Απέρριψαν την αίτηση αυτιστικού παιδιού για ΕΕΕ και αναπηρικό επίδομα χωρίς αιτιολόγηση, συμπληρώνοντας απλώς κουτιά, ενώ το χειρότερο, αλλού διαπιστώνεται με σοβαρής μορφής αναπηρία και αλλού όχι.
Το Διοικητικό Δικαστήριο στο οποίο προσέφυγαν οι κηδεμόνες του ανήλικου διαπίστωσε την αντιφατικότητα στην αξιολόγηση που του έγινε στη βάση δυο σχεδίων των κρατικών υπηρεσιών και παράλληλα τόνισε πως πουθενά δεν γίνεται αναλυτική καταγραφή των ευρημάτων, αλλά μόνο συμπερασματικά.
Ο αιτητής υπέβαλε δια των γονέων και/ή φυσικών κηδεμόνων του αίτηση για παροχή Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος – αναπηρικού επιδόματος, υποβάλλοντας, ανάμεσα σ’ άλλα, μια σειρά από ιατρικές βεβαιώσεις για την κατάστασή του. Η αίτηση του απορρίφθηκε και εν συνεχεία υποβλήθηκε ένσταση για λογαριασμό του αιτητή, με την οποία υπεβλήθηκε και η «Αναφορά Θεράποντος Ιατρού προς το Κέντρο Αξιολόγησης Αναπηρίας», ημερ. 12.04.2021, της Βοηθού Διευθύντριας Παιδιατρικής – Γενετιστή. Στην εν λόγω έκθεση αναφέρεται μεταξύ άλλων:
«Παρακολουθείται στην κλινική γενετικής από τον Οκτώβριο του 2020. Γεννήθηκε πρόωρα, με χαμηλό βάρος γέννησης και παρουσιάζει σφαιρική αναπτυξιακή καθυστέρηση/ μεικτή αναπτυξιακή διαταραχή, σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες, έντονα αυτιστικά χαρακτηριστικά στα πλαίσια συγγενούς μικροκεφαλίας και άλλων συγγενών ανωμαλιών. Χρήζει συστηματικής παρέμβασης στην εκπαίδευση και στήριξης από κλινικό ψυχολόγο ή/και παιδοψυχίατρο».
Με απόφαση κατόπιν της εκθέσεως/γνωμάτευσης του Ολοκληρωμένου Πορίσματος, Αξιολόγησης Αναπηρίας (ΟΠΑΑ) της Επιτροπής των Αξιολογητών Ιατρών, ημ. 27.07.2021, κρίθηκε ο αιτητής ότι ως προς την πιστοποίηση αναπηρίας έχει ήπια ψυχική αναπηρία και συναφώς απορρίφθηκε η ένσταση/αίτησή του για καταβολή ΕΕΕ-αναπηρικό επίδομα, η οποία κοινοποιήθηκε στους γονείς του με επιστολή ημερ. 06.09.2021 της Διευθύντριας του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες.
Την εν λόγω απόφαση ο αιτητής προσβάλλει με προσφυγή. Βασικό επιχείρημα των δικηγόρων της οικογένειας Γιώργου Κανάρη για Δημοσθένης Στεφανίδης ΔΕΠΕ, ήταν ότι η απόφαση ήταν αναιτιολόγητη. Το Δικαστήριο αφού άκουσε τις δυο πλευρές διαπίστωσε ότι η κρίση των αρμοδίων υπηρεσιών, έγινε βασικά με συμπλήρωση κυτίων εντύπων, όπου με την αρίθμηση καθορίζεται το συμπέρασμα των αξιολογητών αν υπάρχει βλάβη και εάν ναι, αν η βλάβη είναι ήπια, μέτρια, ολοκληρωτική, σοβαρή ή απροσδιόριστη. Χωρίς όμως οποιαδήποτε περαιτέρω αναφορά πέραν του συμπεράσματός τους ώστε να γίνει αντιληπτό κατά πόσο λήφθηκαν υπόψη τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά ή να φανεί η αιτιολογία της διαφορετικής προσέγγισης με αυτά.
«Περαιτέρω, σημειώνει ο δικαστής Φίλιππος Καμένος, κάτι ακόμα το οποίο είναι θεωρώ επίσης ενδεικτικό της ελλειμματικής αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης είναι ότι, ενώ στο έντυπο «Γνωμάτευση Επιτροπής Αξιολόγησης Αναπηρίας για δικαιώματα κοινωνικών παροχών και Υπηρεσιών ΤΚΕΑΑ και ΥΔΕΠ» Ερ. 91-88 όπου απαριθμούνται 18 περιπτώσεις και η Επιτροπή κυκλώνει κατά πόσο ο αξιολογούμενος εμπίπτει ή όχι σε αυτές, τα συμπεράσματα της Επιτροπής δεν μπορούν να οδηγήσουν σε ασφαλές συμπέρασμα περί της κρίσης της επί της κατάστασης αναπηρίας του αιτητή.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται στην απόφαση, στο σημείο 12 (Σχέδιο Παροχής Οικονομικής Βοήθειας στα Άτομα με αναπηρίες για την Προμήθεια Τεχνικών Μέσων, Οργάνων και άλλων Βοηθημάτων) και στο σημείο 13 (Σχέδιο Παροχής Τεχνικών Μέσων με Δανεισμό), κυκλώνεται το «Ναι» και άρα ο αιτητής χαρακτηρίζεται ως «άτομο με σοβαρές κινητικές, αισθητηριακές ή άλλες αναπηρίες» ενώ στο σημείο 17 (Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα-αναπηρικό επίδομα) ο αιτητής δεν πιστοποιείται ως πρόσωπο με «σοβαρή ή ολική αναπηρία».
Από τον φάκελο δεν προκύπτει ποιο είναι το κριτήριο των εν λόγω δύο Σχεδίων για να χαρακτηριστεί κάποιο άτομο ως έχον «σοβαρές κινητικές, αισθητηριακές ή άλλες αναπηρίες» συνεπώς οι ως άνω δύο χαρακτηρισμοί είναι εμφανώς αντιφατικοί εφόσον με τον ένα ο αιτητής, ελλείψει σχετικού ορισμού και κατά την γραμματική ερμηνεία του, χαρακτηρίζεται ουσιαστικά ως σοβαρά ανάπηρος ενώ με τον άλλον όχι.
Καταλήγοντας, το Δικαστήριο αφού ακύρωσε την απόφαση του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης ατόμων με αναπηρίες, σημειώνει ότι η αιτιολόγηση της διοικητικής πράξης είναι έργο της διοίκησης και στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτή είναι ελλειμματική. Περαιτέρω όμως, ακόμα και τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου είναι και αυτά αντιφατικά και μεταδίδουν πληροφορίες ανεπίδεκτες δικαστικής κρίσης με αποτέλεσμα όχι απλά να μην υποστηρίζουν την αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης αλλά να την κλονίζουν.