Τα όρια του σκανδάλου αγγίζει η διαδικασία έγκρισης αιτημάτων της Αστυνομίας από Επαρχιακούς Δικαστές στη Λευκωσία για έκδοση ενταλμάτων σύλληψης και έρευνας υποστατικών υπόπτων σε πολύ σοβαρές ποινικές υποθέσεις.

Στους πρώτους μήνες του 2025 τέσσερα εντάλματα που εκτελέστηκαν από την Αστυνομία σε βάρος υπόπτων «έπεσαν» μετά από αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ταυτόχρονα δέχθηκε πλήγμα το ανακριτικό έργο της Αστυνομίας.

Μάλιστα, όπως αποκαλύπτουμε στο παρόν δημοσίευμα, η κατάσταση προκάλεσε και την επέμβαση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, Σάββα Αγγελίδη. Ο δεύτερος τη τάξει αξιωματούχος της Νομικής Υπηρεσίας, υπεύθυνος για χειρισμό ποινικών υποθέσεων, έστειλε επιστολή στην Αστυνομία καλώντας την να λάβει συγκεκριμένα μέτρα προκειμένου να μην επαναληφθεί το φαινόμενο.

Τραγέλαφος με το «δεν»

Ο δε λόγος που ακυρώθηκαν τα εν λόγω εντάλματα ομοιάζει με τραγέλαφο. Αυτά «κατέρρευσαν» στο Ανώτατο, επειδή οι Δικαστές που τα ενέκριναν παρέλειψαν να διαγράψουν μια λέξη σε διαζευκτική αναφορά.

Πιο συγκεκριμένα, στις επίμαχες περιπτώσεις οι ανακριτές αποτείνονταν στους Επαρχιακούς Δικαστές με αιτήματα για έκδοση ενταλμάτων και στο αίτημα περιλάμβαναν την ακόλουθη αναφορά «έχω/δεν έχω ικανοποιηθεί». Οι Δικαστές καλούνται σε τέτοιες περιπτώσεις να δηλώσουν αν πληρούνται ή όχι οι προϋποθέσεις  για έγκριση των αιτημάτων της Αστυνομίας.

Οι Επαρχιακοί Δικαστές που χειρίστηκαν τα επίμαχα τέσσερα αιτήματα της Αστυνομίας για έκδοση ενταλμάτων, τα ενέκριναν ξεχνώντας να διαγράψουν την αναφορά «δεν». Ούτε και οι ανακριτές πρόσεξαν αυτή τη σημαντική παράμετρο.

Έτσι, οι δικηγόροι των υπόπτων στις εν λόγω υποθέσεις προσέφυγαν στο Ανώτατο, το οποίο τους δικαίωσε, ακυρώνοντας τα εκτελεσθέντα εντάλματα, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να επηρεαστεί σοβαρά το ανακριτικό έργο.

Δεν πήρε διαστάσεις

Το όλο θέμα δεν πήρε τις διαστάσεις που έπρεπε. Όλοι όσοι εμπλέκονταν στη διαδικασία χειρίστηκαν διακριτικά το ζήτημα, το οποίο κρατήθηκε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Ενδεικτικό είναι ότι οι τέσσερις αποφάσεις με τις οποίες ακυρώθηκαν τα υπό συζήτηση εντάλματα, δεν ρίχνουν φως.

Οι δυο εξ αυτών δημοσιεύτηκαν, χωρίς, όμως, να περιλαμβάνουν επαρκείς λεπτομέρειες για να σχηματίσει εικόνα ο αναγνώστης και να αντιληφθεί τις διαστάσεις. Οι άλλες δυο υποθέσεις έγιναν γνωστές μέσω ανακοίνωσης δικηγορικού γραφείου που εκπροσώπησε κατηγορούμενο πρόσωπο σε μια εκ των υποθέσεων.

Ο απολυμένος δόκιμος

Η μια αφορά δόκιμο αστυφύλακα, ο οποίος απολύθηκε από το αστυνομικό Σώμα μετά τη σύλληψή του ως υπόπτου για υπόθεση ναρκωτικών. Το εν λόγω πρόσωπο είχε συλληφθεί στις 12 Φεβρουαρίου του 2025. Λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης δυο ημέρες αργότερα ο αρχηγός Αστυνομίας, Θεμιστός Αρναούτης, με έγκριση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, Μάριου Χαρτσιώτη, αποφάσισε την απόλυση του δόκιμου αστυνομικού.

Ωστόσο, ο απολυμένος δόκιμος αστυφύλακας προσέφυγε μέσω των δικηγόρων του (Α. Χρίστου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ) στο Ανώτατο, το οποίο στις 18 Μαρτίου αποφάσισε να ακυρώσει τα σε βάρος του εντάλματα.

