Εδώ και μια εβδομάδα οι εκπαιδευτικοί φορείς κρατούν στα χέρια τους την προκαταρκτική πρόταση του υπουργείου Παιδείας αναφορικά με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, την οποία και μελετούν καθώς σε μερικές μέρες θα σπεύσουν στο Υπουργείο για κατάθεση απόψεων. Παρά το γεγονός ότι επίσημα, κυρίως οι εκπαιδευτικές οργανώσεις τις οποίες αφορά στην ολότητά του το θέμα, δεν έχουν τοποθετηθεί ακόμα, εντούτοις σημεία της πρότασης συζητούνται έντονα μεταξύ τους.
Ένα από αυτά τα σημεία, για τα οποία οι απόψεις διίστανται είναι η συμμετοχή του διευθυντή της σχολικής μονάδας στη διαδικασία αξιολόγησης των εκπαιδευτικών του σχολείου. Σύμφωνα με την πρόταση του υπουργείου Παιδείας, τον εκπαιδευτικό δεν θα αξιολογεί πλέον μόνο ο επιθεωρητής αλλά στη διαδικασία αξιολόγησής του θα έχει ενεργή συμμετοχή και ο διευθυντής του σχολείου του. Για όλα τα στάδια που αφορά η πρόταση τίθενται τα ακόλουθα κριτήρια, τα οποία θα έχουν ενώπιον τους επιθεωρητές και διευθυντές για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών:
> Επαγγελματική γνώση και ανάπτυξη.
> Διδακτική – παιδαγωγική επάρκεια.
> Δεξιότητες στην οργάνωση, διοίκηση και επικοινωνία.
> Επαγγελματική υπευθυνότητα και συμπεριφορά.
Για το θέμα αυτό ανάμεσα στις τάξεις των εκπαιδευτικών έχουν δημιουργηθεί δύο τάσεις: Αφενός, όσοι υποστηρίζουν πως όντως ο διευθυντής ως προϊστάμενος του εκπαιδευτικού, ο οποίος έχει καθημερινή επαφή μαζί του και γνωρίζει τη δουλειά του, τις ικανότητες και δυνατότητές του, έχει ρόλο και λόγο στην αξιολόγησή του, αφετέρου, όσοι απορρίπτουν την εμπλοκή σε αυτή τη διαδικασία του διευθυντή της σχολικής μονάδας. Ένα από τα επιχειρήματα αυτής της άποψης είναι πως λόγω της σχέσης που υπάρχει ανάμεσα σε διευθυντή κι εκπαιδευτικό δεν μπορεί να υπάρξει αντικειμενική άποψη κάτι που θα επηρεάσει και την αξιολόγηση και κατ’ επέκταση, τη βαθμολογία. Για τη σχέση αυτή γίνεται λόγος τόσο για το ενδεχόμενο εύνοιας εκπαιδευτικών από διευθυντές σχολείων για διάφορους λόγους, όσο και για το ενδεχόμενο δυσμένειας τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι πληροφορίες του «Φ» ανέφεραν πως κάποιοι διατύπωσαν ακόμα και επιχειρήματα που είχαν σχέση και με πολιτικές – κομματικές προτιμήσεις, τόσο για το πρώτο, όσο και για το δεύτερο πιο πάνω ενδεχόμενο.
Πάντως, όποιες κι αν είναι οι πρώτες ανησυχίες εκπαιδευτικών γύρω από την πρόταση του υπουργείου Παιδείας, είτε επί σημείων της, είτε στην ολότητά της, οι οργανώσεις θα προσέλθουν εντός των επόμενων ημερών στο Υπουργείο όπου και θα παραθέσουν τις θέσεις τους στην Αθηνά Μιχαηλίδου. Όπως πληροφορείται ο «Φ», έχουν ήδη προγραμματιστεί οι συναντήσεις με τις εκπαιδευτικές οργανώσεις. Πρόκειται για ξεχωριστές συναντήσεις με την κάθε οργάνωση, οι οποίες έχουν οριστεί στο τέλος της επόμενης εβδομάδας και στην αρχή της μεθεπόμενης.
Υπενθυμίζεται ότι σε συναντήσεις με τις οργανώσεις, η υπουργός Παιδείας θα παρουσιάσει και την οικονομική πτυχή της πρότασης που υποβλήθηκε, μία σημαντική παράμετρος την οποία εξαρχής ζητούσαν οι εκπαιδευτικοί.
Ρόλος διευθυντή και στην στήριξη εκπαιδευτικών
Εκτός από τη διαδικασία αξιολόγησης, στην πρόταση του Υπουργείου, ο διευθυντής του σχολείου έχει σημαντικό ρόλο να επιτελέσει και στην παιδαγωγική και διδακτική στήριξη εκπαιδευτικών. Συγκεκριμένα, γίνεται αναφορά στο πρόγραμμα παιδαγωγικής και διδακτικής στήριξης, το οποίο απευθύνεται μόνο σε μικρό αριθμό εκπαιδευτικών που παρουσιάζουν πολύ σοβαρές αδυναμίες ως προς την παιδαγωγική και διδακτική τους επάρκεια.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο διευθυντής και ο παιδαγωγικός σύμβουλος επισημαίνουν στον εκπαιδευτικό τις αδυναμίες του και υποδεικνύουν τρόπους βελτίωσής του, ενημερώνοντας παράλληλα τον Επιθεωρητή-Σύμβουλο. Εάν σε εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, δεν παρατηρηθεί βελτίωση, τότε ο διευθυντής ενημερώνει τον οικείο Επιθεωρητή-Σύμβουλο, ο οποίος αποφασίζει κατά πόσον ο εκπαιδευτικός θα ενταχθεί σε πρόγραμμα στήριξης.
Σε περίπτωση θετικής απόφασης, συστήνεται ομάδα στήριξης (Επιθεωρητής-Σύμβουλος, διευθυντής, παιδαγωγικός σύμβουλος), η οποία διαμορφώνει από κοινού με τον εκπαιδευτικό το πρόγραμμα στήριξης, περιλαμβάνοντας συγκεκριμένα σημεία βελτίωσης. Το πρόγραμμα έχει διάρκεια από τρεις έως έξι μήνες και ανάλογα με την πορεία του εκπαιδευτικού δύναται να ανανεωθεί. Η χρονική περίοδος εντός της οποίας παρέχεται στήριξη στον εκπαιδευτικό δεν μπορεί να υπερβεί τα δύο χρόνια.
Το πρόγραμμα προσφέρεται σε μη διδακτικό χρόνο, περιλαμβάνει καθοδήγηση των εκπαιδευτικών σε σχέση με τις διαγνωσμένες ανάγκες τους, παρακολούθηση διδασκαλιών συναδέλφων, συναντήσεις με τον Επιθεωρητή-Σύμβουλο, παροχή υποστηρικτικού υλικού, ετοιμασία σχεδίων μαθήματος, φύλλων εργασίας και εξεταστικών δοκιμίων, καθώς και πραγματοποίηση διδασκαλιών. Σε περίπτωση που ο εκπαιδευτικός τεκμηριωμένα κριθεί και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος ανεπαρκής, παραπέμπεται στην ΕΕΥ.