Το πρώτο βήμα έγινε στην περασμένη Πέμπτη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία μετά από δύο χρόνια αποφάσισε να προχωρήσει στη μείωση των δανειστικών επιτοκίων.

Μετά από δέκα αυξήσεις, η μείωση των επιτοκίων ήταν 0,25%, δίνοντας μικρή ανάσα στους δανειολήπτες, οι οποίοι από το 2022 καταβάλλουν αυξημένες δόσεις δανείων. Η πρώτη μείωση των επιτοκίων, σε περίπτωση μεγάλου ποσού δανείου, θα κυμαίνεται μεταξύ €15 με €30 το μήνα.

Εάν αναλογιστεί κανείς πόσο έχουν αυξηθεί τα επιτόκια και κατά συνέπεια οι δόσεις των δανειοληπτών, η συγκεκριμένη μείωση θα είναι ελάχιστη, ενώ είναι άγνωστο εάν θα επέλθουν σύντομα και άλλες μειώσεις.

Υπενθυμίζεται πως η ΕΚΤ χρησιμοποίησε την αύξηση των επιτοκίων για να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό ο οποίος είχε χτυπήσει κόκκινο. Στην πορεία, όμως, ο πληθωρισμός μειώθηκε και παρά τη πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ, τα επιτόκια εξακολουθούν να βρίσκονται σε ψηλά επίπεδα.

Για παράδειγμα, εάν η μηνιαία δόση κάποιου δανειολήπτη αυξήθηκε κατά €200 τα €15 που θα κερδίσει από τη μείωση θα είναι ουσιαστικά ελάχιστη. Υπάρχουν εκτιμήσεις πως η μείωση των επιτοκίων θα γίνει με αργούς ρυθμούς και δεν θα αντανακλά στο ρυθμό με το οποίο αυξάνονταν τα επιτόκια. Δηλαδή, δεν θα μειώνονται με την ίδια ταχύτητα με αυτή που αυξάνονταν.

Μάλιστα, στην Κύπρο έχει διαφανεί πως όταν ανέβαιναν τα επιτόκια, η μετακύλιση τους στους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων ήταν σχεδόν διπλάσια από τον μέσο όρο την Ευρωζώνης.

Οι δανειολήπτες, πάντως, θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να συνέλθουν από την αύξηση των επιτοκίων. Να σημειωθεί πως τα δύο προηγούμενα χρόνια υπήρξε ραγδαία αύξηση των δανειστικών επιτοκίων, σε αντίθεση με τα καταθετικά επιτόκια τα οποία αυξήθηκαν ελάχιστα.

Πάντως, η πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ για μείωση των δανειστικών επιτοκίων σηματοδοτεί και τον τερματισμό της μικρής ανόδου στα καταθετικά επιτόκια.

Στο μεταξύ, για άλλη μια φορά ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός κάλεσε εκ νέου τις τράπεζες να αναλάβουν τις ευθύνες τους, τονίζοντας πως δεν μπορεί να συνεχιστεί η κατάσταση. Οι τράπεζες με πλεονάζουσα ρευστότητα και μεγάλη κερδοφορία, λόγω των αυξημένων επιτοκίων, θα ήταν καλό να προχωρήσουν σε κινήσεις καλής θέλησης.

Επιπρόσθετα, θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά το κόστος των οποίων αυξάνεται. Οι τιμές των προϊόντων αλλά των υπηρεσιών, συνεχίζουν να παραμένουν σε ψηλά επίπεδα.

Επίσης, οι τιμές των ενοικίων, λόγω της δυσκολίας πολλών πολιτών να αποκτήσουν κατοικία, ανέβηκαν σε πρωτόγνωρα για την Κύπρο επίπεδα.

Πέραν του 40% των εσόδων μιας οικογένειας δαπανάται για σκοπούς στέγασης. Αξίζει να σημειωθεί πως λόγω των ψηλών ποσοστών του πληθωρισμού που υπήρξε τα προηγούμενα χρόνια έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό η αγοραστική δύναμη των εργαζόμενων, πολλοί από τους οποίους είδαν πλήττονται και τα κεκτημένα τους.

Όλα αυτά συνθέτουν μια δύσκολη κατάσταση για τους πολίτες, η πλειοψηφία των οποίων δεν μπορούν να αποταμιεύσουν ούτε ένα σεντ. Μάλιστα, όσοι τυχεροί είχαν κάποια χρήματα στην άκρη παίρνουν από αυτά τα για μπορέσουν να βγάλουν το μήνα. Απαιτείται ένας σωστός και ολοκληρωμένος σχεδιασμός, για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και των ψηλών επιτοκίων.

Θα πρέπει να βρεθεί μια λύση έτσι ώστε τα έξοδα των νοικοκυριών να μην υπερβαίνουν από τα έσοδα που λαμβάνουν. Κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει ποιες άλλες επιπτώσεις θα προκύψουν από την αβεβαιότητα που προκαλούν οι γεωπολιτικές εξελίξεις και η ακρίβεια. Είναι ο καιρός για να υπάρξει δικαιότερη κατανομή των βαρών στην οικονομία.