Τα δάση είναι τόσο πολύτιμα ώστε δεν πρέπει να προκηρύσσονται προσφορές όταν θα διατεθούν σε ιδιώτες για τουριστική αξιοποίηση, αλλά πρέπει να διατίθενται σε όποιον τα διεκδικήσει (νοουμένου ότι πληροί τα κριτήρια που απαιτούνται) έστω και αν αυτό δεν εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον από οικονομικής απόψεως! 

Αυτή φαίνεται να είναι η θέση του Γενικού Εισαγγελέα, όπως προκύπτει από γνωμάτευση του προς το Τμήμα Δασών, ύστερα από αίτημα εταιρείας για εκμίσθωση κρατικής δασικής γης με σκοπό τη δημιουργία γηπέδου γκολφ. 

Με την πολιτική του Τμήματος Δασών για ανάθεση της διαχείρισης δασών, χωρίς προσφορές, είχε αντιδράσει έντονα ο Γενικός Ελεγκτής, ο οποίος και ενώπιον της Βουλής είχε προειδοποιήσει, πως η συγκεκριμένη προσέγγιση δυνατόν να δημιουργήσει προϋποθέσεις διαπλοκής.  

Στη γνωμάτευση του ο Γενικός Εισαγγελέας αναφέρει πως, «οι ανησυχίες της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και οι τοποθετήσεις της ως προς την αναγκαιότητα τήρησης των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και της διασφάλισης της προστασίας του ανταγωνισμού είναι καθόλα εύλογες», ωστόσο στη συνέχεια αναφέρει πως «καθίστανται αντιληπτοί οι λόγοι τους οποίους επικαλείται το Τμήμα Δασών ως προς την πρακτική που ακολουθείται προκειμένου για τη διάθεση κρατικής δασικής γης». 

Σχολιάζοντας τη θέση του Τμήματος Δασών, ότι «η διάθεση κρατικής δασικής γης αποτελεί άσκηση διακριτικής εξουσίας που ασκείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις δικαιολογούμενες από το δημόσιο συμφέρον και ότι η θέση του Γενικού Ελεγκτή συγκρούεται με το πνεύμα του Περί Δασών Νόμου», ο Γενικός Εισαγγελέας καταγράφει τα ακόλουθα: «Είναι πρόδηλο ότι ο Νομοθέτης, στο πλαίσιο του Περί Δασών Νόμου, ρυθμίζει ειδικά το ζήτημα της διάθεσης δασικής κρατικής γης και θέτει αυστηρότερα κριτήρια σε σχέση με τη διάθεση οποιοσδήποτε άλλης μορφής κρατικής γης.»  

Μάλιστα, ο Γενικός Εισαγγελέας παρατηρεί πως «ο Νομοθέτης έχει ορίσει ότι κρατική δασική γη είναι επιτρεπτό να διατίθεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις οι οποίες πρέπει να δικαιολογούνται από το δημόσιο συμφέρον». 

Είναι θεωρώ, εκ των ων ουκ άνευ, συνεχίζει ο Γενικός Εισαγγελέας, ότι, εκεί όπου πρόκειται να διατεθεί κρατική γη, είναι απαραίτητο όπως τηρούνται οι αρχές της δέουσας διαφάνειας, της αναλογικότητας, της ίσης μεταχείρισης, της αμοιβαίας αναγνώρισης και μη διάκρισης, σύμφωνα με τις αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις Γενικές Αρχές Διοικητικού Δικαίου οι οποίες πρέπει να διέπουν τη δράση της Διοίκησης αλλά και τον Περί της Λογιστικής και Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Χρηματοοικονομικού Ελέγχου της Δημοκρατίας Νόμο Ν. 38 (Ι)/2014. 

Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει, «το ζήτημα διάθεσης δασικής κρατικής γης, δεν μπορεί να προσεγγίζεται υπό την οπτική της διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας ή υπό την οπτική της διαχείρισής της κατά τρόπο τέτοιο που θα αποδώσει στο Κράτος το μέγιστο δυνατό οικονομικό όφελος διά τον λόγο ότι η δασική κρατική γη αποτελεί ξεχωριστή και ιδιαίτερη κατηγορία κρατικής ιδιοκτησίας η οποία σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο τυγχάνει ειδικής μεταχείρισης».  

