Βακτηριακή ή μικροβιακή μηνιγγίτιδα και ιλαρά. Δύο διαφορετικά νοσήματα τα οποία μας απασχολούν έντονα το τελευταίο δεκαήμερο στην Κύπρο. Τα παιδιά, και στις δύο περιπτώσεις, πληρώνουν το τίμημα.
Ο κίνδυνος για θάνατο εξαιτίας της βακτηριακής μηνιγγίτιδας ορατός. Ακόμα και με τη λήψη θεραπείας το ποσοστό θνησιμότητας φθάνει μέχρι και το 15% ενώ χωρίς θεραπεία, βάσει των διεθνών δεδομένων αγγίζει το 50%.
Για την ιογενή μηνιγγίτιδα τα δεδομένα πολύ διαφορετικά ενώ για την ιλαρά οι παιδίατροι έχουν προειδοποιήσει εδώ και καιρό και μόλις πριν από μια εβδομάδα Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για όλο τον πληθυσμό στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες σε εγρήγορση και χθες οι ιατρικές υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας απέστειλαν εγκύκλιο σε όλους τους γιατρούς καλώντας τους να ενθαρρύνουν τον εμβολιασμό των ασθενών τους.
Σε σοβαρή κατάσταση στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του γενικού νοσοκομείου Λευκωσίας εισήχθη για νοσηλεία 17χρόνος μαθητής ενώ μια 16χρόνη και ένα βρέφος είχαν, επίσης νοσηλευτεί σε ΜΕΘ την περασμένη εβδομάδα εξαιτίας της βακτηριακής μηνιγγίτιδας.
Την ίδια ώρα σε νοσηλεία είχαν εισαχθεί και παιδιά που είχαν προσβληθεί από ιλαρά και το υπουργείο Υγείας, αν και μέχρι χθες το μεσημέρι δεν είχαν προκύψει νέα περιστατικά της νόσου, άρχισε να μελετά τα δεδομένα του προκειμένου να προχωρήσει στη λήψη μέτρων, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο.
Προς το παρόν οι Αρχές δεν εκφράζουν ανησυχία καθώς κάθε χρόνο καταγράφεται αριθμός περιστατικών τόσο ιογενούς και βακτηριακής μηνιγγίτιδας, όσο και ιλαράς.
Ωστόσο, όπως ανέφερε στον «Φ» η διευθύντρια ιατρικών υπηρεσιών Ελισάβετ Κωνσταντίνου, «δεν μπορούμε να περιμένουμε να υπάρξει αύξηση περιστατικών για να αρχίσουμε να κάνουμε κάποιες ενέργειες ως οι αρμόδιες υπηρεσίες του Κράτους».
«Έχουμε ήδη αρχίσει να μελετάμε τα δεδομένα των περιστατικών βακτηριακής μηνιγγίτιδας που έχουν καταγραφεί διότι πρόκειται για μια σοβαρή λοίμωξη. Πρέπει να πούμε ότι δεν υπάρχει σύνδεση μεταξύ των περιστατικών αυτών αλλά θα αναλύσουμε τα δεδομένα μας για να γνωρίζουμε ακριβώς ποια είναι η κατάσταση», πρόσθεσε.
Ο εμβολιασμός, τόνισε η κ. Κωνσταντίνου, είναι η καλύτερη πρόληψη τόσο για την μηνιγγίτιδα, όσο και για την ιλαρά και για αυτό «καλούμε τους πολίτες να προχωρούν σε εμβολιασμό των παιδιών αλλά στην περίπτωση της ιλαράς και των ενηλίκων που δεν έχουν εμβολιαστεί».
Πόσο επικίνδυνη είναι η βακτηριακή μηνιγγίτιδα;
Όπως εξήγησε στον «Φ» ο παθολόγος-λοιμωξιολόγος Νικόλαος Σπερνοβασίλης, «η μηνιγγίτιδα είναι η φλεγμονή των μηνίγγων, δηλαδή των προστατευτικών υμένων που περιβάλλουν τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό».
Η φλεγμονή αυτή, «μπορεί να οφείλεται σε παθογόνα (ιούς και βακτήρια συνηθέστερα, μύκητες και παράσιτα σπανιότερα) ή σε μη λοιμώδη αίτια (δηλαδή χωρίς να ευθύνεται μικροοργανισμός), όπως φάρμακα, καρκίνος και αυτοάνοσα νοσήματα, μεταξύ άλλων».
Οι συνηθέστερες μορφές μηνιγγίτιδας είναι η ιογενής μηνιγγίτιδα (κυρίως από εντεροϊους και ερπητοϊους) και η βακτηριακή μηνιγγίτιδα (κυρίως από πνευμονιόκοκκο, μηνιγγιτιδόκοκκο, αιμόφιλο και λιστέρια).
