H προσέγγιση της τουρκικής πολιτικής πραγματικότητας με «δυτικούς» όρους είναι λανθασμένη ως προς την εξαγωγή των όποιων συμπερασμάτων. Η Τουρκία είναι μια πολύ ιδιαίτερη χώρα στην οποία οι πολιτικοί όροι που ισχύουν αλλού δεν έχουν μεγάλη σημασία. Ειδικά στο εθνικό – εθνικιστικό επί του προκειμένου κομμάτι.

Αυτό που αφορά την Ελλάδα και την Κύπρο. 

Σαφώς και ως δημοκρατικές κοινωνίες οφείλουμε να συντασσόμαστε με τη δημοκρατία και ενάντια στο φρούτο της εποχής την εμφάνιση αυταρχικών ή απολυταρχικών καθεστώτων ως «κανονικές», δημοκρατικές και ελεύθερες πολιτείες. Το πόσο αντιδημοκρατικές είναι δεν επηρεάζει πολύ την ουσία. Οι δημοκρατίες σαφώς και έχουν προβλήματα άλλες είναι πιο κοντά στον εγκυκλοπαιδικό προσδιορισμό του όρου και άλλες όχι. 

Είτε είναι όμως, είτε δεν είναι. 

Η Τουρκία δεν είναι. Για την ακρίβεια, εξαιρουμένων μερικών χρόνων κατά τα οποία ο Ερντογάν προσπαθούσε να πείσει ότι ήθελε όντως την ένταξη στην Ευρώπη ή καλύτερα, ήταν έτοιμος να καταβάλει το μεγάλο τίμημα που χρειαζόταν, τη δημοκρατία, η Τουρκία ποτέ δεν υπήρξε μια δημοκρατική χώρα. Ο Κεμαλισμός είχε περισσότερα κοινά με τον εθνικοσοσιαλισμό από ότι με τη δημοκρατία, υπάρχουν δε αδιάσειστες  αποδείξεις ότι αποτέλεσε πρότυπο για τους εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ στη Γερμανία ως προς την επιβολή των σχεδίων τους. 

Παρενθετικά, για όποιον ενδιαφέρεται για αυτό το θέμα υπάρχει και το συναρπαστικό όσο και αρκούντως τρομακτικό, ομολογώ, βιβλίο «Ατατούρκ και Ναζί», ενός από τους καλύτερους σήμερα ιστορικούς για την Τουρκία, του Γερμανού Στέφαν Ίριγκ (Stefan Ihrig). Κυκλοφορεί, εάν δεν εξαντλήθηκε και στα ελληνικά. 

Στην Τουρκία λοιπόν, ποτέ δεν υπήρξε δημοκρατία και η πεποίθηση ότι μια μέρα οι Τούρκοι απλώς θα οδηγηθούν σ’ αυτήν είναι μια απολύτως αφελής θέση την οποία ομολογώ ότι ασπάστηκα και εγώ νεότερος για χρόνια. Σε όλες τις στιγμές της ύπαρξής του τουρκικού κράτους, από το 1923 μέχρι σήμερα, δημοκρατία υπήρχε για όσους συντάσσονταν με το Βαθύ Κράτος της χώρας. Και όσους μπορούσαν να συνταχθούν μ’ αυτό.

Διότι ο Κεμαλισμός ως δόγμα πρωτίστως εθνικιστικό, θεωρούσε την όποια εθνική ή εθνοτική διαφορετικότητα ως απειλή και ως τέτοια τη μεταχειριζόταν πάντοτε. Από τα μαζικά εγκλήματα της πρώτης περιόδου της ύπαρξής του εναντίον των μειονοτήτων, τις φυλακίσεις, τις εκτοπίσεις και τις αρπαγές των περιουσιών τους μέχρι τα Σεπτεμβριανά και την καταστροφή ουσιαστικά της μειονότητας των Ρωμιών της πόλης από έναν αναδυόμενο, τότε, λόγω και των διεθνών πολιτικών και οικονομικών μεταπολεμικών εξελίξεων λαϊκού τύπου εθνικισμό. Για την ικανοποίηση μαζών οι οποίες μέχρι τότε βρίσκονταν, ως «υποδεέστερα» στρώματα φτωχών, στο περιθώριο της κεμαλικής ελίτ και των λεγόμενων Λευκών Τούρκων, η δημοκρατία στην Τουρκία αφορούσε λίγους.

