Μείζον ζήτημα αποτελεί η απουσία νομοθετικού περιεχομένου στην Κύπρο για αποζημιώσεις ατόμων, που κρατούνται ως υπόδικοι για μεγάλο χρονικό διάστημα και στο τέλος αθωώνονται, γεγονός που επιφέρει μεγάλο οικονομικό, κοινωνικό και ηθικό κόστος τόσο για τους ιδίους, όσο και για τις οικογένειές τους.
Παρόλο που ένα συνταγματικά αθώο άτομο μπορεί να παραμείνει στις Κεντρικές Φυλακές για αρκετό χρονικό διάστημα, χωρίς να μπορεί να εργαστεί, μακριά από τη ζωή του και την οικογένεια του, πληρώνοντας όσα έχει και δεν έχει σε δικηγόρους και διαδικασίες και εξαντλώντας κάθε σταγόνα οικονομικής, φυσικής και ψυχολογικής αντοχής, εντούτοις η πολιτεία δεν του αναγνωρίζει κανένα προτέρημα.
Σημειώνεται ότι εμπειρικά ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις, που βρίσκονται ενώπιον Κακουργιοδικείου και δεν ζητείται η κράτηση και ακόμα πιο λίγες οι περιπτώσεις, που όταν η κράτηση ζητηθεί αυτή δεν εγκρίνεται.
Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι το 1/3 των κρατουμένων στις Κεντρικές Φυλακές αποτελείται από υποδίκους, που περιμένουν την εκδίκαση της υπόθεσης τους και οι οποίοι συνταγματικά θεωρούνται αθώοι, μέχρι αποδείξεως του αντίθετου.
Ελλείψει νομοθεσίας ή κανονισμού, που να προνοεί για τις παραμέτρους της διαδικασίας της κράτησης αυτών των περιπτώσεων, έχει ως αποτέλεσμα ένα αθώο άτομο να παραμένει υπό κράτηση, μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης του, η οποία μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τα 2.5-3 χρόνια.
Το θέμα επιχειρεί να αλλάξει ο Σύνδεσμος Προστασίας Δικαιωμάτων Φυλακισμένων και Αποφυλακισθέντων και ειδικότερα ο δικηγόρος Αλέξανδρος Κληρίδης, ο οποίος, μιλώντας στο philenews, ανέφερε ότι προτίθεται να ετοιμάσει Πρόταση Nόμου, με την οποία προσδοκείται ότι θα αλλάξουν τα κακώς έχοντα, προκειμένου υπόδικοι, που αθωώνονται, να λαμβάνουν – υπό συγκεκριμένες πάντα προϋποθέσεις – αποζημίωση. Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκε τις προηγούμενες μέρες συνάντηση με την Επίτροπο Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Στυλιανού Λοττίδη, με την όποια συζητήθηκε το υφιστάμενο πλαίσιο που υπάρχει σε άλλες χώρες και το πώς μπορεί να γίνουν τα πρώτα βήματα και στον τόπο μας.
Σημειώνεται ότι μοναδική πρόνοια αποζημίωσης στη Κυπριακή Δημοκρατία παραμένει η περίπτωση που κάποιος απαλλαχτεί της καταδίκης του από το εφετείο, ενώ τελούσε υπό κράτηση μετά από καταδικαστική απόφαση πρωτοδίκου Δικαστηρίου, μέχρι την ανατρεπτική απόφαση του Εφετείου, βάσει του περί κάτ. Έφεση Ανατροπής Ποινής Φυλάκισης (Αποζημίωση) Νομός του 2001 (144(Ι)/2001).
– Οι λόγοι που συντελούν υπέρ της αποζημίωσης
Ο κ. Κληρίδης υποστήριξε ότι η ανάγκη να υπάρχει αποζημίωση στο παρόν στάδιο είναι ακόμη πιο έντονη, λόγω του γεγονότος ότι δεν υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες (safeguards) ή μηχανισμοί, που να μπορούν να παρέχουν μέτρo ελέγχου στις περιπτώσεις κράτησης ατόμων, τα οποία εν τέλει αθωωθήκαν.
Ο κ. Κληρίδης υπογράμμισε ακόμη ότι αποζημίωση των κρατουμένων θα αναγκάσει τους δικηγόρους της Δημοκρατίας, όπως και τα Δικαστήρια, να είναι ακόμα πιο προσεκτικοί και επιφυλακτικοί, όταν αποφασίζουν την κράτηση ενός ανθρώπου. Ξεκαθάρισε ότι «το αντεπιχείρημα ότι μια τέτοια πρόνοια ίσως να επηρεάσει το τελικό αποτέλεσμα των διαδικασιών, με τους δικαστές τελικά να αποφασίζουν την καταδίκη του ατόμου, για να αποφύγουν την αποζημίωση του, είναι μόνο υποθετικό και ρίχνει μια αδικαιολόγητη και ανεπίτρεπτη αμφιβολία στην ικανότητα ενός Δικαστηρίου να επιτελέσει το έργο που έχει αντικειμενικά, αμερόληπτα και δίκαια».
