Το ΥΠΟΙΚ ανησυχεί μήπως η Βουλή ανατρέψει και πάλι τους σχεδιασμούς του και υπονομεύσει τους δημοσιονομικούς στόχους

Μισοέκλεισε την περασμένη Πέμπτη το κεφαλαιώδης ζήτημα της επιβολής μειωμένου ΦΠΑ κατά την αγορά ή την ανέγερση κύριας κατοικίας, καθώς εγκρίθηκε από τη Βουλή με τις ευλογίες της Κυβέρνησης το νέο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο ωστόσο είναι υπό την αίρεση της Κομισιόν.

Η κυβέρνηση, όμως, δεν έχει ξεμπερδέψει, καθώς θα πρέπει να κλείσουν άλλα μεγάλα ζητήματα προτού η Βουλή ολοκληρώσει τις εργασίες της για τις  θερινές διακοπές, δηλαδή, μέχρι τα μέσα Ιουλίου. Ένα από τα ζητήματα για τα οποία καλείται να λάβει άμεσα αποφάσεις η Κυβέρνηση είναι η συνέχιση ή όχι των μέτρων στήριξης των καταναλωτών από την ακρίβεια. Τέλος του μήνα λήγει η νέα παράταση της μείωσης του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, καθώς και η επιδότηση του ηλεκτρικού ρεύματος.

Για το πρώτο μέτρο απαιτείται και η συναίνεση της Ολομέλειας της Βουλής. Ήδη ο ΔΗΣΥ έκανε την πρώτη κρούση, καλώντας την Κυβέρνηση να δώσει παράταση στα δυο μέτρα από την 1η Ιουλίου μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου. Μάλιστα, το κόμμα επικαλείται τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δυνατότητα παράτασης των μέτρων εκ νέου μέχρι και τις 30 Σεπτεμβρίου του 2023, τονίζοντας παράλληλα ότι κατά το τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς θα πρέπει να γίνει επαναξιολόγηση των μέτρων και να ληφθούν αποφάσεις, αφού προηγουμένως εξεταστούν το συνολικό ζήτημα του πληθωρισμού, καθώς και τα δημόσια οικονομικά.

Η κυβερνητική πλευρά, παρόλο που δεν έλαβε τις τελικές της αποφάσεις, θα εξετάσει τις επόμενες ημέρες κατά πόσο δικαιολογείται συνέχιση των δύο συγκεκριμένων μέτρων, τα οποία έχουν δώσει μια οικονομική ανάσα στα νοικοκυριά.  Δεν αποκλείεται το θέμα να συζητηθεί τις επόμενες ημέρες μεταξύ του Προέδρου της Δημοκρατίας και του υπουργού Οικονομικών. Ειδικά για τον φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα η Κυβέρνηση βρίσκεται στα δυο στενά, καθώς το συγκεκριμένο ζήτημα θα πρέπει να περάσει από τον σκόπελο της Βουλής. Τον περασμένο Απρίλιο, τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένων και των συγκυβερνώντων, άλλαξαν τους σχεδιασμούς της Κυβέρνησης και αποφάσισαν να συνεχίσουν την πολιτική της Κυβέρνησης Αναστασιάδη. Η Κυβέρνηση Χριστοδουλίδη είχε καταθέσει νομοσχέδιο για συνέχιση της μείωσης του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, ωστόσο με μείωση στο 50%. Από την άλλη, τα κόμματα με πρωτεργάτη τον ΔΗΣΥ, αποφάσισαν να συνεχιστεί η μείωση του φόρου στο 100%, όπως εφαρμοζόταν από την Κυβέρνηση Αναστασιάδη. Παρόλο που τα έσοδα του κράτους μειώθηκαν περισσότερο από όσο είχε υπολογιστεί από το ΥΠΟΙΚ, τελικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν προχώρησε σε αναπομπή του νόμου, καθώς εάν το έπραττε οι πολίτες θα σταματούσαν να λαμβάνουν οποιαδήποτε φορολογική μείωση.

Εκείνο, όμως, που προβληματίζει τον υπουργό Οικονομικών είναι κατά πόσο τα κόμματα θα του αλλάξουν και πάλι τους σχεδιασμούς του και θα αυξήσουν το δημοσιονομικό κόστος. Πάντως, εάν συνεχίσει η τακτική της αλλαγής των δημοσιονομικών στόχων, θα έρθει τούμπα ο προϋπολογισμός του κράτους, μέχρι το τέλος του έτους. Την ίδια ώρα, θα επιχειρηθεί να ρυθμιστεί και το ζήτημα των εκποιήσεων.

Ήδη αύριο θα συζητηθούν οι δύο προτάσεις νόμου του ΔΗΣΥ και του ΔΗΚΟ καθώς και του ΑΚΕΛ, με τις οποίες συμφωνεί το Υπουργείο Οικονομικών. Επίσης θα συζητηθεί και η πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ, της ΕΔΕΚ και της ΔΗΠΑ και κάποιων βουλευτών του ΔΗΚΟ για πρόσβαση των δανειοληπτών στη Δικαιοσύνη για αμφισβήτηση της εκποίησης. Με την πρόταση διαφωνεί η Κυβέρνηση, η οποία εκτιμά πως ίσως καταφέρει να αλλάξει την άποψη των κομμάτων με τις διαβεβαιώσεις που θα τους δώσει για την επικείμενη κατάθεση του νομοσχέδιου για το δικαστήριο των εκποιήσεων. Το συγκεκριμένο θέμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γι’ αυτό δεν θα πρέπει να ληφθούν βεβιασμένες αποφάσεις. Τόσο η Κυβέρνηση όσο και τα κόμματα θα πρέπει να σταματήσουν την κινδυνολογία και την αντιπαράθεση και να βρουν ισορροπημένες λύσεις προς όφελος των δανειοληπτών, των πιστωτών και της οικονομίας γενικότερα. Εάν οι δύο πλευρές συνεχίσουν την πρακτική του «γινατιού», δεν θα δοθεί καμιά λύση σε ένα τόσο σοβαρό θέμα.