Φέτος γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 που αποτελεί το καθοριστικό γεγονός της νεότερη ελληνικής ιστορίας και την ίδρυσης του ελληνικού κράτους.
Η αναφερόμενη Επανάσταση ξέσπασε μέσα από μια παθητική οικονομική και πνευματική κρίση του Ελληνισμού παρά την εθνικιστική ιστοριογραφία ένεκα του τέλους των ναπολεόντειων πολέμων που ευνοήσαν την ελληνική ναυτιλία και το ελληνικό εμπόριο καθώς και από τις ενέργειες του Πατριαρχείου που ήθελαν να πλήξουν τα κέντρα της νεωτερικής παιδείας στην καθ΄ημάς Ανατολή και την απειλή που δεχόταν ότι θα χάσει τον έλεγχο των συνειδήσεων των χριστιανών.
Εκείνοι που προώθησαν την Επανάσταση ήταν οι μικροέμποροι, οι γραμματείς των εμπορικών οίκων, τα άτομα της χαμηλής νέας κοινωνικής ιεραρχίας στα αστικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Μολδαβίας, Νότιας Ρωσίας και που ήταν τα βασικά μέλη της Φιλικής Εταιρίας, η παρουσία των Γάλλων Δημοκρατικών στα Επτάνησα, η εμπλοκή της Γαλλίας στην Ανατολή καθώς επίσης η δυναμική των επαναστατικών ιδεών που περίκλειαν η Γαλλική και Αμερικανική Επανάσταση.
Ο ρωσικός παράγοντας ήταν εκείνος που επηρέασε καταλυτικά τις εξελίξεις στις παραδουνάβιες ηγεμονίες παρά την μη υποστήριξη του Τσάρου και του Ρωσικού κατεστημένου.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης και οι συνεργάτες του έδρασαν διαφορετικά και ίδρυσαν την Φιλική Εταιρία.
Η Επανάσταση δεν ήταν καθολική και οι περιοχές που ενεπλάκησαν σ’ αυτήν ήταν της Πελοποννήσου, Στερεάς και νησιών με επικεφαλής τους Σουλιώτες και Μανιάτες που γνώριζαν την τέχνη του πολέμου και της αντιμετώπισης των Τούρκων και του ναυτικού που είχε υπέροχή έναντι του τουρκικού που του επέφερε αρκετά πλήγματα καθώς επίσης και της απόστασης που διατήρησε ο Αλή Πασά από την Επανάσταση. Πέρα αυτών οι επαναστατημένες περιοχές είχαν τις κατάλληλες ηγεσίες και τον κατάλληλο οπλισμό.
Η άφιξη των Ελλήνων διανοούμενων από το εξωτερικό άλλαξε την πορεία και μορφή της Επανάστασης και την οδήγησε σε νέα βάση και σε πιο ευρωπαϊκή υπόθεση και σε διαμάχη ανάμεσα σε Ρωσία – Αγγλία.
Αυτή η ανάμιξη διέσωσε την Επανάσταση γιατί αυτές οι δυνάμεις επεμβήκαν για να την ελέγξουν, επειδή μια προέκταση της θα οδηγούσε σε μια ανεξέλικτη ταραγμένη περιοχή και ανασφάλειας για το εμπόριο λόγω του Αιγαίου και της δημιουργηθείσας ελεύθερης πατρίδας.
Μέσα από την επταετή διάρκεια της Επανάστασης διαπιστώθηκαν αλυσίδα γεγονότων που σχετίζονται άμεσα με την συγκρότηση, συντήρηση των ενόπλων ομάδων και στρατοπέδων, τις ιεραρχίες, τους χαρισματικούς ηγέτες τις ενδοτικές και κοινωνικές διαφοροποιήσεις τις ενδυμασίας, την μορφή του οπλισμού, τα προβαλλόμενα συνθήματα, οι αντιπαραθέσεις, στρατιωτικής και πολιτικής εξουσίας.
Η μάχη της Αλαμάνας ανέδειξε τα προβλήματα της περιοχής και γενικότερα της Στερεάς Ελλάδας στην αρχή της Επανάστασης ενώ η άλωση του Μεσολογγίου ανέδειξε τις σχέσεις των ανθρώπων και των κοινωνικών σχέσεων των επαναστατών, των στρατιωτικών παραγόντων και τις δράσεις:- Ανδρούτσου, Κολοκοτρώνη, Καραϊσκάκη, Μιαούλη, Κανάρη που επηρέασαν τις πολιτικές – κοινωνικές εξελίξεις μαζί και τις αντοχές των ιδίων και των ενόπλων δυνάμεων για αντιμετώπιση του οργανωμένου στρατού του Ιμπραήμ.
Εκτός από την προβολή των στρατιωτικών επιτυχιών της Επανάστασης θα πρέπει να δούμε και τον ρόλο των πολιτικών διανοουμένων στην Επανάσταση του 1821 που προσδιόρισαν τον χαρακτήρα της Επανάστασης και την οργάνωση των απελευθερωμένων περιοχών όπως του Αλ. Μαυροκορδάτου και των συνεργατών του στην Α’ εθνοσυνέλευση που εισηγήθηκαν από την αποσύνδεση της εξέγερσης από την Φιλική Εταιρεία και εξέγερσης την Φιλική Εταιρεία και την πορεία προς την φιλελεύθερη συνταγματική πολιτική οργάνωση.
