Πριν την έκδοση απόφασης, το Δικαστήριο οφείλει να ακούσει όλους τους εμπλεκόμενους διάδικους. Για αυτό τον λόγο πρέπει να τους δίνεται η δυνατότητα να ενημερωθούν ότι εκκρεμεί εναντίον τους οποιαδήποτε υπόθεση. Για να επιτευχθεί η σωστή ενημέρωση επιβάλλεται η επίδοση των δικογράφων. Είναι σημαντικό η διαδικασία επίδοσης να γίνεται σωστά για τον λόγο ότι το πρόσωπο στο οποίο γίνεται η επίδοση πρέπει να είναι ενήμερο για τις δικαστηριακές ενέργειες που το αφορούν ώστε να μπορεί να παρευρεθεί και να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του ενώπιον του Δικαστηρίου και έτσι να εξασφαλιστεί ο σωστός τρόπος απονομής της  δικαιοσύνης. Η επίδοση λοιπόν είναι, η επίσημη παράδοση των δικαστηριακών εγγράφων από τον δικαστικό επιδότη (ή ιδιώτη επιδότη) στο πρόσωπο που αναγράφεται στα δικόγραφα. Επίσης, γίνεται και η επίδοση εξωδικαστηριακών εγγράφων σε εκείνες τις περιπτώσεις που αυτό είναι απαραίτητο.

Συνήθως, η πρακτική που ακολουθείται σχετικά με την επίδοση των δικαστηριακών εγγράφων είναι απλή. Ο επιδότης, προσωπικά, θα εντοπίσει το τόπο διαμονής του προσώπου και δι’ αφήσεως στα χέρια του των δικαστηριακών εγγράφων (για παράδειγμα, το κλητήριο ένταλμα, αιτήσεις δια κλήσεως κτλ.) θα ολοκληρώσει την επίδοση. Στην συνέχεια, θα προχωρήσει να συμπληρώσει την απόδειξη επίδοσης και την σχετική ένορκη δήλωση την οποία θα καταχωρίσει στον φάκελο της υπόθεσης ώστε η επίδοση να μπορεί να δικαιολογείται εγγράφως. Σε γενικές γραμμές, η επίδοση εντός Κύπρου γίνεται με τον παραπάνω τρόπο.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι υπάρχουν περαιτέρω λεπτομέρειες και διαφορετικά ζητήματα σχετικά με την επίδοση, αλλά σε αυτό το άρθρο θα αναφερθεί η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, συγκεκριμένα σε χώρες που δεν είναι κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε είναι κράτη μέλη της Σύμβασης της Χάγης και δεν έχουν συνάψει σχετική διμερή σύμβαση με την Κυπριακή Δημοκρατία.  

Συνήθως, για την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, θα ακολουθούσαμε τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, ειδικότερα τη Διαταγή 2 θεσμό 2 για την επίδοση στο εξωτερικό του κλητηρίου εντάλματος, την Διαταγή 5Α και την Διαταγή 6. Πιο συγκεκριμένα:

Δ.2 θ.2 «Κανένα κλητήριο ένταλμα για επίδοση εκτός Κύπρου, ή για το οποίο θα δοθεί ειδοποίηση εκτός Κύπρου, θα σφραγίζεται χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου ή Δικαστού» Ωστόσο, σε περιπτώσεις που σε μια Αγωγή υπάρχουν δύο και περισσότεροι Εναγόμενοι, μερικοί από του οποίους βρίσκονται στην Κύπρο, δεν χρειάζεται προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση κλητηρίου εντάλματος εφόσον έστω και ένας από τους διάδικους είναι εντός της δικαιοδοσίας.

Δ.5Α «Κάθε αίτηση στο Δικαστήριο ή σε δικαστή για διαταγή για υποκατάστατη ή άλλη επίδοση ή για αντικατάσταση της ειδοποίησης για επίδοση θα πρέπει να συνοδεύεται από ένορκη δήλωση που εκθέτει τους λόγους για τους οποίους υποβάλλεται η αίτηση.»

Δ.6 θ.1 «Με την επιφύλαξη του Άρθρου 15 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Κεφ. 11, η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας κλητηρίου εγγράφου ή ειδοποίησης κλήσης μπορεί να επιτραπεί από το Δικαστήριο ή από τον Δικαστή όταν:

α.           Το σύνολο του αντικειμένου της αγωγής είναι ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στην Κύπρο.