Παράλληλα σημείωσε ότι αποζημίωση αυτών των ατόμων, υπό τις πιο πάνω συνθήκες, θα ενδυναμώσει το αίσθημα εμπιστοσύνης και ακεραιότητας της Πολιτείας από τους πολίτες, αφού με αυτό το τρόπο καταδεικνύεται ότι η Πολιτεία αναγνωρίζει το λάθος της, που επέμενε να παραμείνει ένα άτομο υπό κράτηση, ενώ τελικά ήταν αθώο. Την ίδια ώρα, όπως ανέφερε,« θα περιορίζεται το αίτημα κράτησης του ατόμου στις απολύτως αναγκαίες και όσο το δυνατό πιο ισχυρές περιπτώσεις, ενώ θα περιορίσει και τις κατηγορίες που θα παρουσιάζει η Πολιτεία εναντίον του ατόμου, επειδή θα πρέπει να γνωρίζει ότι θα πρέπει να αποδείξει τις κατηγορίες που παρουσιάζει και ζητά την κράτηση του ατόμου βάσει αυτών, αλλιώς θα πρέπει να αποζημιώσει».
– Τι ισχύει σε άλλες χώρες
Αξίζει να σημειωθεί ότι διάφορα κράτη εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναγνωρίζοντας τα προβλήματα που προκαλεί η κράτηση υποδίκων, έχουν προβεί ήδη σε παρόμοιες νομοθετικές ρυθμίσεις, όπου άτομο πλέον δικαιούται βάσει νόμου να ζητήσει αποζημίωση για τον χρόνο που παρέμεινε ως υπόδικος, περιμένοντας να δικαστεί η υπόθεση του και τελικά απαλλάχθηκε από αυτήν.
Συγκεκριμένα παραδείγματα μεταξύ άλλων εντοπίζονται σε Νορβηγία, Σουηδία, Δανία, Αυστρία, Γερμάνια, Ισλανδία, Ιταλία και Λετονία.
Άλλο παράδειγμα αποτελεί η Ιαπωνία, όπου εκτός από την αποζημίωση, υπάρχουν σχετικές πρόνοιες στους νόμους, σύμφωνα με τις οποίες επιβάλλεται να δημοσιευθεί το αθωωτικό πόρισμα του κρατουμένου σε 3 διαφορετικές εφημερίδες. Το εν λόγω παράδειγμα συμβάλει στην αποκατάσταση της φήμης του υποδίκου και της ηθικής βλάβης που έχει υποστεί.
Αποζημίωση ατόμων που παρέμειναν υπό κράτηση και τελικά αθωωθήκαν προνοείται βάσει νόμου στις πιο πάνω χώρες, με την κάθε περίπτωση να προνοεί διαφορετική διαδικασία, στην οποία μπορεί να εφαρμοστούν διαφορετικές μέθοδοι και φόρμουλες αποζημίωσης. Για παράδειγμα σε Νορβηγία, Σουηδία, και Ολλανδία απαγορεύεται να δοθεί αποζημίωση όταν ο υπόδικος ο ίδιος προκάλεσε το αίτημα κράτησης του ή όταν ο ίδιος προκάλεσε τις συνθήκες για να θεωρείται αναγκαία η κράτηση του, μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης του.
Την ίδια ώρα σε άλλες χώρες, που έχουν νομοθετήσει υπέρ της αποζημίωσης, έχει δοθεί το δικαίωμα να αποφασιστεί από Επαρχιακό Δικαστήριο της χώρας κατά πόσο ανά περίπτωση θα πρέπει να αποδοθεί αποζημίωση, ποιο θα είναι το ύψος αυτής και ποια στοιχεία της συμπεριφοράς των διάδικων (Δημοκρατίας και Υποδίκου) θα πρέπει να προσμετρήσουν υπέρ και κατά του ύψους της αποζημίωσης.
Σε αλλά κράτη, όπως Αυστρία και Νορβηγία, αποζημίωση επιτρέπεται μόνο σε περιπτώσεις αθώωσης επί της ουσίας της υπόθεσης και απαγορεύεται η αποζημίωση, όταν υπήρξε απαλλαγή του ατόμου, λόγω κάποιου τεχνικού λάθους.
Καταληκτικά κ. Κληρίδης ανέφερε ότι και στην Κύπρο είναι αναγκαίο να συζητηθούν και να καθοριστούν ρητά οι προϋποθέσεις, βάσει των οποίων θα δικαιούται κάποιος αποζημίωση.