Η διατροφή μας καθορίζει σε μεγάλο ποσοστό το αν βαδίζουμε στον δρόμο της υγείας και της ευεξίας, αφού από το πιάτο μας κρίνεται σε σημαντικό βαθμό η σωματική μας κατάσταση, καθώς και η διανοητική και η ψυχική μας υγεία. Ως εκ τούτου, δεν μπορούν παρά να προβληματίσουν τα ευρήματα επιστημονικής μελέτης, σύμφωνα με την οποία τα επίπεδα διαφόρων χημικών φυτοφαρμάκων, όπως η γλυφοσάτη, εντοπίστηκαν στα ούρα παιδιών της Κύπρου σε υψηλότερα επίπεδα από εκείνα που συνήθως εντοπίζονται σε πληθυσμούς παιδιών από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.  

«H εν λόγω μελέτη αποτελεί την πρώτη παγκοσμίως μελέτη, που διενεργείται σε παιδιά για τη γλυφοσάτη και τον κύριο της μεταβολίτη Αμινομεθυλο-φωσφονικό Οξύ (AMPA) και η οποία καταδεικνύει στοιχεία τοξικότητας του μεταβολίτη (AMPA), λόγω οξειδωτικού στρες στα παιδιά», ανέφερε στο Philenews ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης, ο Αναπληρωτής Καθηγητής Περιβαλλοντικής Υγείας στο Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία του ΤΕΠΑΚ, Δρ Κωνσταντίνος Μακρής.

Όπως επεσήμανε ο Δρ Μακρής, αποτελεί και την πρώτη έρευνα για τη γλυφοσάτη και άλλα φυτοφάρμακα σε βιολογικά δείγματα παιδιών, που διενεργήθηκε στον κυπριακό πληθυσμό.

Η εν λόγω μελέτη ήρθε, μάλιστα, σε μια χρονική περίοδο, όπου συζητείται έντονα το θέμα της γλυφοσάτης, αφού οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΕ – Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (ECHA) και η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια Τροφίμων – ανακοίνωσαν ότι η αξιολόγηση των κινδύνων υγείας για τη γλυφοσάτη θα γίνει στα μέσα του 2023, παρόλο που η τρέχουσα έγκριση του ζιζανιοκτόνου λήγει στο τέλος του τρέχοντος έτους (Δεκέμβριος 2022).

-Καταδεικνύει τη σχέση του μεταβολίτη ΑMPA της γλυφοσάτης και της οξειδωτικής βλάβης του DNA

Σημειώνεται ότι η μελέτη πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της «Ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για την ανθρώπινη βιοπαρακολούθηση, HBM4EU», μίας σύμπραξης 30 χωρών και της Ευρωπαϊκής Αρχής Περιβάλλοντος, που χρηματοδοτήθηκε από τον Ορίζοντα 2020 και διενεργήθηκε από το Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία του ΤΕΠΑΚ και το Κρατικό Χημείο Κύπρου σε συνεργασία με το Φλαμανδικό Ινστιτούτο Τεχνολογικής Έρευνας και Βιώσιμης Υγείας (VITO), το Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας και τη γερμανική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος.

Στόχος της σύμπραξης είναι η επιστημονική υποστήριξη πολιτικών αποφάσεων για τη δημόσια υγεία και την ασφαλή διαχείριση χημικών ουσιών, ενώ συντονιστής της HBM4EU στην Κύπρο είναι το Εργαστήριο Ανθρώπινης Βιοπαρακολούθησης του Γενικού Χημείου του Κράτους

Όπως αναγράφεται στη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό “Environmental Research”, «αυτό είναι το πρώτο σύνολο δεδομένων για την υγεία των παιδιών, που καταδεικνύει τη σχέση μεταξύ του κύριου μεταβολίτη της γλυφοσάτης Αμινομεθυλο-φωσφονικού Οξέος (AMPA) και της οξειδωτικής βλάβης του DNA, παγκοσμίως. Απαιτούνται περισσότερα δεδομένα, για την αναπαραγωγή των παρατηρούμενων τάσεων σε άλλους παιδικούς πληθυσμούς, σε όλο τον κόσμο».  

Επισημαίνεται ακόμη ότι «τα ευρήματα της μελέτης είναι πολύ σημαντικά, επειδή αναφέρονται σε μια ευάλωτη ομάδα υποπληθυσμού (παιδιά ηλικίας 10-12 ετών), αφού λόγω των διαφορών στη φυσιολογία, τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα στα φυτοφάρμακα από τους ενήλικες».

