι υπηρεσίες της Βουλής κατέδειξε πως η πλειοψηφία των χωρών έχει απαγορεύσει τις πολλαπλές συντάξεις, ενώ κάποιες από αυτές που συνεχίζουν να τις παρέχουν έχουν θέσει και αυστηρούς περιορισμούς. Δεν είναι πρώτη φορά που η Κύπρος ενσωμάτωσε το εθνικό της δίκαιο νομοθεσίες όπου εφάρμοσαν άλλες χώρες. Θα ήταν καλό να εξετάσουν τα μοντέλα των άλλων χωρών για να βρεθεί η πιο ορθή νομικά και συνταγματική φόρμουλα, η οποία θα άρει τις αδικίες, θα δίνει μια ισορροπία και να επιφέρει δικαιοσύνη.