Ο ερχομός των ισλαμιστών και η απαραίτητη για την επικράτησή τους μεταμφίεση σε «σύγχρονους» και σε «δημοκράτες» έδωσε μια σχεδόν δημοκρατική εικόνα στην Τουρκία και όντως για όσους βρεθήκαμε για εκεί, αυτό ένιωθε κανείς. Αρχικά. Ελεύθερος βέβαια, αναλόγως του ποιος ήσουν και τι ήσουν, ένιωθες και ενωρίτερα. Μπορεί το να ένιωθες και αργότερα και σήμερα, αν δεν σου αρέσει ο απολύτως δυτικός τρόπος ζωής τον οποίο σιγά – σιγά αλλά μεθοδικά καταπνίγει έκτοτε ο Ερντογάν.

Αυτή η για κάποια χρόνια σχεδόν ελεύθερη Τουρκία, δεν έχει καμία σχέση με την Τουρκία του σήμερα. 

Ήταν μια βιτρίνα πίσω από την οποία οι ισλαμιστές με τις δεκάδες των δισεκατομμυρίων που τους διοχέτευε το Κατάρ, έφτιαχναν υποδομές, έκαναν τη χώρα πολύ προσβάσιμη στις μάζες κερδίζοντας φανατικούς οπαδούς, όχι μόνο ανάμεσα στους θρησκευόμενους αλλά και σε άλλα κοινωνικά στρώματα. Από την πρώτη φορά που πήγα στην Τουρκία τη δεκαετία του ’90 μέχρι και την τελευταία πριν από τρία χρόνια μεσολάβησαν δεκάδες ταξίδια και ένα τρίμηνο σχεδόν μόνιμης διαμονής για να προχωρήσω με τα τουρκικά μου. Σ΄ αυτό το διάστημα είδα όλη την αλλαγή. Από τη μία μια χώρα να αλλάζει, να εκσυγχρονίζεται υλικά και την ίδια ώρα να σκοτεινιάζει απίστευτα.

Σε ένα από τα τελευταία μου ταξίδια θυμάμαι ότι το λεωφορείο από το αεροδρόμιο της Άγκυρας στην πόλη, σταμάτησε ξαφνικά σε έναν αστυνομικό σταθμό όπου μέλη της πολιτοφυλακής μπήκαν μέσα πήραν τις ταυτότητες ή τα διαβατήρια όσων ήταν Τούρκοι ή είχαν τουρκικά επώνυμα και επέστρεψαν μετά από αρκετή ώρα για να συνεχίσουμε. Μέχρι να φύγω με είχαν σταματήσει άλλες τρεις φορές αστυνομικοί για να δουν ποιος είμαι και τι γυρεύω εκεί. 

Στην Κωνσταντινούπολη είναι σαφώς πιο χαλαρά τα πράγματα αλλά και πάλι, είναι όσα το μάτι εκ πρώτης όψεως βλέπει. 

Ο Εκρέμ Ιμάμογλου δεν διαφέρει σε κάτι. Σαφώς και ως δημοκράτες τασσόμαστε ενάντια σε τέτοια φαινόμενα καταπάτησης των ελευθεριών και καταστολής της δημοκρατίας, όμως είναι πραγματικά αφέλεια να νομίζει κανείς ότι η εκλογή του Ιμάμογλου θα αλλάξει κάτι ως προς την Τουρκία που μας αφορά εμάς. 

Μάλιστα, εάν αλλάξει κάτι η Τουρκία των κεμαλικών πολύ πιθανόν να είναι πολύ χειρότερη, πολύ πιο εθνικιστική, πολύ πιο σκληρή και πολύ πιο απρόβλεπτη. Αυτό μας δείχνει και το παρελθόν της.

Και είναι το ίδιο λάθος που κάναμε και παλιά με τον Ερντογάν. Η Τουρκία είναι ένας άλλος κόσμος τον οποίο οφείλουμε να τον διαβάζουμε ως αυτό που είναι, όχι ως αυτό που εμείς θα θέλαμε να είναι.

Και η κινητήριος δύναμή του είναι ένα βαθύ κράτος τα πρόσωπα του οποίου αλλάζουν αλλά τέτοιο παραμένει. Αυτό καθορίζει και απέναντι στη νοοτροπία αυτού είναι που βρισκόμαστε εμείς. Όχι γιατί το θέλουμε απαραίτητα αλλά διότι είμαστε απλώς κάτι άλλο από αυτό. 

Αυτό αποζητά την Γαλάζια Πατρίδα αυτό καθορίζει τις γραμμές στα ενεργειακά και όλα τα άλλα. 

Ξανά: Κάθε άνθρωπος που πιστεύει στη δημοκρατία σαφώς και καταδικάζει όσα συμβαίνουν με τον Ιμάμογλου. Την ίδια όμως, έχει τεράστια αμφιβολία εάν αυτό που θα φέρει εκείνος και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα των κεμαλικών θα είναι καλύτερο. Το παρελθόν και το παρόν δείχνουν πως κάτι τέτοιο είναι πόθος ευσεβής.