Προβληματισμό προκαλεί το γεγονός, όπως ανέφερε ο Δρ Μακρής, ότι οι συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν παιδιά, που διαβιούν σε αστικές περιοχές, οπότε ενδέχεται σε παιδιά αγροτικών περιοχών το ποσοστό έκθεσης να είναι μεγαλύτερο. Εξέφρασε ακόμη την θέση ότι χρειάζεται αλλαγή κουλτούρας από τους γεωργούς μέχρι τους πολίτες και τα σχολεια, τονίζοντας ότι πρέπει να μειωθεί η χρήση φυτοφαρμάκων στο μισό η περισσότερο.

-Στοιχεία της έρευνας

Η γλυφοσάτη και ο μεταβολιτής αμινομεθυλο-φωσφονικό οξύ AMPA των ούρων, οι πυρεθροειδείς μεταβολίτες και ο μεταβολίτης chlorpyrifos (TCPy) μετρήθηκαν σε 177 παιδιά, ηλικίας 10-11 ετών, χρησιμοποιώντας φασματομετρία μάζας. Συνολικά, η κατανομή των φύλων των παιδιών ήταν ισορροπημένη (53% άρρενες), με μέση ηλικία τα 11 έτη, ενώ η πλειοψηφία τους είχε φυσιολογικό βάρος (66%).

Έξι δημοτικά σχολεία, που βρίσκονται στην αστική Λεμεσό, επιλέχθηκαν τυχαία και συμφώνησαν να συμμετάσχουν στη μελέτη. Η συλλογή δειγμάτων ούρων από παιδιά έγιναν μεταξύ Ιανουαρίου–Απριλίου 2017 στο πλαίσιο του έργου «Organiko», που συντονίστηκε από το ΤΕΠΑΚ, με τη δοκιμή να λαμβάνει χώρα μεταξύ Ιανουαρίου–Απριλίου 2017. Σημειώνεται ότι οι εξετάσεις διενεργήθηκαν σε εργαστήρια της Γερμανίας και της Ολλανδίας, στο πλαίσιο της HBM4EU.

Ως κριτήρια επιλεξιμότητας ορίστηκαν για τις ομάδες (σχολεία): i) να είναι δημόσιο δημοτικό σχολείο και ii) να βρίσκονται στις αστικές περιοχές της Λεμεσού, ενώ οι επιλέξιμοι συμμετέχοντες ήταν υγιή παιδιά δημοτικού σχολείου, ηλικίας 10-12 ετών (5η – 6η τάξη), που ζούσαν στην Κύπρο τα τελευταία πέντε τουλάχιστον χρόνια και κατανάλωναν συστηματικά συμβατικά (μη βιολογικά) τρόφιμα (>80% της εβδομάδας γεύματα) πριν από την πρόσληψη της μελέτης.

-Στέλλα Κυριακίδου στο Philenews: Νέοι κανόνες για την ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων

Κληθείσα να σχολιάσει τα αποτελέσματα της εν λόγω μελέτης, η Επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων ΕΕ, Στέλλα Κυριακίδου, ανέφερε ότι «αναγνωρίζουμε τη σημασία της συγκεκριμένης μελέτης, όπως και όλων των άλλων, οι οποίες αναδεικνύουν την αναγκαιότητα μετάβασης σε ένα πιο υγιές σύστημα τροφίμων».

Τόνισε ότι «τα κράτη μέλη- ανάμεσα τους η Κύπρος- πρέπει να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για να μειώσουν τη χρήση και τον κίνδυνο των χημικών φυτοφαρμάκων, όπως ζητούν οι επιστήμονες και οι πολίτες», ενώ υπογράμμισε πως «μέσω της Στρατηγικής από το Αγρόκτημα στο Πιάτο έχουμε θέσει πολύ συγκεκριμένους στόχους, ανάμεσα τους τη μείωση της συνολικής χρήσης των φυτοφαρμάκων κατά 50%, έως το 2030». 

Επεσήμανε ακόμη ότι «προσεχώς- εντός της βδομάδας- η Επιτροπή θα προτείνει φιλόδοξους νέους κανόνες για την ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων, ώστε να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τους στόχους της Στρατηγικής «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» και να αλλάξουν τακτική όσον αφορά τα φυτοφάρμακα».

Υπέδειξε ότι «η προστασία της ανθρώπινης υγείας, του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, είναι για μας ιδιαίτερα σημαντική, ενώ η μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων θα υποστηριχθεί μέσω της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), για αυτό θα είναι υψίστης σημασίας τα εθνικά στρατηγικά σχέδια, που πρέπει να καταρτίσουν τα κράτη μέλη, να αντικατοπτρίζουν αυτή τη μετάβαση».