β.           Οποιαδήποτε πράξη, διαθήκη, σύμβαση, υποχρέωση ή ευθύνη που επηρεάζει ακίνητη περιουσία οποιουδήποτε είδους που βρίσκεται στην Κύπρο, η οποία επιδιώκεται να ερμηνευτεί, διορθωθεί, ακυρωθεί ή εκτελεστή σε αγωγή.

γ.            Επιδιώκεται οποιαδήποτε ελάφρυνση κατά οποιουδήποτε προσώπου που κατοικεί ή έχει την συνήθως διαμονή στην Κύπρο.

Οι πιο πάνω διαταγές και θεσμοί θα  αναλυθούν περαιτέρω στην συνέχεια. Η πλήρης λίστα με τις προϋποθέσεις για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας βρίσκεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.6 θ.1. 

Η επίδοση σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ρυθμίζεται από τον Κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ε.Κ. 1393/2007 περί Επιδόσεως και Κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη Δικαστικών και Εξωδίκων Πράξεων σε Αστικές ή Εμπορικές Υποθέσεις (“επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων”) . Επομένως, οι αρχές της  Κύπρου, ως κράτους- μέλους μπορεί στη βάση του ως άνω Κανονισμού να προχωρούν σε επιδόσεις σε όλες τις υπόλοιπες χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Υπάρχουν όμως αρκετές αγωγές που έχουν ως διάδικους πρόσωπα που δεν είναι ούτε κάτοικοι Κύπρου ούτε άλλου κράτους- μέλους τις Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η επίδοση ρυθμίζεται από την Σύμβαση της Χάγης. Μέλη της Σύμβασης της Χάγης, χώρες που έχουν δηλαδή υπογράψει, επικυρώσει ή προχωρήσει σε μία ή περισσότερες επι μέρους Συμβάσεις, είναι συνολικά 91 . Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μια από αυτές. Υπάρχουν ακόμα 65 χώρες, οι οποίες θεωρούνται ως συνδεδεμένα μέρη και είναι στην διαδικασία να ενταχθούν ως κανονικά μέλη της Σύμβασης.  Είναι, λοιπόν, εφικτή η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας σε περίπου 156 χώρες ακολουθώντας την σχετική διαδικασία.

Υπάρχουν όμως συνολικά 195 ανεξάρτητες χώρες σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών.  Επομένως, υπάρχει ένα κενό σε αυτό το σημείο το οποίο ρυθμίζεται με τις διμερείς συμβάσεις που συνάπτουν οι χώρες ξεχωριστά μεταξύ τους. Δηλαδή, η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί να συνάψει σχετική διμερή σύμβαση με τρίτη χώρα, ώστε η σχετική διαδικασία επίδοσης να επιτρέπεται αλλά και να ρυθμίζεται αναλυτικά.

Τί γίνεται όμως όταν μια χώρα δεν ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν έχει υπογράψει την Σύμβαση της Χάγης και ούτε έχει συνάψει διμερή σύμβαση με την Κυπριακή Δημοκρατία? Είναι μια αρκετά σπάνια περίπτωση αλλά-όχι απίθανη. Δηλαδή ένας από τους διάδικους να είναι κάτοικος μια χώρας που δεν συμμετέχει σε κανένα ανάλογο ρυθμιστικό πλαίσιο. Η αρχή της αμοιβαιότητας (principle of reciprocity/mutual reciprocity) θεωρείται ως μια λύση. Σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαιότητας, αυτή περιλαμβάνει την άδεια εφαρμογής των έννομων αποτελεσμάτων ειδικών νομικών σχέσεων, όταν αυτά τα αποτελέσματα γίνονται εξίσου αποδεκτά από αυτές τις ξένες χώρες.

