Το κράτος θα μπορεί να υφαρπάξει το παιδί από τη φροντίδα ενός γονέα για μήνες, στη βάση μιας υπόνοιας για κακοποίησή του, χωρίς να δώσει κανένα λογαριασμό στον πατέρα ή στην μητέρα…

Πρόκειται για μια από τις θέσεις πραγματογνώμονα που εκφράστηκαν στον «Φ», ενόψει της σημερινής συνεδρίασης της κοινοβουλευτικής επιτροπής Νομικών, στην οποία θα συζητηθούν μια σειρά νομοθετημάτων που αφορούν το οικογενειακό δίκαιο.

Κι όπως γίνεται αντιληπτό από την πιο πάνω αναφορά, στο επίκεντρο των επικρίσεων και αντιδράσεων είναι το τροποποιητικό νομοσχέδιο που ρυθμίζει τις σχέσεις γονέων και τέκνων.

Όχι μόνο οι πρόνοιες του αμφισβητούνται εντόνως επιστημονικά, επειδή πιστεύεται ότι αντί να προστατεύσουν ένα ανήλικο τέκνο το φέρνουν σε δυσμενέστερη θέση, αλλά υπάρχουν αντιδράσεις από τα πλέον αρμόδια Σώματα και εμπειρογνώμονες για το γεγονός ότι η εκτελεστική εξουσία δεν έθεσε το επίμαχο νομοθέτημα σε δημόσια διαβούλευση, πριν το οδηγήσει με την παρούσα του μορφή στη Βουλή.

Οι αντιδράσεις αυτές καταγράφονται και σε υπομνήματα που ήδη έχουν κατατεθεί στην κοινοβουλευτική επιτροπή Νομικών ενόψει της σημερινής συνεδρίασης από αρμόδιους φορείς. Ο «Φ» έχει εξασφαλίσει σημειώματα που κατέθεσαν η Κυπριακή Εταιρεία Οικογενειακού και Αστικού Δικαίου, ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Ψυχολόγων, το Συμβούλιο Εγγραφής Ψυχολόγων, αλλά και Συμβουλευτική Επιτροπή για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΕΠΚΒΟ). Όλα τα σημειώματα από τα αρμόδια Σώματα χαρακτηρίζονται από έντονους προβληματισμούς και διαφωνίες με σχετικές νομοθετικές πρόνοιες.

Είναι ενδεικτικό το υπόμνημα της Κυπριακής Εταιρείας Οικογενειακού και Αστικού Δικαίου, το οποίο συνυπογράφουν εκ μέρους της διοικούσας επιτροπής της ο κ. Νικήτας Χατζημιχαήλ (καθηγητής τμήματος νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου) και ο κ. Λάρης Βραχίμης (Δικηγόρος, ειδικός επιστήμονας Οικογενειακού Δικαίου στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο).

Στο εν λόγω σημείωμα που στάλθηκε χθες στη Βουλή καταγράφεται η θέση ότι το τροποποιητικό νομοσχέδιο (Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμος) δεν έτυχε δημόσιας διαβούλευσης όπως προβλέπεται και πως «αποτελεί στην ουσία νέο νομοσχέδιο και όχι μια τυπική αναθεώρηση του προηγούμενου νομοσχεδίου και ως εκ τούτου, θα έπρεπε να είχε τύχει έγκρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο».

Εισηγούνται, μάλιστα, όπως το νομοσχέδιο «επιστραφεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης» προκειμένου να γίνει ουσιαστική διαβούλευση με όλους τους επηρεαζόμενους φορείς και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, και να διαφοροποιηθεί ανάλογα με το αποτέλεσμα της διαβούλευσης αυτής πριν να επανακατατεθεί στη Βουλή».

Επί της ουσίας και σε ό,τι αφορά το αποτέλεσμα που θα έχει ενδεχόμενη ψήφιση, οι προαναφερθέντες, σημειώνουν: «Περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ιδιαίτερα αμφιλεγόμενες διατάξεις που επιτρέπουν την απομάκρυνση παιδιών από τις οικογένειες τους χωρίς δικαστική απόφαση και χωρίς ενημέρωση των γονέων ως προς τους λόγους απομάκρυνσης, ενδεχόμενα για μήνες. Οι διατάξεις αυτές φαίνεται ότι καταστρατηγούν το δικαίωμα στην Οικογενειακή Ζωή και στην Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη με βάση τα άρθρα 15 και 30 του Συντάγματος».

