Εξαντλημένοι και εμφανώς αδυνατισμένοι, οι αστροναύτες Σάνι Γουίλιαμς και Μπατς Γουίλμορ επέστρεψαν στη Γη μετά από 286 ημέρες στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό (ISS), με εμφανή τα σημάδια της μακροχρόνιας έκθεσης σε συνθήκες μικροβαρύτητας.
Η αποστολή τους, που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2023, επρόκειτο να διαρκέσει μόλις 10 ημέρες, ωστόσο τεχνικά προβλήματα καθυστέρησαν την επιστροφή τους. Τελικά, προσθαλασσώθηκαν στον Κόλπο του Μεξικού με κάψουλα της SpaceX, καθώς το αρχικό τους όχημα επέστρεψε στη Γη χωρίς πλήρωμα.
Οι πρώτες εικόνες από την έξοδό τους από την κάψουλα δείχνουν δύο ανθρώπους με «ρουφηγμένα» πρόσωπα, εμφανή σημάδια κόπωσης και, στην περίπτωση της 59χρονης Γουίλιαμς, γκρίζα μαλλιά, καταδεικνύοντας τις σοβαρές επιπτώσεις που είχε η παραμονή τους στο Διάστημα.
Σοβαρές αλλαγές σε όραση, εγκέφαλο και σκελετό
Η μικροβαρύτητα προκαλεί μεταβολές στα υγρά του σώματος, οδηγώντας σε οίδημα του οπτικού νεύρου και αλλαγές στο σχήμα των ματιών. Σύμφωνα με τη NASA, το 70% των αστροναυτών αντιμετωπίζει προβλήματα όρασης, που μπορεί να γίνουν μόνιμα μετά από παρατεταμένη έκθεση στο Διάστημα.
Παράλληλα, η αυξημένη πίεση μέσα στο κρανίο, το στρες και η έλλειψη ύπνου επηρεάζουν τη γνωστική λειτουργία. Έρευνες δείχνουν ότι οι αστροναύτες παρουσιάζουν μειωμένη ταχύτητα αντίδρασης, προβλήματα μνήμης και συγκέντρωσης, καθώς και διαταραχές στην αντίληψη ρίσκου.
Σε επίπεδο φυσικής κατάστασης, η έλλειψη βαρύτητας προκαλεί σοβαρή μυϊκή ατροφία και απώλεια οστικής πυκνότητας. Οι αστροναύτες χάνουν έως και 50% της δύναμής τους σε έξι μήνες, ενώ η επαναφορά των μυών μπορεί να διαρκέσει εβδομάδες. Η οστική απώλεια, ωστόσο, είναι συχνά μη αναστρέψιμη.
Επίδραση στην καρδιά, το δέρμα και το ανοσοποιητικό
Η καρδιά, όπως και οι υπόλοιποι μύες, ατροφεί λόγω της μειωμένης ανάγκης για έντονη κυκλοφορία του αίματος. Παράλληλα, η μικροβαρύτητα λεπταίνει την επιδερμίδα κατά 20%, περιορίζοντας τη φυσική αναγέννηση του δέρματος, ενώ οι αστροναύτες αναφέρουν συχνά εξανθήματα και πιο αργή επούλωση τραυμάτων.
Η μειωμένη βαρύτητα επηρεάζει επίσης την κατανομή των υγρών στο σώμα. Περισσότερα από 5 λίτρα υγρών μετακινούνται προς το κεφάλι, προκαλώντας πρήξιμο στο πρόσωπο και κάνοντας τα πόδια να φαίνονται πιο αδύναμα. Αυτή η αλλαγή στη ροή του αίματος αυξάνει τον κίνδυνο θρόμβωσης, που μπορεί να χρειαστεί θεραπεία στη Γη.


Αυξημένη έκθεση στην ακτινοβολία και κίνδυνοι για το DNA
Παρά τη θωράκιση του ISS, οι αστροναύτες εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα ακτινοβολίας. Σύμφωνα με μετρήσεις, μέσα σε μία εβδομάδα στο Διάστημα απορροφούν την ίδια ποσότητα ακτινοβολίας που θα δέχονταν στη Γη σε ένα ολόκληρο έτος.
Αυτή η έκθεση μπορεί να προκαλέσει βλάβες στο DNA, αυξάνοντας τον κίνδυνο καρκίνου και νευρολογικών διαταραχών. Η μακροχρόνια παραμονή στο Διάστημα είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η επιστημονική κοινότητα για μελλοντικές αποστολές σε Άρη και άλλους πλανήτες.


Αποκατάσταση στη Γη: Ένα μακρύ ταξίδι επιστροφής
Η NASA εφαρμόζει πρωτόκολλα αποκατάστασης που διαρκούν τουλάχιστον 45 ημέρες. Στο πρώτο στάδιο, οι αστροναύτες επικεντρώνονται στην αποκατάσταση της ισορροπίας και της κινητικότητάς τους, καθώς μετά από μήνες σε μηδενική βαρύτητα δυσκολεύονται να σταθούν και να περπατήσουν.
Στη συνέχεια, ακολουθούν προγράμματα ενδυνάμωσης για την αποκατάσταση της μυϊκής και καρδιαγγειακής λειτουργίας, ενώ το τελευταίο στάδιο περιλαμβάνει έντονες σωματικές δραστηριότητες, όπως βάρη και αναρρίχηση, για την πλήρη επαναφορά τους.
Ωστόσο, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι οι επιπτώσεις της μακροχρόνιας διαστημικής παραμονής μπορεί να συνοδεύουν τους αστροναύτες για πάντα, ειδικά όσον αφορά την οστική πυκνότητα, την όραση και την κυκλοφορία του αίματος.
Η αποστολή της Γουίλιαμς και του Γουίλμορ προσφέρει πολύτιμα δεδομένα για την προετοιμασία μελλοντικών, ακόμα πιο παρατεταμένων διαστημικών αποστολών.