«Σε ό,τι αφορά τη γλυφοσάτη, θέλω να είμαι σαφής, ακολουθούμε την προβλεπόμενη διαδικασία, με την ενδελεχή ανάλυση όλων των επιστημονικών στοιχείων», πρόσθεσε στη συνέχεια, ενώ καταληκτικά τόνισε ότι «η οποιαδήποτε απόφαση θα παρθεί στη βάση επιστημονικών δεδομένων και μόνο. Εάν προκύψουν στοιχεία ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια, με βάση τη νομοθεσία της ΕΕ, η Επιτροπή δεν θα διστάσει να λάβει μέτρα για τη μη ανανέωση της έγκρισης της».

-Ο «πόλεμος» γύρω από την γλυφοσάτη

Το κατά πόσον η γλυφοσάτη μπορεί να χαρακτηριστεί ως καρκινογόνος ουσία, δηλαδή κατά πόσον αποτελεί παράγοντα πρόκλησης καρκινογένεσης στον άνθρωπο, είναι ένα από τα ζητήματα, που απασχολούν την επιστημονική κοινότητα και τις δημόσιες υπηρεσίες. Σημειώνεται ότι η γλυφοσάτη είναι χημική ουσία που πρώτη χρησιμοποίησε η Monsanto στα φυτοφάρμακά της. Από τη λήξη ωστόσο της πατέντας, η χρήση της είναι ελεύθερη και αποτελεί συστατικό πολλών πλέον ζιζανιοκτόνων.

Η ασφάλεια της γλυφοσάτης αμφισβητήθηκε όταν ο οργανισμός International Agency for Research on Cancer (IARC), που ασχολείται με έρευνες για τον καρκίνο και ανήκει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (World Health Organization), κατέληξε το 2015 ότι η χημική αυτή ουσία προκαλεί πιθανώς καρκίνο (και όχι ως καρκινογόνος-σκέτο όπως διαδίδεται). Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται ουσίες, για τις οποίες υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα, που δείχνουν κίνδυνο καρκινογένεσης στους ανθρώπους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2018 δικαστική απόφαση επανέφερε στο προσκήνιο τη συζήτηση για την εν λόγω ουσία, όταν δικαστήριο του Σαν Φρανσίσκο καταδίκασε την Monsanto να πληρώσει 289 εκατομμύρια δολάρια στον Ντιγουέιν Τζόνσον, ο οποίος νόσησε από καρκίνο και κατηγόρησε το ζιζανιοκτόνο της εταιρείας Roundup. Η αμερικανική εταιρεία αρνήθηκε πως η γλυφοσάτη προκαλεί καρκίνο, λέγοντας ότι μελέτες δεκαετιών έχουν καταστήσει την ουσία ασφαλή για ανθρώπινη χρήση. O Τζόνσον είναι ένας από τους χιλιάδες ανθρώπους που έχουν μηνύσει τη Monsanto.

Aντίθετα με τον οργανισμό International Agency for Research on Cancer (IARC), η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων, τον Νοέμβριο 2015 δήλωσε ότι «η ουσία είναι απίθανο να είναι γονοτοξική (δηλαδή επιβλαβής για το DNA) ή να αποτελεί καρκινογόνα απειλή για τους ανθρώπους», διευκρινίζοντας αργότερα, σύμφωνα με την Euractiv, ότι ίσως υπάρχουν εμπορικά σκευάσματα γλυφοσάτης, που να είναι καρκινογόνα, αλλά οι μελέτες «που εξετάζουν τη δραστική ουσία γλυφοσάτη μόνο, δεν έδειξαν τέτοια επίπτωση». Το 2016 ο ΠΟΥ και το FAO μαζί εξέδωσαν έκθεση, που αναφέρει ότι η χρήση σκευασμάτων γλυφοσάτης δεν είναι απαραίτητη επιβλαβής για την υγεία και καθόρισαν μέγιστα όρια αποδεκτής ημερήσιας πρόσληψης (mg/kg σωματικού βάρους ημερήσια) για τη χρόνια τοξικότητα.

Όπως αναφέρει η Euractiv, ακτιβιστές έχουν επικρίνει τη διαδικασία αξιολόγησης των οργανισμών ότι βασίζεται σε μελέτες, που έχουν ανατεθεί από τη βιομηχανία και αγνοεί τους μακροπρόθεσμους κινδύνους για την υγεία και το περιβάλλον.  Xαρακτηριστικά, η Αγγελική Λυσσιμάχου, υπεύθυνη επιστημονικής πολιτικής στην HEAL, την ομπρέλα των περιβαλλοντικών και υγειονομικών οργανώσεων της ΕΕ, δήλωσε ότι ο ECHA απέρριψε τα επιστημονικά επιχειρήματα, σχετικά με τη σχέση της γλυφοσάτης με τον καρκίνο που προέβαλαν «ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες».