Δηλαδή, εάν στην Κυπριακή Δημοκρατία η επίδοση έχει το ίδιο έννομο αποτέλεσμα όπως π.χ. και στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν που είναι μια τέτοια, μη συμβεβλημένη χώρα, τότε βάση της αρχής της αμοιβαιότητας, τα αποτελέσματα αυτά πρέπει να γίνουν αποδεκτά και στο Ιράν. Στο διεθνές δίκαιο, αμοιβαιότητα σημαίνει την εξασφάλιση συνθηκών/προϋποθέσεων ισότητας ως προς τις παρεχόμενες διευκολύνσεις/δικαιώματα και τον αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ των κρατών. Η αρχή αυτή έχει χρησιμοποιηθεί ως βάση για την άμβλυνση της εφαρμογής της αρχής της εδαφικότητας του νόμου. Θεωρητικά δηλαδή, για επίδοση σε τρίτες χώρες, ένα δικηγορικό γραφείο μπορεί να απευθυνθεί στο Υπουργείο Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας και να ζητήσει όπως αυτό προωθήσει την επίδοση στην τρίτη χώρα μέσω της διπλωματικής οδού.

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι η επίκληση στην αρχή της αμοιβαιότητας είναι γενική και χωρίς συγκεκριμένη νομική βάση. Η αποτελεσματικότητα της αρχής είναι μάλλον αβέβαιη και πιθανόν να μην επιφέρει καν το ζητούμενο που είναι η επίσημη επίδοση στον διάδικο, μιας και εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες. Ένας από αυτούς είναι εάν για παράδειγμα η επίδοση επιφέρει το ίδιο έννομο αποτέλεσμα στο Ιράν όπως και στην Κυπριακή Δημοκρατία. Άλλος παράγοντας είναι εάν οι αρμόδιες αρχές της χώρας θα συμφωνήσουν να προωθήσουν την επίδοση στην χώρα τους.

Είναι χρήσιμο εδώ να σημειωθεί ότι, πέρα από την επίκληση της αρχής της αμοιβαιότητας, η επίδοση σε χώρες που δεν είναι κράτη-μέλη της Ε.Ε, δεν έχουν υπογράψει την Σύμβαση της Χάγης και δεν έχουν συνάψει διμερή σύμβαση με την Κυπριακή Δημοκρατία, μπορεί να προχωρήσει εάν εκδοθεί σχετικό διάταγμα από το Δικαστήριο. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω Αίτησης στο Επαρχιακό Δικαστήριο ζητώντας την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας του κλητηρίου εντάλματος ή της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος μέσω των Κυπριακών Ταχυδρομείων ή μέσω της υπηρεσίας EMS DATAPOST.

Η Αίτηση θα βασίζεται πλέον νομικά στις Διαταγές 2 Θεσμό 2, Δ.5 Θ.1,9,10, Δ.5Α, Δ.6, Δ.39, Δ.48 Θ.1-3, 8 (1) (e)(f), (2), όπως επίσης και στο Άρθρο 3 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6 και το Άρθρο 21 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/1960.  Σε αυτή την περίπτωση η διαφορά είναι ότι το Υπουργείο Εξωτερικών δεν έχει κάποιο ρόλο στην όλη διαδικασία. Η δέσμη των εγγράφων απλά αποστέλνεται είτε με το Ταχυδρομείο είτε με την υπηρεσία EMS DATAPOST. Η ομοιότητα όμως και στις δύο περιπτώσεις είναι ότι δεν υπάρχει κάποια εγγύηση ότι η επίδοση θα είναι πετυχημένη. Τα έγγραφα μπορεί να μην επιδοθούν λόγω αδυναμίας εντοπισμού των αναφερόμενων προσώπων στην συγκεκριμένη διεύθυνση και, στην περίπτωση αυτή απλώς θα επιστραφούν πίσω.

Εν κατακλείδι, οποιαδήποτε διαδικασία επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας και να επιλεγεί, η αποτελεσματικότητα θα είναι αρκετά αμφίβολη. Η παραμικρή ένδειξη ότι ο διάδικος δεν εντοπίστηκε ή δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο για να παραλάβει τα δικαστηριακά έγγραφα, όπως γίνεται σε μερικές δικαιοδοσίες, θα έχει ως αποτέλεσμα την επιστροφή των εγγράφων στον αποστολέα με την σημείωση: “η επίδοση δεν κατέστη δυνατή”. H δυνατότητα ελέγχου και η αμεσότητα είναι δύο από τους κύριους παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματική επίδοση, παράγοντες που ατονούν σε μια επίδοση εκτός δικαιοδοσίας.

Κωνσταντίνος Καουσλιάδης, δικηγόρος, Ηλίας Νεοκλέους και ΣΙΑ ΔΕΠΕ