Παραδέχθηκε ότι πήρε τα χρήματα από την ηλικιωμένη έξω από εκκλησία της Λεμεσού, ωστόσο αρνείται ότι γνώριζε για την απάτη που είχε στηθεί, ισχυριζόμενος ότι λάμβανε οδηγίες από τον δήθεν εργοδότη του. Ο 60χρονος ύποπτος, που συνελήφθη σε σχέση με την υπόθεση του ψευδο-γιατρού στη Λεμεσό, ο οποίος απέσπασε χρήματα και χρυσαφικά από ηλικιωμένη στις 19 Μαρτίου 2025, οδηγήθηκε το πρωι της Κυριακής (23/3) ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, το οποίο διέταξε την κράτησή του για περίοδο 8 ημερών.
Όπως πληροφορείται το philenews, οι Αρχές έφτασαν στα ίχνη του υπόπτου μετά από έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή της Μητροπόλης στη Λεμεσό και από εξετάσεις που έγιναν σε κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης. Αφού εξασφαλίστηκε φωτογραφία του εν λόγω προσώπου, στη συνέχεια δημοσιεύθηκε σε κλειστή ομάδα εφαρμογής της ΑΔΕ Λεμεσού, όπου αστυνομικός αναγνώρισε το πρόσωπο ως τον ύποπτο, καθώς επρόκειτο για άτομο που είχε προβεί πρόσφατα σε τροχαίες παραβάσεις.
Ο 60χρονος εντοπίστηκε και συνελήφθη το μεσημέρι του Σαββάτου. Σε σωματική έρευνα που του έγινε, εντοπίστηκε το χρηματικό ποσό των €2.875, ενώ σε έρευνα που έγινε στο όχημά του εντοπίστηκαν κοσμήματα που ομοιάζουν με κλαπείσα περιουσία. Όταν του επιστήθηκε η προσοχή για τον νόμο, ο ύποπτος απάντησε: «Είναι η σακούλα με τα χρυσαφικά που μου έδωσε η ηλικιωμένη».
Μετά από συγκατάθεση, ο 60χρονος παρέδωσε τον κινητό του για έλεγχο, όπου εντοπίστηκε γραπτή συνομιλία με κάτοχο συγκεκριμένου αριθμού μέσω της εφαρμογής WhatsApp, όπου διαπιστώθηκε ότι λάμβανε οδηγίες.
Ανακριθείς, ο 60χρονος παραδέχθηκε ότι είναι το πρόσωπο που παρουσιάστηκε στην ηλικιωμένη και έλαβε τα χρήματα. Ισχυρίστηκε ότι κατά τον μήνα Φεβρουάριο μέσω του Facebook εντόπισε αγγελία που ζητούε υπάλληλο στη Λεμεσό από εταιρεία αλουμινίων στο εξωτερικό. Αφού έστειλε μήνυμα δηλώνοντας ενδιαφέρον, τον Μάρτιο έλαβε κλήση από συγκεκριμένο αριθμό και από άγνωστο πρόσωπο, ο οποίος του παρουσιάστηκε ως Γιώργος και ισχυρίστηκε ότι είναι ο ιδιοκτήτης της εταιρείας. Τον ρώτησε εάν ενδιαφέρεται για τη θέση που είχε δει στην αγγελία. Σύμφωνα με τον ύποπτο, αυτός απάντησε θετικά και ο άγνωστος του εξήγησε τα καθήκοντά του, λέγοντας ότι θα πήγαινε σε πελάτες για να λάβει μέτρα για παράθυρα και πόρτες και να καταγράφει τις μετρήσεις, ενώ θα λάμβανε μισθό €1.500. Αργότερα, ο υποτιθέμενος εργοδότης του ανέφερε ότι θα ξεκινούσε άμεσα εργασία και θα λάμβανε χρήματα από αυτά που θα του έδιναν οι πελάτες για τις δουλειές που θα τον έστελνε να κάνει.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι ο άγνωστος επικοινώνησε μαζί του για να μεταβεί στην εκκλησία της Καθολικής στη Λεμεσό, όπου θα τον ανέμενε πελάτης. Ο ύποπτος μετέβη στην είσοδο της εκκλησίας και εντόπισε την ηλικιωμένη. Όταν αυτή τον ρώτησε εάν είναι το πρόσωπο που τον έστειλε ο Γιώργος, εκείνος απάντησε καταφατικά και πήρε από την παραπονούμενη μια σακούλα και ένα φακελάκι, χωρίς να δει το περιεχόμενό τους. Κατά τις επόμενες ημέρες και μέχρι τη σύλληψή του, ισχυρίστηκε ότι το άγνωστο πρόσωπο που τον έστειλε να πάρει τα χρήματα του ζήτησε να του τα αποστείλει στην Αθήνα, όπου δήθεν η εταιρεία του είχε γραφεία.
Ο 60χρονος παραδέχθηκε ότι από τα χρήματα που πήρε, χρησιμοποίησε ένα μεγάλο ποσό για δικό του όφελος, ενώ δήλωσε άγνοια για τις προθέσεις του άγνωστου «Γιώργου» και την απάτη, λέγοντας ότι αυτός λάμβανε μόνο οδηγίες από τον δήθεν εργοδότη του.
Υπενθυμίζεται ότι η παραπονούμενη δέχθηκε τηλεφώνημα από άγνωστο άντρα, ο οποίος μιλούσε ελληνικά και της συστήθηκε με το όνομα Γιώργος, λέγοντας ότι είναι ιατρός του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού. Την ενημέρωσε ότι ο εγγονός της είχε εμπλακεί σε σοβαρό ατύχημα και κινδύνευε να υποστεί ακρωτηριασμό, εκτός εάν καταβαλλόταν το ποσό των 80.000 ευρώ για τη μεταφορά μοσχεύματος από το εξωτερικό.
Η παραπονούμενη, πεπεισμένη από τα λεγόμενα του αγνώστου, μετέβη στην περιοχή της Μητροπόλης στη Λεμεσό, όπου συναντήθηκε με τον 60χρονο άντρα, στον οποίο παρέδωσε το χρηματικό ποσό των 5.500 ευρώ σε μετρητά, καθώς επίσης και διάφορα κοσμήματα και χρυσές λίρες αξίας περίπου 10.000 ευρώ. Η παραπονούμενη, αφού επέστρεψε στην οικία της, επικοινώνησε με συγγενικό της πρόσωπο, όπου διαπίστωσε ότι είχε εξαπατηθεί και προέβη σε καταγγελία.