Η χερσαία εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο μετρά δύο εβδομάδες, την ώρα που ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή οδεύει προς το δεύτερο έτος του. Οι εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός έχουν αυξηθεί μετά την αεροπορική επιδρομή στη Βηρυτό το βράδυ της Πέμπτης και τον τραυματισμό ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ στο νότιο Λίβανο από ισραηλινά στρατιωτικά πυρά.
Νέα επίθεση πραγματοποιείται στην Τζαμπάλια, στη βόρεια Γάζα, παρά τις επίμονες εκκλήσεις για τερματισμό της σύγκρουσης και εκεί. Οι σύμμαχοι του Ισραήλ προτρέπουν αυτοσυγκράτηση, καθώς η χώρα ετοιμάζεται να προβεί σε αντίποινα κατά του Ιράν, μετά την επίθεση με τους βαλλιστικούς πυραύλους.

Γιατί ο Νετανιάχου ακολουθεί τον δικό του δρόμο
Ωστόσο, το Ισραήλ θα συνεχίσει να ακολουθεί το δικό του δρόμο και να αντιστέκεται σε αυτή την πίεση, λόγω τριών παραγόντων, σύμφωνα με το BBC : Την 7η Οκτωβρίου (όταν η Χαμάς εξαπέλυσε την πρώτη πολύνεκρη επίθεση), τον Μπενιαμίν Νετανιάχου και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το BBC υπενθυμίζει ένα σοβαρό γεγονός του παρελθόντος. Τον Ιανουάριο του 2020 όταν ο Ιρανός στρατηγός Κασέμ Σουλεϊμανί προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης με νυχτερινή πτήση από τη Δαμασκό. Ο Σουλεϊμανί ήταν ο επικεφαλής της διαβόητης ιρανικής Δύναμης Quds, μιας επίλεκτης, μυστικής μονάδας του Σώματος των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν.
Η ομάδα ήταν υπεύθυνη για τον εξοπλισμό, την εκπαίδευση, τη χρηματοδότηση και την καθοδήγηση δυνάμεων αντιπροσώπων στο εξωτερικό, στο Ιράκ, τον Λίβανο, τα Παλαιστινιακά Εδάφη και όχι μόνο. Εκείνη την εποχή, ο Σουλεϊμανί ήταν ίσως ο δεύτερος ισχυρότερος άνθρωπος στο Ιράν, μετά τον ανώτατο ηγέτη, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ. Καθώς η αυτοκινητοπομπή του Σουλεϊμανί έφευγε από το αεροδρόμιο, καταστράφηκε από πυραύλους που εκτοξεύτηκαν από μη επανδρωμένο αεροσκάφος και τον σκότωσαν ακαριαία.
Παρά το γεγονός πως το Ισραήλ παρείχε πληροφορίες για να βοηθήσει στον εντοπισμό ενός από τους μεγαλύτερους εχθρούς του, το μη επανδρωμένο αεροσκάφος ανήκε στις ΗΠΑ.
Η εντολή για τη δολοφονία είχε δοθεί από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και όχι από τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου. «Δεν ξεχνώ ποτέ ότι ο Μπίμπι Νετανιάχου μας απογοήτευσε», θα έλεγε αργότερα ο πρώην πρόεδρος Τραμπ σε ομιλία του αναφερόμενος στη δολοφονία του Σουλεϊμανί.
Σε άλλη συνέντευξη, ο Τραμπ άφησε επίσης να εννοηθεί ότι περίμενε από το Ισραήλ να διαδραματίσει πιο ενεργό ρόλο στην επίθεση και παραπονέθηκε για τον Νετανιάχου. Ενώ η περιγραφή των γεγονότων από τον Τραμπ αμφισβητείται, εκείνη την εποχή πιστεύεται ότι ο Νετανιάχου, ο οποίος επαίνεσε τη δολοφονία, ανησυχούσε ότι η άμεση ισραηλινή εμπλοκή θα μπορούσε να προκαλέσει μια μεγάλης κλίμακας επίθεση εναντίον του Ισραήλ, είτε από το Ιράν, είτε από το Λίβανο και τα Παλαιστινιακά Εδάφη. Το Ισραήλ διεξήγαγε έναν σκιώδη πόλεμο με το Ιράν, αλλά κάθε πλευρά φρόντιζε να κρατήσει τις μάχες εντός συγκεκριμένων ορίων, από φόβο μήπως προκαλέσει την άλλη σε σύγκρουση, μεγαλύτερης κλίμακας.
