Τη δυσφορία της για την απουσία της, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, από διαδικασίες που προηγήθηκαν από πλευράς υπουργείου Παιδείας αναφορικά με την καταγραφή απόψεων φορέων για την ανάγκη αντιμετώπισης της σχολικής βίας και παραβατικότητας, εκφράζει η ΠΟΕΔ.

Σε επιστολή της προς τη γενική διευθύντρια του υπουργείου Παιδείας, η Οργάνωση των δασκάλων, αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι απουσίαζε από διαδικασίες όπως για παράδειγμα, συμμετοχή σε ερωτηματολόγια και διαδικτυακά εργαστήρια σχετικά με το σημαντικό αυτό θέμα, που εμπίπτει στο πλαίσιο της Εθνικής Στρατηγικής και το οποίο τέθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση μέσω κυβερνητικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας.

«Η δημόσια διαβούλευση είναι απόλυτα σεβαστή, αφού οι διάφοροι φορείς που συμμετέχουν σε αυτή, διατυπώνουν θέσεις και απόψεις που αφορούν τα οργανωμένα κοινωνικά σύνολα τα οποία αντιπροσωπεύουν, δίνοντας στο υπουργείο Παιδείας τις δικές τους θέσεις. Η δημόσια διαβούλευση, όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί το μοναδικό κανάλι διαλόγου για τη λήψη αποφάσεων. Ως ΠΟΕΔ αποτελούμε έναν από τους πιο σημαντικούς εταίρους σε θέματα εκπαίδευσης, εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων και εκπαιδευτικών πολιτικών και ως εκ τούτου θα πρέπει να γίνεται και απαραίτητη διαβούλευση με την Οργάνωση. Οι τελικές αποφάσεις/ ρυθμίσεις/ λύσεις που αφορούν στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευσης αναμένεται να εφαρμοστούν από τα μέλη μας, συνεπώς, θα πρέπει να αποφασίζονται στο πλαίσιο του θεσμικού διαλόγου μεταξύ ΠΟΕΔ και Υπουργείου», σημειώνει χαρακτηριστικά η ΠΟΕΔ στην επιστολή της.

Αναφορικά με την ουσία του θέματος για αντιμετώπιση της βίας και της παραβατικότητας, η ΠΟΕΔ δηλώνει ετοιμότητα για συμμετοχή σε εντατικό διάλογο και κατάθεση τεκμηριωμένων θέσεων και εισηγήσεων, οι οποίες θα δώσουν λύσεις, ενώ θεωρεί ότι η πρόθεση για ολιστική αντιμετώπιση του προβλήματος κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Χαρακτηρίζει τη σχολική βία και παραβατικότητα ως ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό και πολυδιάστατο φαινόμενο, που ταλανίζει την κοινωνία ευρύτερα και ειδικότερα τις σχολικές μονάδες ανά το παγκόσμιο, επισημαίνοντας πως έρευνες έχουν δείξει ότι η βία, ο εκφοβισμός και το υψηλό επίπεδο παραβατικότητας επηρεάζουν αρνητικά τη μάθηση, την αυτοεκτίμηση και οδηγούν σε αύξηση του άγχους, τόσο των μαθητών όσο και των εκπαιδευτικών.
Πέραν των πιο πάνω, η ΠΟΕΔ διατυπώνει τη θέση ότι το θέμα συνδέεται άμεσα και με άλλες πολιτικές που θα πρέπει να τύχουν αξιολόγησης και αναφέρεται σε:

Ανάγκη στήριξης των παιδιών με αυξημένες πιθανότητες αναλφαβητισμού και παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία. Η μη στήριξη των παιδιών αυτών, οδηγεί στην κοινωνική περιθωριοποίησή τους αλλά και στη δημιουργία μαθησιακών δυσκολιών, δύο παράγοντες που σύμφωνα με τα ευρήματα της παγκύπριας έρευνας αλλά και της βιβλιογραφίας, προβλέπουν την εμπλοκή μαθητών σε επεισόδια σχολικής βίας.

Προώθηση πολιτικών που στόχο θα έχουν την αναβάθμιση της Ειδικής Εκπαίδευσης, οι οποίες θα πρέπει να έχουν ως επίκεντρό το παιδί και τις εκπαιδευτικές του ανάγκες. Ο τομέας της Ειδικής Εκπαίδευσης αναντίλεκτα χρήζει βελτιώσεων με κύριο μέλημα το δικαίωμα ισότιμων ευκαιριών πρόσβασης στην εκπαίδευση όλων των παιδιών, χωρίς αποκλεισμούς, ενισχύοντας τις δυνατότητές τους.

Βελτίωση των συνθηκών του μαθησιακού περιβάλλοντος (εγκατάσταση κλιματιστικών, ανέγερση αιθουσών πολλαπλής χρήσης σε κάθε σχολείο, κατασκευή στεγάστρων σε υπαίθρια γήπεδα, εξωραϊσμός των σχολικών χώρων, δημιουργία δαπέδων με πλαστικό ταρτάν στα σχολικά γήπεδα κ.ά.). Οι υφιστάμενες ελλειμματικές υποδομές επηρεάζουν αρνητικά τα μαθησιακά αποτελέσματα, αλλά έχουν και αρνητικό αντίκτυπο στη συμπεριφορά μαθητών.

Προώθηση εκπαιδευτικών πολιτικών και δράσεων που στοχεύουν στην προάσπιση και αναβάθμιση του κύρους των εκπαιδευτικών. Η δημόσια διαπόμπευση των εκπαιδευτικών οδηγεί στην απαξίωση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος και των λειτουργών του, με αποτέλεσμα να επηρεάζονται οι στάσεις και αντιλήψεις των μαθητών έναντι των εκπαιδευτικών τους, καθιστώντας δυσκολότερη τη διαχείριση της βίας και της παραβατικότητας.