Η κυβέρνηση του Ισραήλ αποφάσισε την απομάκρυνση του Ρόνεν Μπαρ από τη θέση του επικεφαλής της Σιν Μπετ, της υπηρεσίας εσωτερικής ασφαλείας και αντικατασκοπείας της χώρας, μετά από πρόταση του πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος δήλωσε ότι έχει χάσει κάθε «εμπιστοσύνη» προς το πρόσωπό του.

«Η κυβέρνηση ενέκρινε ομόφωνα την πρόταση του πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου να τερματιστεί η θητεία» του Ρόνεν Μπαρ, αναφέρεται σε ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου. Ο Μπαρ θα αποχωρήσει από τη θέση του μόλις οριστεί ο διάδοχός του και το αργότερο έως τις 10 Απριλίου.

Σε επιστολή του προς τα μέλη της κυβέρνησης, ο Νετανιάχου υπογράμμισε ότι υπάρχει «απώλεια κάθε επαγγελματικής και προσωπικής εμπιστοσύνης ανάμεσα στον πρωθυπουργό και στον διευθυντή της υπηρεσίας», γεγονός που, όπως αναφέρει, «εμποδίζει την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό να ασκήσουν αποτελεσματικά τις εξουσίες τους και καταφέρνει πλήγμα στις επιχειρησιακές δυνατότητες της υπηρεσίας και της κυβέρνησης».

Η απώλεια εμπιστοσύνης επιδεινώθηκε «κατά τη διάρκεια του πολέμου, πέραν της επιχειρησιακής αποτυχίας της 7ης Οκτωβρίου, ιδίως τους τελευταίους μήνες», προστίθεται στην επιστολή, αναφερόμενη στην πρωτοφανή επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ που οδήγησε στην έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας.

Ο Ρόνεν Μπαρ, ο οποίος είχε διοριστεί στη θέση τον Οκτώβριο του 2021 με πενταετή θητεία, είχε δηλώσει πριν την επίσημη απόφαση ότι θα υπερασπιστεί τον εαυτό του στα «προσήκοντα όργανα» του κράτους.

Σε επιστολή του προς την κυβέρνηση, που δημοσιεύτηκε από ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, ο Μπαρ υποστήριξε ότι η καθαίρεσή του, την οποία είχε προαναγγείλει ο Νετανιάχου την Κυριακή, υπαγορεύτηκε από το «προσωπικό συμφέρον» του πρωθυπουργού και στόχο είχε να «εμποδίσει τις έρευνες για τα γεγονότα που οδήγησαν στην 7η Οκτωβρίου και άλλες σοβαρές υποθέσεις που εξετάζονται το τρέχον διάστημα από τη Σιν Μπετ».

Η αναγγελία της απομάκρυνσής του προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Η αντιπολίτευση έκανε λόγο για «απειλή στη δημοκρατία», ενώ χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν έξω από την κατοικία του Νετανιάχου στην Ιερουσαλήμ και αργότερα έξω από την Κνέσετ, το ισραηλινό κοινοβούλιο, όπου συνεδρίαζαν οι υπουργοί.

Ο Μπαρ είχε αφήσει να εννοηθεί πως θα αποχωρούσε πριν τη λήξη της θητείας του, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την αποτυχία της Σιν Μπετ να αποτρέψει την επίθεση της Χαμάς.

Εσωτερική έρευνα της Σιν Μπετ, που δημοσιοποιήθηκε στις 4 Μαρτίου, εντόπισε σοβαρές αδυναμίες στη συλλογή και ανάλυση πληροφοριών που θα μπορούσαν να είχαν αποκαλύψει το σχέδιο της Χαμάς. Η έκθεση ασκεί επίσης κριτική στην κυβέρνηση και έμμεσα στον ίδιο τον πρωθυπουργό, αναφέροντας ότι η πολιτική κατευνασμού απέναντι στη Χαμάς «επέτρεψε» την ανάπτυξη «εντυπωσιακού οπλοστασίου» από την παλαιστινιακή οργάνωση.

Στην επιστολή του, ο Μπαρ χαρακτήρισε τις αιτιάσεις του Νετανιάχου «γενικές» και «αόριστες», διατυπωμένες «λακωνικά», και υποστήριξε πως αποσκοπούν στο να «αποκρύψουν τα κίνητρα» της καθαίρεσης. Επέκρινε επίσης «συγκρούσεις συμφερόντων» του πρωθυπουργού, κάνοντας ειδική αναφορά στην «περίπλοκη, ευρεία και πολύ ευαίσθητη» έρευνα για συνεργάτες του Νετανιάχου, που φέρονται να έλαβαν χρηματικά ποσά από το Κατάρ — υπόθεση που τα ισραηλινά ΜΜΕ ονομάζουν «Καταργκέιτ».

Η αποπομπή του Μπαρ συνέπεσε χρονικά με την επανέναρξη, τα ξημερώματα της Τρίτης, μαζικών αεροπορικών βομβαρδισμών και «στοχευμένων» χερσαίων επιχειρήσεων στη Λωρίδα της Γάζας, μετά από δίμηνη κατάπαυση του πυρός.

Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου ανέλαβε προσωπικά την ευθύνη για την απόφαση επανέναρξης των στρατιωτικών επιχειρήσεων, με στόχο, όπως δήλωσε, την άσκηση πίεσης στη Χαμάς για την απελευθέρωση των 58 ομήρων που παραμένουν κρατούμενοι στη Γάζα.

Εξαιρετικά σπάνια δημόσια παρέμβαση έκανε και ο Ισραηλινός πρόεδρος Ισαάκ Χέρτσογκ, ο οποίος εξέφρασε χθες Πέμπτη την ανησυχία του για την επανέναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων, επισημαίνοντας ότι το Ισραήλ διέρχεται κρίση που ενδέχεται να βλάψει την «ανθεκτικότητα του έθνους».

ΑΠΕ-ΜΠΕ