Ορολογία που απορρίφθηκε

Αιτιολογώντας περαιτέρω τη θέση τους περί αμφιλεγόμενων διατάξεων, επισημαίνουν τα ακόλουθα: «(…) η υιοθέτηση της θεωρίας και της ορολογίας της γονικής αποξένωσης, η οποία έχει γενικά απορριφθεί από την επιστημονική κοινότητα, δεν έχει κάποια αναγνωρισμένη επιστημονική βάση και όπως έχει υποδειχθεί από σωρεία οργανώσεων και ειδικών που ασχολούνται με θέματα οικογενειακής δικαιοσύνης και ενδοοικογενειακής βίας, τείνει να υπονομεύσει την λειτουργία της Οικογενειακής Δικαιοσύνης τόσο σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας όσο και γενικά σε υποθέσεις που αναφέρονται σε θέματα γονικής μέριμνας».

Γίνεται ανάλυση των διατάξεων του νομοσχεδίου που επιτρέπουν την απομάκρυνση παιδιών χωρίς δικαστικό διάταγμα, εντοπίζουν παραβιάσεις συνταγματικών δικαιωμάτων και σημειώνουν πως «τα παιδιά θα βρίσκονται μακριά από τους γονείς χωρίς δικαστικό διάταγμα και χωρίς οι γονείς να είναι σε θέση να αμφισβητήσουν την απόφαση των Υπηρεσιών για απομάκρυνση του παιδιού τους». Μάλιστα, τονίζουν πως η εξουσία αυτή που έχει χορηγηθεί σε αρμόδιους κρατικούς φορείς είναι αχρείαστη, «αφού ο νόμος ήδη προβλέπει ένα πολύ δραστικό πλαίσιο παρέμβασης».

Επικαλούνται και σχετική νομοθεσία στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία -βάσει των σημειωμάτων τους- προφανώς αποτέλεσε άξονα της εκτελεστικής εξουσίας στην Κύπρο για την ετοιμασία του παρόντος νομοσχεδίου. Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με τα όσα καταγράφονται στο εν λόγω σημείωμα, στην αγγλική νομοθεσία υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες που απουσιάζουν από το προτεινόμενο άρθρο. Γίνεται χαρακτηριστική αναφορά σε «διάταξη του Ηνωμένου Βασιλείου που δίνει το δικαίωμα στην Αστυνομία να αναλάβει την προσωρινή φροντίδα παιδιού μόνο για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις 72 ώρες». Τονίζεται, ακόμη, ότι «ο νόμος περιλαμβάνει αναφορές στην ούτω καλούμενη Γονική Αποξένωση παρά τις ξεκάθαρες και κατηγορηματικές αντίθετες συστάσεις της GREVIO, δηλαδή της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου της Ευρώπης».

Προβληματισμοί για το νομοσχέδιο

Ο υπεύθυνος του τομέα συμβουλευτικής ψυχολογίας του Παγκύπριου Συλλόγου Ψυχολόγων, Γιώργος Μεταξάς, μιλώντας στην εφημερίδα μας εξέφρασε σοβαρούς προβληματισμούς για το προτεινόμενο νομοσχέδιο λέγοντας πως με τις πρόνοιές του γίνεται στην ουσία «ψυχιατρικοποίηση ενός ψυχοκοινωνικού προβλήματος». Πρόσθεσε πως όταν ένα παιδί αρνείται να είναι με τους γονείς, αυτό δεν έχει να κάνει με «ψυχοπαθολογία» και ότι «ο λόγος δεν μπορεί να κατηγοριοποιηθεί και να αποδοθεί σε μια πιθανότητα». Αιτιολογώντας τις πιο πάνω αναφορές του περί λανθασμένης φιλοσοφίας του νομοθετήματος, παρέπεμψε στο εγχειρίδιο κατηγοριοποίησης ασθενειών του ΠΟΥ (ICD-10). Σχολίασε ακόμη ότι «το παιδί είναι επηρεαζόμενο από τις σχέσεις των γονέων». Εξήγησε πως αυτό που πρέπει να διασφαλίζεται είναι η υγεία του ανήλικου τέκνου, κάτι που δεν επιτυγχάνεται με τις υπό συζήτηση νομοθετικές πρόνοιες. Αναφέρθηκε, ακόμη, σε θέσεις που είχε εκφράσει και γραπτώς και κατέθεσε στη Βουλή το 2019 ως τότε πρόεδρος του Παγκύπριου Συλλόγου Ψυχολόγων, θέλοντας να υποδείξει πως και σήμερα γίνεται συζήτηση για τα ίδια ακριβώς ζητήματα.

