Κατά ένα χρόνο μείωσε το Εφετείο την ποινή φυλάκισης που επέβαλε Κακουργιοδικείο στη Λεμεσό, σε καθηγητή του ΤΕΠΑΚ που κρίθηκε ένοχος για το μεγάλο φαγοπότι με ευρωπαϊκά προγράμματα.

Ο καθηγητής είχε καταδικαστεί σε τρία χρόνια φυλάκιση για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Μαζί του είχε καταδικαστεί και η Ροζίτα Παυλίδου σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση. 

Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου ο καθηγητής με τις παράνομες πράξεις του, για την περίοδο 2011-2016, μέσω εφτά ευρωπαϊκών προγραμμάτων, συνέδραμε ώστε να αποσπαστεί το συνολικό ποσό των €197.311. Μέρος του πιο πάνω ποσού και συγκεκριμένα €22.500, περιήλθε στην κατοχή του και από αυτό κράτησε το ποσό των €5.000. Το υπόλοιπο ποσό, το διαμοίρασε σε τρίτα πρόσωπα. Το ποσό των €5.000 που είχε κρατήσει, το κατέβαλε στη Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟ.Κ.Α.Σ). Τα αδικήματα διαπράχθηκαν στα πλαίσια χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση για υλοποίηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων στα οποία η Κύπρος, μέσω του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου και του Πανεπιστημίου Κύπρου, συμμετείχε ως εταίρος. 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Η μείωση της ποινής από το Ανώτατο Δικαστήριο έγινε παρόλο που κρίθηκε ότι ο ρόλος του ήταν σημαντικός στο να συντελεστούν τα αδικήματα. Ωστόσο, η κατάσταση της υγείας του (είναι θαλασσαιμικός) κρίθηκε ότι επιδεινώθηκε με τη φυλάκισή του, γι’ αυτό και κρίθηκε ότι μπορεί να μειωθεί η ποινή του. «Η έκτιση συνεπώς της ποινής από τον εφεσείοντα αποτελεί για τον ίδιο μεγαλύτερο, ασυνήθιστο, ‘’κακό’’ απ’ ό,τι προκαλεί στον μέσο φυλακισμένο χωρίς τέτοια προβλήματα υγείας. Το Κακουργιοδικείο βέβαια δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη την κατάσταση της υγείας του εφεσείοντα. Όμως η επιδείνωση της κατάστασης αυτής μετά την επιβολή της ποινής, υπό τις εξαιρετικά ιδιάζουσες περιστάσεις της περίπτωσης του εφεσείοντα, επιτρέπει ή και επιβάλλει όπως τώρα δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στην κατάσταση της υγείας του ως ελαφρυντικός παράγοντας», επεσήμανε το Δικαστήριο.

Το Εφετείο απέρριψε εισήγηση του δικηγόρου του καθηγητή Ηλία Στεφάνου, για αναστολή εκτέλεσης για το υπόλοιπο της ποινής του. Η αναστολή εκτέλεσης των ποινών, υπό τις όλως απαράδεκτες και περίτεχνες περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων, θα έδιδε το λανθασμένο μήνυμα και θα εξουδετέρωνε την ανάγκη για αποτρεπτική λειτουργία της ποινής, σημειώνει το Δικαστήριο, που πρόσθεσε ότι «η βεβαιότητα που εξέφρασε ότι το Τμήμα Φυλακών θα στηρίξει τον εφεσείοντα και στο υπόλοιπο της έκτισης της ποινής του, σημειώνεται και αποτελεί και δική μας βεβαιότητα».