Αν και εκκρεμεί ακόμα η ημερομηνία σύγκλησης της επιτροπής που διορίστηκε για αναπροσαρμογή του Εθνικού Κατώτατου Μισθού, η συζήτηση -τουλάχιστον στα τηλεοπτικά πάνελ- έχει ήδη αρχίσει και άρχισαν να φαίνονται οι διαφορετικές απόψεις εργοδοτών και συντεχνιών για το ζήτημα.
Με το συνδικαλιστικό κίνημα να τονίζει την ανάγκη λόγω της παρατεταμένης και γενικευμένης ακρίβειας για μια γενναία αναθεώρηση/αύξηση του Εθνικού Κατώτατου Μισθού, ο οποίος από φέτος υποτίθεται αφορά σχεδόν όλους τους εργαζόμενους και ιδιαίτερα τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας.
Την ίδια ώρα, με τις παρεμβάσεις τους οι εργοδοτικές οργανώσεις εκφράζουν από δικής τους πλευράς ενστάσεις, ζητώντας στοιχεία για τις επιπτώσεις που είχε ήδη η εφαρμογή του κατώτατου, που αύξησε σε κάποιες περιπτώσεις το μισθολογικό κόστος επιχειρήσεων, σε μια περίοδο που οι πληθωριστικές πιέσεις ήταν επίσης έντονες.
Στο τραπέζι του διαλόγου όμως, οι εργοδότες θέτουν κι άλλο ζήτημα, καθώς με τη νέα χρονιά προβλέπεται το μισθολογικό κόστος να αυξηθεί περαιτέρω, ανεξαρτήτως τυχόν αλλαγών στον Εθνικό Κατώτατο Μισθό. Όχι μόνο λόγω της ΑΤΑ, που θα δοθεί εκεί όπου καταβάλλεται, στο 66,7% της όποιας αύξησης καταγράψει ο πληθωρισμός, αλλά και λόγω αυξήσεων στις εισφορές προς το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Συγκεκριμένα, από 1/1/2024 οι εκατέρωθεν εισφορές εργοδότη και εργοδοτούμενου στις κοινωνικές ασφαλίσεις αυξάνονται κατά 0,6%, δηλαδή από 8,3% που ισχύει σήμερα σε 8,9%, επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργοδοτούμενου.
Εξέλιξη που για εργαζομένους που δεν λαμβάνουν ΑΤΑ σημαίνει πως δεν αποκλείεται να δουν τον μισθό τους με τον νέο χρόνο να μειώνεται ελαφρώς.
Αντίθετα, οι επιχειρήσεις θα δουν το δικό τους μισθολογικό κόστος να αυξάνεται. Είναι επομένως λογικό και δεν αποκλείεται το θέμα να συζητηθεί ως πακέτο.
Είναι επίσης λογικό να τεθούν στο τραπέζι αιτήματα για ελαφρύνσεις σε άλλες συνεισφορές των εργοδοτώνν κάτι που έχουν ήδη ζητήσει οι οργανώσεις τους εδώ και καιρό.
Στην εξίσωση, όμως, πρέπει να επικρατήσει η αρχή ότι τουλάχιστον ο εθνικός κατώτατος μισθός προστατεύει τους λιγότερο καλά αμειβόμενους, που με τη σειρά τους θα δουν να αυξάνονται οι εισφορές τους στις κοινωνικές ασφαλίσεις.
Το θετικό είναι πως, σε αντίθεση με την ΑΤΑ, ο υπουργός Εργασίας, αν και θα αναζητήσει συγκλίσεις, δεν θα περιμένει να υπάρξει πλήρης συμφωνία για αναθεώρηση του διατάγματος για τον εθνικό κατώτατο μισθό. Το αρνητικό, όμως, είναι πως ο διάλογος έχει ήδη κάπως αργήσει. Οπόταν, δεν αποκλείεται ο χρόνος που απομένει μέχρι το τέλος του χρόνου και με τα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα επί του εδάφους, να μείνουν ξανά εκτός συζήτησης άλλες παράμετροι που θέλουν να βάλουν στο τραπέζι οι συντεχνίες, όπως ο καθορισμός του Εθνικού Κατώτατου Μισθού και σε ωριαία βάση και ο καθορισμός συγκεκριμένου ωραρίου, η συμπερίληψη σε αυτόν της ΑΤΑ κι άλλα πολλά.
Ζητήματα που απασχολούν και το Εργατικό Συμβουλευτικό Σώμα, οπόταν δεν αποκλείεται ο διάλογος να γίνεται παράλληλα. Αν και το επικρατέστερο σενάριο είναι αρκετά ζητήματα να αφεθούν για ρύθμιση αργότερα. Ποια θα είναι αυτά, θα δείξει μάλλον το νέο διάταγμα.