Έντονες διακυμάνσεις σημειώθηκαν στη συνεδρίαση της Τρίτης στη Wall Street, καθώς ο εμπορικός πόλεμος που έχει ξεκινήσει ο Ντόναλντ Τραμπ με τους βασικούς εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ συνεχίζει να προκαλεί νευρικότητα στην αγορά, χωρίς να διαφαίνεται άμεση αποκλιμάκωση.

Παρά το ενθαρρυντικό κλίμα από τις ανακοινώσεις τριμηνιαίων αποτελεσμάτων, οι επενδυτές εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί ως προς την ανάληψη περαιτέρω ρίσκου, περιοριζόμενοι στα κέρδη του προηγούμενου διημέρου. Ως αποτέλεσμα, οι βασικοί δείκτες έχασαν τα αρχικά τους κέρδη και δυσκολεύτηκαν να διατηρηθούν σε θετικό έδαφος.

Ο Dow Jones έκλεισε με πτώση 0,38% στις 40.368 μονάδες, ο S&P 500 υποχώρησε κατά 0,17% στις 5.396 μονάδες, ενώ ο Nasdaq κατέγραψε οριακή πτώση 0,05% στις 16.23 μονάδες.

Απουσία κατεύθυνσης παρατηρήθηκε και στην αγορά ομολόγων, με την απόδοση του 10ετούς να διαμορφώνεται στο 4,339%, ενώ του 2ετούς ενισχύθηκε στο 3,849%. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ επιχείρησε να υποβαθμίσει τη σημασία των πρόσφατων πωλήσεων κρατικών τίτλων, απορρίπτοντας φήμες για μαζικές ρευστοποιήσεις από ξένες κυβερνήσεις, κυρίως την Κίνα.

Παρά τη θετική επίδραση από τις ανακοινώσεις των τραπεζικών αποτελεσμάτων, η εμπορική αβεβαιότητα συνεχίζει να επιβαρύνει το επενδυτικό κλίμα. Ο Ντόναλντ Τραμπ κάλεσε την Κίνα να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται ταχεία εκτόνωση της σινοαμερικανικής σύγκρουσης. Τα συνεχή μπρος-πίσω με τους δασμούς εντείνουν την αστάθεια.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το Πεκίνο ζήτησε από τις κινεζικές αεροπορικές εταιρείες να μην παραλάβουν νέα αεροσκάφη από τη Boeing, κλιμακώνοντας την ένταση, ενώ ελάχιστη πρόοδος έχει καταγραφεί στις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η αυξανόμενη αβεβαιότητα γύρω από την αμερικανική εμπορική πολιτική και η μεταβλητότητα στις αγορές έχουν εντείνει την ανησυχία των επενδυτών. Έρευνα της Bank of America καταγράφει το υψηλότερο επίπεδο απαισιοδοξίας για τις οικονομικές προοπτικές των τελευταίων τριών δεκαετιών, χωρίς αυτό να αντικατοπτρίζεται ακόμα πλήρως στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια, γεγονός που ενδέχεται να σηματοδοτεί περαιτέρω απώλειες για τις αμερικανικές μετοχές.

Ο Μάικλ Χάρτνετ και η ομάδα του σημειώνουν ότι οι διαχειριστές κεφαλαίων είναι «εξαιρετικά απαισιόδοξοι για τα μακροοικονομικά δεδομένα, αλλά όχι πλήρως απαισιόδοξοι για την αγορά», επισημαίνοντας πως ο «κορυφαίος φόβος» δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί με στροφή προς τα μετρητά, κάτι που θεωρούν κρίσιμο για την επόμενη φάση της αγοράς.

Ο Άντονι Σαγκλιμπένε της Ameriprise δήλωσε πως «συστήνουμε στους επενδυτές να μην κάνουν βεβιασμένες υποθέσεις για τον τελικό αντίκτυπο των δασμών στην οικονομία ή στα εταιρικά κέρδη», προτείνοντας προετοιμασία για διαφορετικά σενάρια, από αργή έως θετική ανάπτυξη ή και πιθανότητες επιβράδυνσης.

Σε επίπεδο μετοχών, θετικό ρόλο διαδραμάτισε η καλή πορεία των τραπεζών, με την Bank of America και την Citigroup να ανακοινώνουν αποτελέσματα τριμήνου ανώτερα των προσδοκιών, εξισορροπώντας μερικώς τις πιέσεις στην αγορά.

protothema.gr