Μετά από περισσότερα από τρία χρόνια διαπραγματεύσεων, τα κράτη-μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) ενέκριναν συμφωνία-ορόσημο με στόχο την ενίσχυση της παγκόσμιας ετοιμότητας και της συντονισμένης αντίδρασης σε μελλοντικές πανδημίες.

Η συμφωνία επετεύχθη τις πρώτες πρωινές ώρες της Τετάρτης, κατά την τελευταία ημέρα ενός εντατικού γύρου διαβουλεύσεων στην έδρα του ΠΟΥ στη Γενεύη. Σύμφωνα με τον οργανισμό, το σχέδιο συμφωνίας θα τεθεί προς εξέταση στην επόμενη Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας τον Μάιο.

Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Δρ. Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεέσους, έκανε λόγο για «ιστορική στιγμή» και επεσήμανε ότι η συναίνεση που επετεύχθη όχι μόνο αποτελεί τη σημαντικότερη συμφωνία εδώ και μία γενιά για την παγκόσμια υγειονομική ασφάλεια, αλλά αποδεικνύει ότι η πολυμερής συνεργασία παραμένει ζωντανή.

Οι συνομιλίες είχαν διακοπεί για τρεις ημέρες και επανεκκίνησαν με καθυστερήσεις, κυρίως λόγω διαφωνιών γύρω από το άρθρο 11, που αφορά τη μεταφορά τεχνολογιών για την παραγωγή υγειονομικών προϊόντων. Αναπτυσσόμενες χώρες ζητούσαν υποχρεωτική μεταφορά τεχνογνωσίας, ενώ χώρες με ισχυρή φαρμακευτική βιομηχανία αντιπρότειναν εθελοντική βάση. Τελικά, τα μέρη κατέληξαν σε συμφωνία επί της αρχής της «αμοιβαία συμφωνημένης» τεχνολογικής μεταφοράς.

Η συμφωνία προβλέπει επίσης τη δημιουργία του Συστήματος Πρόσβασης σε Παθογόνους Παράγοντες και Καταμερισμού Πλεονεκτημάτων (Pathogen Access and Benefit-Sharing System – PABS). Στόχος είναι η γρήγορη ανταλλαγή δεδομένων και τεχνογνωσίας για παθογόνους παράγοντες, εμβόλια, τεστ και υγειονομικά προϊόντα, με σκοπό τη δίκαιη πρόσβαση και τη δημιουργία παγκόσμιου δικτύου εφοδιαστικών αλυσίδων.

Η συμφωνία χαρακτηρίστηκε από τη συμπρόεδρο των διαπραγματεύσεων και πρέσβειρα της Γαλλίας για την παγκόσμια υγεία, Αν-Κλερ Αμπρού, ως «ιστορική για την υγειονομική ασφάλεια, την ισότητα και τη διεθνή αλληλεγγύη».

Ο Δρ. Τέντρος επισήμανε ότι το κόστος της απραξίας απέναντι σε μελλοντικές πανδημίες μπορεί να είναι μεγαλύτερο και από έναν πόλεμο, καθώς ο ιός είναι «ο χειρότερος εχθρός».

Οι διαπραγματεύσεις πραγματοποιήθηκαν σε κλίμα εντεινόμενης κρίσης του πολυμερούς συστήματος και της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα της υγείας, ιδίως μετά τις περικοπές της αμερικανικής βοήθειας και την αποχώρηση των ΗΠΑ από τον ΠΟΥ.

Παρότι η Ουάσιγκτον απείχε επισήμως από τη διαδικασία, η επιρροή της ήταν αισθητή στις διαβουλεύσεις, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.

Η μη κυβερνητική οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα χαρακτήρισε τη συμφωνία «αποτέλεσμα συμβιβασμών, αλλά με θετικά στοιχεία», που μπορούν να οδηγήσουν σε πιο δίκαιη και ισότιμη αντιμετώπιση πανδημιών στο μέλλον.

protothema.gr