Οι προτάσεις και οι προσπάθειες του Λευκού Οίκου να υπάρξει σύγκλιση και να γίνουν βήματα που θα φέρουν Ρωσία και Ουκρανία στο σημείο να υπογραφεί συνθήκη οριστικής κατάπαυσης του πυρός δεν αποδίδουν.

Η προεκλογική δέσμευση Τραμπ πως «θα τελειώσω τον πόλεμο σε 24ωρες», μετατράπηκε αρχικά στο «ο πόλεμος θα τελειώσει στις πρώτες 100 ημέρες μου στο οβάλ γραφείο» και σήμερα μοιάζει και αυτό απίθανο ως σενάριο.

Η Ρωσία από τη μία «αποκρούει» με τη χρήση «βαριάς διπλωματίας» κάθε αμερικανική πρόταση για κατάπαυση του πυρός και από την άλλη χτυπά καθημερινά όχι μόνο ενεργειακές υποδομές των Ουκρανών αλλά και αστικό ιστό.

Στο τελευταίο πλήγμα στο Χάρκοβο, περισσότεροι από 35 άμαχοι έχασαν την ζωή τους, πέντε από αυτούς παιδιά, όπως αναφέρουν οι ουκρανικές αρχές.

Και η Ουκρανία όμως πλήττει σημεία εντός ρωσικών εδαφών, βάζοντας ξεκάθαρα στο στόχαστρο ενεργειακές υποδομές για τις οποίες είχε συμφωνήσει επί της αρχής με τις ΗΠΑ να σταματήσει να πλήττει.

Η κατάσταση παραμένει στο επίπεδο που την παρέλαβε ο Τραμπ από τη διοίκηση Μπάιντεν και καθημερινά αποδεικνύεται πως ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα εξαιρετικά απαιτητικό εγχείρημα και όχι ένα διαπροσωπικό ζήτημα που ο Πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να λύσει με ένα (ή και δύο) τηλέφωνα στο Κρεμλίνο.

Την ίδια στιγμή οι ΗΠΑ εξακολουθούν να επιμένουν στη στρατηγική πίεσης μόνο προς το Κίεβο, στέλνοντας πίσω τη συμφωνία για τις σπάνιες γαίες με τους όρους που είχαν αρχικά πριν από ενάμισι μήνα προτείνει στον Ζελένσκι και δεν έλαβαν ποτέ ουκρανική υπογραφή.

Η Ουάσιγκτον την ίδια στιγμή μιλά ακόμη για χαλάρωση των κυρώσεων προς τη Ρωσία, η οποία όμως δεν προβληματίζεται τόσο από την Αμερικανική όσο από την Ευρωπαϊκή πλευρά…

Μεγάλη κινητικότητα αλλά και διχασμός στην Ευρώπη

Από την πλευρά της η Ευρώπη έχει «τρέξει» περισσότερο από όλους τους μετέχοντες στον πόλεμο της Ουκρανίας, εν πολλοίς λόγω των Αμερικανικών πιέσεων.

Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Γηραιάς Ηπείρου, έχει λάβει τη στρατηγική απόφαση να επιστρέψει στις αμυντικές επενδύσεις και μάλιστα με τρόπο σαρωτικό ενώ και οι Γαλλία – Βρετανία προωθούν μία αμιγώς ευρωπαϊκή πρόταση για το σήμερα και το αύριο στα ανατολικά της ηπείρου.

Οι χώρες της Βαλτικής επανεξοπλίζονται με ταχύτατους ρυθμούς και αποχωρούν από συμφωνίες δεκαετιών τόσο για τα όπλα διασποράς όσο και τις νάρκες κατά προσωπικού.

Παράλληλα η Πολωνία εμφανίζεται σήμερα ανοιχτή ακόμη και στο ενδεχόμενο να εξοπλιστεί με πυρηνικά όπλα ενώ και θεσμικά η Κομισιόν έχει ανακοινώσει κεφάλαια που ξεπερνούν τα 600 δισεκατομμύρια ευρώ και αλλαγές στους εθνικούς προϋπολογισμούς με τις αμυντικές δαπάνες των κρατών μελών να εξαιρούνται.

Η κινητικότητα από την πλευρά της Ευρώπης δεν είναι πάντως «ανέφελη». Ιταλία και Ισπανία εμφανίζονται αρνητικές στο σενάριο που προωθούν Μακρόν και Στάρμερ για την αποστολή ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία την επόμενη ημέρα μίας συμφωνίας για Ειρήνη ως απτή εγγύηση ασφαλείας ενώ οι Ισπανοί εμφανίζονται αρνητικοί και στην αύξηση των αμυντικών τους δαπανών…

Η Πρωθυπουργός της Ιταλίας Μελόνι αποτελεί θα αποτελέσει πάντως μεγαλύτερο «αγκάθι» για τα επόμενα κοινά ευρωπαϊκά βήματα καθώς εσχάτως δήλωσε πως «η Ένωση θα πρέπει να συνταχθεί απόλυτα με την γραμμή Τραμπ και θα πρέπει να πιέσει το Κίεβο αντί να το επανεξοπλίσει».

Εάν στις παραπάνω ενστάσεις προστεθούν οι «παραδοσιακές» των Εσθονία και Ουγγαρία που ξεκάθαρα και από την αρχή του πολέμου τάσσονται υπέρ του Κρεμλίνου και δεν έχουν πρόβλημα να απειλούν με χρήση βέτο ακόμη και για την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ουκρανία, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για ένα μπλοκ ήδη τεσσάρων από τις 27 της Ένωσης που έχουν ήδη ξεκινήσει να εκφράζουν ανοιχτά προβληματισμό.

Προς παρόν αυτό το μικρό μπλοκ το οποίο δεν είναι συμπαγές δεν μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στον προγραμματισμό αλλά δεν είναι απίθανο να επιχειρήσει να πιέσει για αλλαγή κατεύθυνσης ή και όρων στο επόμενο διάστημα.

Από protothema.gr