Περίπου 4 χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 2024, ο ίδιος Μπέντζαμιν Νετανιάχου διέταξε ισραηλινά αεροσκάφη να βομβαρδίσουν ένα κτίριο στο διπλωματικό συγκρότημα του Ιράν στη Δαμασκό, σκοτώνοντας μεταξύ άλλων δύο Ιρανούς στρατηγούς.
Στη συνέχεια, τον Ιούλιο, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ενέκρινε τη δολοφονία του Φουάντ Σουκρ, του κορυφαίου στρατιωτικού διοικητή της Χεζμπολάχ, σε μια αεροπορική επιδρομή στη Βηρυτό. Η απάντηση του σημερινού προέδρου των ΗΠΑ φέρεται να ήταν έντονη και ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έμεινε εμβρόντητος από το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός του Ισραήλ ήταν διατεθειμένος να κλιμακώσει μια σύγκρουση την οποία ο Λευκός Οίκος προσπαθούσε να τερματίσει εδώ και μήνες.
Αυτό που ξεχωρίζει ωστόσο τα δύο περιστατικά είναι πως η 7η Οκτωβρίου 2023 ήταν η πιο αιματηρή ημέρα στην ιστορία του Ισραήλ και μια πολιτική, στρατιωτική και πληροφοριακή αποτυχία καταστροφικών διαστάσεων. Αυτό που ενώνει τις δύο στιγμές, ωστόσο, είναι ότι ο Νετανιάχου αψηφά τη θέληση ενός Αμερικανού προέδρου.
Γιατί θέλει να συνεχίσει τον πόλεμο ο Νετανιάχου
Η σφοδρότητα της επίθεσης της Χαμάς κατά του Ισραήλ, ο αντίκτυπος στην ισραηλινή κοινωνία και το αίσθημα ασφαλείας της, έδειξαν πως αυτός ο πόλεμος θα ήταν πάντα διαφορετικός από οποιαδήποτε άλλη πρόσφατη σύγκρουση. Για μια αμερικανική κυβέρνηση που διοχετεύει όπλα αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων στο Ισραήλ, οι θάνατοι Παλαιστινίων αμάχων και ο πόνος στη Γάζα είναι πολιτικά επιζήμια για την κυβέρνηση.
Για τους επικριτές της Αμερικής στην περιοχή, η προφανής ανικανότητα των ΗΠΑ είναι απορίας άξια. Ακόμη και μετά τη συμμετοχή αμερικανικών αεροσκαφών στην απόκρουση ιρανικών επιθέσεων κατά του Ισραήλ τον Απρίλιο -ένα σαφές σημάδι του πώς η ασφάλεια του Ισραήλ υποστηρίζεται από τον μεγαλύτερο σύμμαχό του- το Ισραήλ συνέχισε να αποκρούει τις προσπάθειες να αλλάξει την πορεία του πολέμου του.
Αυτό το καλοκαίρι, το Ισραήλ επέλεξε να κλιμακώσει τη σύγκρουσή του με τη Χεζμπολάχ, χωρίς να ζητήσει προηγούμενη έγκριση από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ως ο μακροβιότερος πρωθυπουργός του Ισραήλ, ο Νετανιάχου έχει μάθει στα περισσότερα από 20 χρόνια εμπειρίας ότι η αμερικανική πίεση είναι κάτι που μπορεί να αντέξει, αν όχι να αγνοήσει.
Ο Νετανιάχου γνωρίζει ότι οι ΗΠΑ, ιδίως σε μια χρονιά εκλογών, δεν θα αναλάβουν δράση που θα τον αναγκάσει να παρεκκλίνει από την επιλεγμένη πορεία του (και πιστεύει, σε κάθε περίπτωση, ότι πολεμά και τους εχθρούς της Αμερικής).
BBC / ethnos.gr