Τελικά βολεύτηκαν όλοι, όπως φαίνεται, από την αποφυγή έγκρισης του νομοσχεδίου για ποινικοποίηση της μη καταβολής του φόρου εισοδήματος.

Πέρασαν δεκατρία χρόνια από την τελευταία φορά που είχε τεθεί για πρώτη φορά το ζήτημα της ποινικοποίησης της μη καταβολής του φόρου. Από τότε μεσολάβησαν πολλά γεγονότα, κυρίως από εξωγενείς παράγοντες, τα οποία συνέβαλαν σε κάποιο βαθμό στην απόσυρση ή περιθωριοποίηση του νομοσχεδίου.

Μετά τις εξελίξεις για τις φορολογικές οφειλές των ποδοσφαιρικών σωματείων, τα οποία είναι φορτωμένα με χρέη €35,5 εκατ. στο Τμήμα Φορολογίας και πέραν των €10 εκατ. στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η επαναφορά του συγκεκριμένου νομοσχεδίου είναι επιβεβλημένη, όχι βέβαια για να εφαρμοστεί μόνο για τα σωματεία αλλά για όλους όσοι χρωστούν στο κράτος. Δεν είναι αυτοσκοπός κάποιος να τιμωρηθεί είτε με ποινική δίωξη, είτε με την επιβολή χρηματικού προστίμου, είτε με τη λήψη άλλων εισπρακτικών μέτρων, όπως είναι η τοποθέτηση ΜΕΜΟ στα περιουσιακά στοιχεία ή η κατάσχεση των τραπεζικών λογαριασμών των οφειλετών. Ήταν όμως καιρός η ανοχή να σταματήσει.

Εάν διαχρονικά οι κυβερνήσεις δεν έκαναν τόσες δεκαετίες «πλάτες» στα σωματεία και σε άλλους φορολογούμενους, δεν θα συσσωρεύονταν χρέη εκατοντάδων ή και χιλιάδων εκατομμυρίων. Και τώρα που κινήθηκαν επιτέλους τα νήματα, κάποιοι διαμαρτύρονται. Συνεπώς, είναι επιβεβλημένο όσο πότε να επανέλθει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το οποίο αποσύρθηκε πριν από μερικά χρόνια λόγω των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν όταν αυτό συζητείτο στη Βουλή. Θα ήταν χρήσιμο, το κράτος, στο πλαίσιο της φορολογικής μεταρρύθμισης την οποία αναμένεται να ανακοινώσει τους επόμενους μήνες, να περιλάβει την συγκεκριμένη ρύθμιση, η οποία θα συμβάλει στην αύξηση των κρατικών εσόδων και παράλληλα θα ασκηθούν και πιέσεις στους στρατηγικά ασυνεπείς φορολογούμενους, οι οποίοι παρόλο που έχουν την οικονομική δυνατότητα συνειδητά δεν καταβάλλουν τους φόρους τους.

Πιθανό, υπό τον φόβο των αυστηρών ποινικών κυρώσεων, κάποιοι θα αλλάξουν νοοτροπίες και πρακτικές, καθώς τώρα θεωρούν πως δεν μπορεί να τους αγγίξει κανένας.

Πέραν του συγκεκριμένου μέτρου, θα πρέπει το κράτος να δώσει επιπρόσθετα όπλα στο Τμήμα Φορολογίας από αυτά που έχει τώρα στη διάθεση του, για να μπορεί να εισπράξει τις καθυστερημένες οφειλές. Επίσης, τα μέτρα να βασίζονται στα πρότυπα άλλων χωρών ενώ θα πρέπει να υπάρξει και απλοποίηση κάποιων διαδικασιών.

Την ίδια ώρα, το Υπουργείο Εργασίας θα πρέπει να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις του σε σχέση με το νομοσχέδιο που εκκρεμεί στη Βουλή από τον Μάρτιο του 2019, με το οποίο θα εφαρμόζονται τα εισπρακτικά μέτρα του Τμήματος Φορολογίας. Δηλαδή και στην περίπτωση των οφειλών προς τις κοινωνικές ασφαλίσεις, με το οποίο να μπορεί να γίνεται κατάσχεση και εκποίηση κινητής περιουσίας πριν από και μετά την έναρξη ποινικής διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου. Επίσης, προβλέπει την αποδοχή και εγγραφή εμπράγματου βάρους επί της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη.

Τα μέλη της Επιτροπής Εργασίας αναμένουν σχετική ενημέρωση από την Κυβέρνηση σε σχέση με τον περαιτέρω χειρισμό του θέματος, δηλαδή κατά πόσο το συγκεκριμένο θέμα εξακολουθεί να βρίσκεται στον σχεδιασμό της, καθώς το νομοσχέδιο είχε ετοιμαστεί επί προηγούμενης κυβέρνησης ή εάν θα το αποσύρει. Εκείνο που χρειάζεται είναι ότι, πέραν της ενίσχυσης των εισπρακτικών μέτρων στο Τμήμα Φορολογίας και στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, θα πρέπει να καλλιεργηθεί η κουλτούρα ότι νομικά και φυσικά πρόσωπα οφείλουν να συμμορφώνονται εμπρόθεσμα με τις υποχρεώσεις τους. Ίσως εάν εμπεδωθεί από όλους ότι επιτέλους πρέπει να είναι συνεπείς και εάν το κράτος κάνει τα αυτονόητα εφαρμόζοντας τον νόμο, να αλλάξουν πολλά.