Ειδικότερα σε σχέση με το ένταλμα σύλληψης, το Ανώτατο Δικαστήριο στην ετυμηγορία του καταγράφει όχι μόνο την γκάφα, αλλά και το γεγονός ότι η εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα δεν έφερε ένσταση στο αίτημα του δόκιμου αστυφύλακα για έκδοση ακυρωτικού διατάγματος.

Η στιχομυθία που παραθέτουμε αποδεικνύει του λόγου το αληθές:

«Κα Φωτιάδου: Εντιμοτάτη, στην παρούσα Αίτηση (σημ. 51/2025), όπως και στην 52/2025, δεν θα καταχωρισθεί ένσταση εκ μέρους της Δημοκρατίας.

Δικαστήριο:  Ήταν εδώ που δεν είχε διαγραφεί το «έχω/δεν έχω», εξού και δεν θα καταχωρίσετε ένσταση.

Κα Φωτιάδου: Μάλιστα».

Αποκαλυπτική επιστολή Αγγελίδη: «Λανθασμένο και

παραπλανητικό το ‘έχω/δεν έχω ικανοποιηθεί’»

  • «Οι Δικαστές εκ παραδρομής δεν διαγράφουν»

Επιστολή που απέστειλε στην Αστυνομία περί τα τέλη Μαρτίου ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, Σάββας Αγγελίδης, την οποία εξασφάλισε κι αποκαλύπτει ο «Φ» σήμερα, επιβεβαιώνει τα λάθη που προαναφέραμε, αλλά και το γεγονός ότι καλεί το Σώμα να αλλάξει τη διαδικασία που μέχρι τώρα ακολουθούσε. Πληροφορίες μας αναφέρουν ότι ανώτατος αξιωματικός της αστυνομικής Δύναμης στις αρχές του τρέχοντος μήνα με εσωτερικό σημείωμα έδωσε οδηγίες σε όλα τα αρμόδια στελέχη της Αστυνομίας, όπως ενεργούν στη βάση των υποδείξεων του κ. Αγγελίδη.

Παραθέτουμε αυτούσιες αναφορές από την επιστολή του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα:

«Έχει παρατηρηθεί ότι ο τρόπος με τον οποίο τίθενται ενώπιον των Δικαστών τα εντάλματα σύλληψης και έρευνας (…) είναι λανθασμένος και παραπλανητικός. Συγκεκριμένα, στο σώμα του εντάλματος εμπεριέχεται η δήλωση έχω/δεν έχω ικανοποιηθεί, για την ύπαρξη των προϋποθέσεων έκδοσης του εντάλματος, αφήνοντας τον εκάστοτε Δικαστή να προχωρήσει σε διαγραφή μιας εκ των επιλογών. Πολλές φορές οι Δικαστές, παρά το ότι εκδίδουν τα αιτούμενα εντάλματα, εκ παραδρομής τους δεν διαγράφουν την μια εκ των δυο επιλογών με αποτέλεσμα το ένταλμα να καθίσταται επιρρεπές σε ακύρωση μέσω προνομιακού εντάλματος certiorari, αφού υπάρχει προηγούμενη νομολογία που αναφέρει ότι όταν το Δικαστήριο δεν προβαίνει στη διαγραφή οποιασδήποτε επιλογής, απουσιάζει η κρίση του Δικαστηρίου ότι η έκδοση του εγκαλούμενου εντάλματος ήταν αναγκαία, γεγονός που οδηγεί στην ακύρωση του εντάλματος.

Ως εκ τούτου, κρίνουμε επιτακτική την ανάγκη για τροποποίηση του λεκτικού και αφαίρεση της επιλογής ‘δεν έχω’ από το σώμα του εντάλματος. Αυτό που προτείνεται να αναφέρεται είναι να αναγράφεται «…. έχω ικανοποιηθεί», αφήνοντας με αυτό τον τρόπο τον Δικαστή που το εξετάζει να προσθέσει τη λέξη «Δεν» στην περίπτωση που δεν ικανοποιείται για την ύπαρξη των προϋποθέσεων που απαιτεί ο Νόμος. Με τον τρόπο αυτό θα αποφεύγονται τυπικά λάθη που οδηγούν στην ακύρωση των ενταλμάτων και ενδεχομένως στην καταστροφή ολόκληρης της ποινικής υπόθεσης. Περαιτέρω, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι ο εκάστοτε αστυνομικός που προβαίνει στον όρκο που συνοδεύει το ένταλμα έχει καθήκον να ελέγξει ότι ο Δικαστής που εκδίδει το ένταλμα έχει προβεί στις απαραίτητες τυπικές ενέργειες όπως υπογραφή, συμπλήρωση ώρας του εντάλματος και να επεξηγεί στο Δικαστή τη δυνατότητα για προσθήκες του «δεν έχω ικανοποιηθεί» στην περίπτωση που ο ίδιος ο Δικαστής δεν ικανοποιείται με τις προϋποθέσεις για έκδοση του εντάλματος(…)».