Επηρεάζει άτομα όλων των ηλικιών, από βρέφη μέχρι ηλικιωμένους. «Ο τρόπος μετάδοσης εξαρτάται από το παθογόνο, π.χ. η κοπρανοστοματική οδός (μολυσμένα χέρια στο στόμα) για τους εντεροϊούς και τα μακροσταγονίδια αναπνευστικών εκκρίσεων για τον πνευμονιόκοκκο και τον μηνιγγιτιδόκοκκο».
Επομένως, «η καλή υγιεινή χεριών και ο αερισμός των χώρων είναι κεφαλαιώδους σημασίας για τη μείωση της μετάδοσης των παραπάνω παθογόνων».
«Οι ιογενείς μηνιγγίτιδες στις περισσότερες περιπτώσεις δεν προκαλούν σοβαρά προβλήματα, παρά μόνο αν συνυπάρχει εγκεφαλίτιδα ή μυελίτιδα (δηλαδή φλεγμονή του εγκεφάλου ή του μυελού, αντίστοιχα) οπότε οι επιπλοκές είναι πάρα πολύ σοβαρές και κυμαίνονται μεταξύ μόνιμης αναπηρίας και θανάτου».
Από την άλλη, «οι πιο συχνές αιτίες βακτηριακής μηνιγγίτιδας συνοδεύονται από θνητότητα έως 50% (1 στους 2 πεθαίνει) ενώ ακόμα και με θεραπεία η θνητότητα φτάνει το 15%».
Πέραν αυτού, «οι επιβιώσαντες έχουν πιθανότητα έως και 20% για μόνιμα νευρολογικά ελλείματα (κώφωση, επιληψία, υδροκέφαλο, παράλυση, κ.α.)».
Η καλύτερη αντιμετώπιση, υπογράμμισε ο κ. Σπερνοβασίλης, «είναι ο εμβολιασμός, και διατίθενται ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια για συγκεκριμένους ορότυπους των πιο κοινών βακτηρίων (πνευμονιόκοκκος, μηνιγγιτιδόκοκκος και αιμόφιλος)».
Ιλαρά: Ένα από τα πιο μεταδοτικά λοιμώδη νοσήματα
Η ιλαρά, σύμφωνα με τον γιατρό, «είναι μια νόσος η οποία οφείλεται σε ιό και είναι ένα από τα πιο μεταδοτικά λοιμώδη νοσήματα που υπάρχουν».
«Η κυρία οδός μετάδοσης είναι μέσω αερολύματος, δηλαδή μικροσταγονιδίων από τις εκκρίσεις του αναπνευστικού μας, τα οποία παραμένουν στον αέρα έως και 2 ώρες μετά που θα εγκαταλείψει τον συγκεκριμένο χώρο ένα άτομο που έχει μολυνθεί από τον ιό».
Το άτομο αυτό, «είναι μεταδοτικό έως και 4-5 ημέρες πριν την εμφάνιση του εξανθήματος και για άλλες 4 ημέρες μετά ενώ τα άτομα τα οποία θα μολυνθούν θα εμφανίσουν συμπτώματα σε μια έως και τρεις εβδομάδες μετά τη μόλυνσή τους».
Της εμφάνισης του εξανθήματος «προηγείται κακουχία, ανορεξία, εμπύρετο, ξηρός βήχας, ρινίτιδα η/και επιπεφυκίτιδα».
Ειδική θεραπεία για την ιλαρά «δεν υπάρχει παρά μόνο υποστηρικτικά μέτρα, και κάποιες θεραπείες χωρίς ισχυρή τεκμηρίωση για συγκεκριμένες υποομάδες ασθενών».
Στις περισσότερες, αλλά όχι σε όλες, τις περιπτώσεις «η νόσος διαδράμει χωρίς σοβαρές επιπλοκές και αποδράμει χωρίς να καταλείπει νοσηρότητα. Όμως, οι σοβαρές επιπλοκές, όταν εμφανίζονται, μπορεί να οδηγήσουν στον θάνατο (επιπλοκές από αναπνευστικό και νευρικό σύστημα) ή σε καταστροφική αναπηρία (επιπλοκές από το νευρικό σύστημα) σε βρέφη, παιδιά και ενήλικες».
Ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της δυνητικά σοβαρής αυτής λοίμωξης «είναι ο εμβολιασμός, ο οποίος εκτιμάται ότι έχει αποτελεσματικότητα μεγαλύτερη του 95% στους εμβολιασθέντες και για οποιαδήποτε βαρύτητα της νόσου».
«Τόσο οι επιπλεγμένες μορφές ιλαράς όσο και η μηνιγγίτιδα απαιτούν άμεση διεπιστημονική προσέγγιση σε καλά οργανωμένες δομές παροχής υπηρεσιών φροντίδας υγείας», ανέφερε καταλήγοντας ο κ. Σπερνοβασίλης.