-Η ΕΕ μετέθεσε την αξιολόγηση της γλυφοσάτης στα μέσα του 2023

Καθώς η τρέχουσα έγκριση της ΕΕ για τη γλυφοσάτη ως δραστική ουσία στη φυτοπροστασία πρόκειται να λήξει τον Δεκέμβριο 2022, η αξιολόγηση των επικαιροποιημένων δεδομένων υγείας για τη γλυφοσάτη από την ΕΕ επρόκειτο αρχικά να έρθει εγκαίρως για να ενημερώσει την απόφαση υπέρ ή κατά της ανανέωσης της έγκρισης. Λόγω της μεγάλης ανταπόκρισης των ενδιαφερόμενων φορέων, οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΕ ανακοίνωσαν τον περασμένο Μάιο ότι η αξιολόγηση των κινδύνων για τη γλυφοσάτη θα γίνει στα μέσα του 2023, παρόλο που η τρέχουσα έγκριση του λήγει στο τέλος του τρέχοντος έτους.

Ακολούθως, αρχές του τρέχοντος μηνός η επιτροπή εμπειρογνωμόνων εντός του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ECHA) δήλωσε ότι είναι «αδικαιολόγητο» το συμπέρασμα ότι το ζιζανιοκτόνο γλυφοσάτη προκαλεί καρκίνο»,  προκαλώντας την αντίδραση ακτιβιστών. «Με βάση μια ευρεία ανασκόπηση των επιστημονικών στοιχείων, η επιτροπή καταλήγει και πάλι στο συμπέρασμα ότι η ταξινόμηση της γλυφοσάτης ως καρκινογόνου δεν δικαιολογείται», έγραψε ο ECHA σε γνωμοδότηση της Επιτροπής Αξιολόγησης Κινδύνου (RAC) του οργανισμού τη Δευτέρα 30 Μαΐου.

Όπως αναφέρει η Euractiv, με τη γνωμοδότηση της επιτροπής του ECHA να έχει ολοκληρωθεί, εναπόκειται πλέον στην Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων της ΕΕ (EFSA) να δώσει την εκτίμησή της για τον κίνδυνο, ενώ σε σύγκριση με την αξιολόγηση του ECHA, η έκθεση της EFSA αναμένεται να είναι ευρύτερη σε πεδίο εφαρμογής, καλύπτοντας όχι μόνο την ταξινόμηση των κινδύνων της γλυφοσάτης, αλλά και ευρύτερα ζητήματα κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον.

Σε δήλωσή της, η Ομάδα Ανανέωσης της Γλυφοσάτης (GRG) – η ομάδα αγροχημικών εταιρειών που από κοινού υποβάλλουν αίτηση για την ανανέωση της έγκρισης της ουσίας – χαιρέτισε τη γνώμη της RAC και δήλωσε ότι «παραμένει δεσμευμένη να συμμορφωθεί με όλες τις πτυχές της τρέχουσας ρυθμιστικής διαδικασίας της ΕΕ».

«Υπάρχουν σήμερα αρκετά στοιχεία στην επιστημονική βιβλιογραφία που υποδεικνύουν την τοξικότητα της γλυφοσάτης τόσο για την υγεία των πολιτών όσο και για το περιβάλλον», δήλωσε, από την άλλη πλευρά, στην EURACTIV ο Μάρτιν Ντερμίν, υπεύθυνος πολιτικής στο Pesticide Action Network Europe.

Η Ban Glyphosate, ένας συνασπισμός ΜΚΟ, απέρριψε επίσης έντονα το συμπέρασμα του ECHA. «Για μια ακόμη φορά, ο ECHA βασίστηκε μονομερώς στις μελέτες και τα επιχειρήματα της βιομηχανίας», ανέφερε σε δήλωσή του ο Πίτερ Κλόσινγκ της οργάνωσης, προσθέτοντας ότι ο οργανισμός απέρριψε «ένα μεγάλο όγκο υποστηρικτικών στοιχείων». Ωστόσο, ο ECHA τόνισε ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης Κινδύνου «εξέτασε έναν εκτεταμένο όγκο επιστημονικών δεδομένων και πολλές εκατοντάδες σχόλια που έλαβε κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων».

Ο μεγάλος όγκος πληροφοριών και σχολίων, που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια των δημόσιων διαβουλεύσεων, αντικατοπτρίζει το πόσο αμφιλεγόμενο είναι το εν λόγω θέμα.