Εκτός πνεύματος του νόμου οι προσφορές

Στη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα γίνεται επίκληση εκθέσεων της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Γεωργίας του έτους 2012, αλλά και στη νομοθεσία που εγκρίθηκε στη συνέχεια, παραπέμποντας στις θέσεις του Τμήματος Δασών, το οποίο είχε υποδείξει πως «η ανάγκη για αναθεώρηση της νομοθεσίας που αφορά τα δάση ήταν απόρροια των περιβαλλοντικών, επιστημονικών, τεχνολογικών και κοινωνικοοικονομικών εξελίξεων», και ως εκ τούτου κρίθηκε σκόπιμο όπως «αναθεωρηθεί το τότε υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να συνάδει με τις σύγχρονες προσεγγίσεις για τη διατήρηση, προστασία, αειφόρο διαχείριση και ανάπτυξη των δασικών πόρων». Επίσης, στον ίδιο τον Περί Δασών Νόμο ορίζεται ως σκοπός της ψήφισης και θέσης αυτού σε ισχύ, η «διατήρηση, προστασία, αειφόρος διαχείριση και ανάπτυξη των δασών και των δασωδών εκτάσεων στη Δημοκρατία» (άρθρο 3). 

Εκ των πιο πάνω, συνεχίζει ο Γενικός Εισαγγελέας, συνάγεται ότι η αντίκριση του ζητήματος της διάθεσης κρατικής δασικής γης υπό το πρίσμα των εννοιών του ανταγωνισμού ή της μεγιστοποίησης οικονομικών κερδών είναι εκτός του πνεύματος και του σκοπού της Περί Δασών νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, η θέση του Τμήματος Δασών ότι «η εκμίσθωση κρατικής δασικής γης δεν αποτελεί προτεραιότητα ή βασικό στόχο του Τμήματος» και ότι «το Τμήμα Δασών δεν καθορίζει γη προς εκμίσθωση και δεν ανακοινώνει τη διαθεσιμότητα τέτοιας γης και περιορίζεται στην εξέταση μόνο αιτημάτων που υποβάλλονται (αυτοβούλως) και τα οποία εξετάζονται με κάθε αυστηρότητα για το κατά πόσο πληρούν τα κριτήρια εκμίσθωσης», κρίνεται εύλογη και σύννομη και υποστηρίζεται πλήρως από τους ίδιους τους Περί Δασών (Διάθεση Κρατικής Δασικής Γης) Κανονισμούς, από τους οποίους προκύπτει ότι ο φορέας που ενδιαφέρεται να τού παραχωρηθεί δασική κρατική γη (αιτητής) είναι εκείνος που απευθύνεται μέσω αιτήσεώς του στο Τμήμα Δασών και όχι αντιστρόφως.  

Ο κ. Σαββίδης παρατηρεί επίσης, πως από τον Κανονισμό 11 είναι εμφανές ότι χρησιμοποιούνται ευρέως οι λέξεις «αιτητής» και «αίτηση» που υποδηλούν ότι πρόκειται για «αίτηση» για διάθεση δασικής κρατικής γης για τουριστικούς σκοπούς, η οποία υποβάλλεται αυτοβούλως από τον ιδιώτη και όχι κατόπιν δημοσίευσης από το Τμήμα Δασών πρόσκλησης υποβολής ενδιαφέροντος από υποψήφιους ενδιαφερομένους οικονομικούς φορείς. Συναφώς η θέση του Τμήματός σας με βάση την οποία η τυχόν προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού για σκοπούς διάθεσης δασικής κρατικής γης δεν αποτελεί διαδικασία που προνοείται ως ακολουθητέα με βάση την Περί Δασών Νομοθεσία και ούτε προκρίνεται η υιοθέτηση μίας τέτοιας διαδικασίας, καθότι κάτι τέτοιο φαίνεται να μην συνάδει με το πνεύμα της υπό αναφορά νομοθεσίας, μέσω της οποίας εκείνο που σκοπείται είναι πρωτίστως η διατήρηση και προστασία των δασών.

Ο Γενικός Εισαγγελέας τονίζει πως όσα αναφέρονται πιο πάνω αφορούν μόνο στη διάθεση κρατικής δασικής γης για τουριστικούς σκοπούς (και όχι για «εμπορικούς σκοπούς» εφόσον ο όρος «εμπορικός σκοπός» δεν περιλαμβάνεται στον σχετικό κανονισμό).