Δυσαρέσκεια Συμβουλίου Εγγραφής Ψυχολόγων

Σοβαρές ενστάσεις έχουν εκφραστεί και από τον πρόεδρο του Συμβουλίου Εγγραφής Ψυχολόγων Κύπρου, τα μέλη του οποίου διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Σε επιστολή προς τα μέλη της κοινοβουλευτικής επιτροπής Νομικών, ο πρόεδρος του Συμβουλίου Εγγραφής Ψυχολόγων Κύπρου, Λούης Χατζηθωμάς, εκφράζει δυσαρέσκεια εκ μέρους του σώματος που υπηρετεί «για μη πρόσκληση σε διαβούλευση, παρά το γεγονός ότι το νομοσχέδιο περιλαμβάνει ζητήματα που άπτονται άμεσα της άσκησης του επαγγέλματος του ψυχολόγου». Στην επιστολή τονίζεται, μεταξύ άλλων, ότι «παρά τις επανειλημμένες επιστολές που έχουμε απευθύνει προς το Υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας σχετικά με την συγκρουόμενη με πρόνοιες του Νόμου άσκηση επαγγελματικών ψυχολογικών καθηκόντων από μη εγγεγραμμένους ψυχολόγους, το όνομα των οποίων δεν περιλαμβάνεται στα δημοσιευμένα μητρώα, δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση». Για το επίμαχο νομοθέτημα, υποδεικνύεται πως θα πρέπει να «διαφοροποιηθεί η συνθήκη με την ασάφεια ως προς το ποιος είναι ο επαγγελματίας που εργοδοτείται ως λειτουργός στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας και στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας».

«Συγκρούεται με το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού»

Η διορισμένη από το Υπουργικό Συμβούλιο πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΕΠΚΒΟ), Σουσάνα Παύλου, εκφράζει, επίσης, έντονους προβληματισμούς με το προτεινόμενο νομοσχέδιο.

Στο έκτασης 11 σελίδων υπόμνημα που φέρει την υπογραφή της και κατέθεσε στη Βουλή στις αρχές Μαρτίου, επισημαίνονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα χαρακτηριστικά σημεία:

> «Η τροποποίηση του εν λόγω νόμου έχει χρέος να επιλύσει πρακτικά προβλήματα, ώστε να συνδράμει αποτελεσματικά στη μείωση των συγκρουσιακών διαζυγίων, και ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που περιλαμβάνουν έμφυλη/ενδοοικογενειακή βία. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να στηρίξουμε το εν λόγω τροποποιητικό νομοσχέδιο ως έχει, διότι όχι μόνο δεν διασφαλίζει αλλά συγκρούεται με το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού».

> «Ένα παιδί αποτελεί θύμα βίας, είτε το ίδιο δέχεται άμεσα κακοποίηση είτε διαμένει ως μάρτυρας βίας σ’ ένα κακοποιητικό περιβάλλον συνεχούς φόβου και τοξικότητας. Ο σκοπός εισδοχής των θυμάτων βίας σε χώρο Φιλοξενίας θυμάτων οικογενειακής βίας είναι η παροχή προστασίας/ ασφάλειας επιτυγχάνοντας την απομάκρυνση τους από το βίαιο γονέα. Η συνέχιση της επικοινωνίας των βίαιων γονέων με τα παιδιά τους ακόμα και όταν αυτά φιλοξενούνται με τη μητέρα τους σε χώρο Φιλοξενίας θυμάτων οικογενειακής βίας, παραβιάζει το νομικό πλαίσιο και καταργεί το σκοπό λειτουργίας του εν λόγω χώρου, που είναι η παροχή ασφάλειας/ προστασίας των θυμάτων. Η μητέρα-θύμα αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σπίτι της και να μετακομίσει με τα παιδιά της -μια αρκετά δύσκολη και επικίνδυνη απόφαση- εξαιτίας του βίαιου γονέα με σκοπό ν’ απομακρυνθεί από αυτόν. Πως μπορεί λοιπόν να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, όταν ο βίαιος γονέας εξακολουθεί να έχει πρόσβαση ακόμα και μέσα σ’ ένα τέτοιο χώρο με πρόσχημα τα κηδεμονευτικά του δικαιώματα;».