Επίσης θα πρέπει να επισημανθεί και η αποφασιστικότητα του Δ. Υψηλάντη να επιβάλει αυταρχική λύση στις στρατιωτικές επιχειρήσεις Πελοποννήσου στα πρώτα στάδια της Επανάστασης λόγω της αποτυχίας της επανάστασης στην Μολδοβλαχία.
Θα πρέπει να τονισθεί πως το πολίτευμα και η μορφή της διακυβέρνησης της χώρας αποφασίσθηκε από τις Εθνοσυνελεύσεις του Αγώνα η οποία θα εφάρμοζε τα πρότυπα των δυτικών χωρών.
Αυτή η θέση θεωρείται ως διπλωματική επιτυχία του Αλ. Μαυροκορδάτου και των ξένων δυνάμεων με επικεφαλής τους Άγγλους που ήθελαν να αποφύγουν ένα status quo στην περιοχή από την Ιερά Συμμαχία για δικούς σκοπούς.
Αυτή η ανάμιξη των ξένων οδήγησε και στην λύση του ελληνικού ζητήματος λόγω της δράσης του Ιμπραήμ κατά των Ελλήνων που ενεπλάκησαν στην Ναυμαχία του Ναβαρίνου.
Αυτός ο αγώνας οδήγησε και στην σύναψη δανείων στην περίοδο του 1824 – 1825 με δυσβάστακτους όρους.
Όπως κάθε επανάσταση έχει τα ψευδοδιλλήματα της και την τήρηση αποστάσεων έτσι και σ’ αυτήν υπήρχαν οι διαφωνίες όπως εκείνη του Πατριαρχείου που δεν στήριξε τον αγώνα στο αρχικό του στάδιο παρόλο που σ’ αυτό τον αγώνα συμμετείχαν ένας αριθμός αξιοθαύμαστων ιεραρχών και απλών ιερέων ης Ορθοδοξίας.
Η εκλογή του Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη του νέου ελληνικού κράτους από την Γ’ Εθνοσυνέλευση και παρά τα οράματα που είχε για δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους απέτυχαν λόγω έλλειψης ενός ουσιαστικού διαλόγου και της αντιπολιτευτικής ομάδας πολιτικών, διανοούμενων, οπλαρχηγών και παραδοσιακών τοπικών ηγετικών ομάδων που δεν ήθελαν να ξεφύγουν από το όραμα της ελευθερίας.
Η δολοφονία του Καποδίστρια παρεμπόδισαν να αναπτυχθεί φυσιολογικά η χώρα και να απολαύσει τις κατακτήσεις του 19ου αιώνα και να πορευθεί προς τον εκσυγχρονισμό του οποίου πληρώνει μέχρι σήμερα επειδή παρέμεινε στο ρουσφέτι, πελατολόγια και στην τακτοποίηση των ημετέρων που είχαν ελάχιστες γνώσεις και διοικητικές ικανότητες.
Πέραν των αναφερομένων η καταγραφή της Ιστορίας της Επανάστασης περιορίσθηκε στην καταγραφή των γεγονότων και στην εθνικιστική αναφορά και μόλις από την δεκαετία του 1970 οι ιστορικοί ερευνητές άρχισαν να την διερευνούν διεξοδικά.
Παρά το γεγονός η ιστορία κάθε τόπου σύμφωνα με τον Καντ είναι ένας σωρός γεγονότων και ένας μεγάλος λόφος ιδιαίτερα για εμάς που ζούμε στην περιοχή των Βαλκανίων και Μέσης Ανατολής όπου παράγεται περισσότερη ιστορία απ’ ότι μπορούμε να καταναλώσουμε. Γι’ αυτό το λόγο είμαστε συνέχεια ανάμεσα σε διαμάχες, χαμένες πατρίδες και των δικών μας πολιτικών θεωριών, γραμμών, εμμονών και στον ανικανοποίητο μεγαλοϊδεατισμό και φανατισμό μας και σε όλα υπαίτιοι είναι οι ξένοι.
Θα πρέπει να σημειώσουμε πως σ’ αυτήν την Επανάσταση συμμετείχαν και φύλα που κατοικούσαν σ’ αυτό τον χώρο όπως, Βούλγαροι, Σέρβοι, Μαυροβούνιοι, Αλβανοί, Άγγλοι, Σκωτσέζοι, Γερμανοί, Ιταλοί και άλλοι όπως και ένας μικρός αριθμός Τούρκων που ήταν ενάντια στον σουλτάνο.
Πριν την Επανάσταση υπήρξαν κατά καιρούς μικρές τοπικές Επαναστάσεις όπως των Ορλωφίκων (1776 -1770) οι οποίες απέτυχαν γιατί έλειπε το στοιχείο της οργάνωσης, προετοιμασίας και στοχοθεσίας.
Σ’ αυτήν την επανάσταση όπως και σε όλους τους αγώνες του ελληνισμού συμμετείχε ενεργά και η Κύπρος με ποικίλους τρόπους και είχε πληρώσει βαρύ τίμημα δια του απαγχονισμού μιας σειράς Ιεραρχών και Πρόκριτων του νησιού με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανού που αυτή η τραγική ημέρα περιγράφεται στο ποίημα του Βασίλη Μιχαηλίδη με τίτλο η 9η Ιουλίου.
Εάν θέλουμε να επιβιώσουμε και να έχουμε μέλλον θα πρέπει να κτίσουμε νέους δημοκρατικούς θεσμούς, αξιοκρατία και να γίνουμε πραγματικοί γνώστες της διαχρονικής ιστορικής πορείας μακριά από φάσεις ιδεολογικής ερμηνείας που οδηγούν σε παροξυσμό και προπαγάνδα.