Όταν το 2017 η Κυβέρνηση Αναστασιάδη προωθούσε το ΓεΣΥ (από τα ελάχιστα καλά που άφησε πίσω της, παρά τις όποιες, σοβαρές, παθογένειες του συστήματος), είχε καθολικά αναγνωριστεί η τεράστια σημασία της ύπαρξης ανταγωνιστικών δημόσιων νοσηλευτηρίων, τα οποία δεν θα αποτελούσαν απλώς το αντίβαρο των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων προς διασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού, αλλά θα αποτελούσαν και τη ραχοκοκαλιά του συστήματος παροχής υγείας. Η όλη φιλοσοφία βασιζόταν, όχι μόνο στη διοικητική αυτονομία, αλλά πρώτιστα στην οικονομική αυτονομία των δημόσιων νοσηλευτηρίων.
Είναι σημαντικό ότι, όπως αρχικώς είχαν κατατεθεί στη Βουλή, τα σχετικά νομοσχέδια (ένα για το ΓεΣΥ και ένα για τον ΟΚΥπΥ) προέβλεπαν απαγόρευση κρατικής στήριξης του ΟΚΥπΥ. Ο τότε Υπουργός Υγείας Γιώργος Παμπορίδης είχε εξηγήσει ότι «με την αυτονόμηση επιχειρείται να θωρακιστεί ο δημόσιος χαρακτήρας των νοσηλευτηρίων με τρόπο που αφενός μεν θα διασφαλίσει στο διηνεκές ότι τα δημόσια νοσηλευτήρια θα καλύπτουν τις κοινωνικές ανάγκες του τόπου και των ασθενών, αφετέρου δε, θα τους επιτρέπει να λειτουργούν σε ένα περιβάλλον που θα μπορούν να κοστολογούν και να τιμολογούν τις υπηρεσίες που προσφέρουν, ώστε να καθίστανται ανταγωνιστικά και να διεκδικούν, στα πλαίσια του ΓεΣΥ, τη μερίδα που τους αναλογεί».
Τελικά, ενώπιον της αρμόδιας κοινοβουλευτικής Επιτροπής Υγείας, ο Υπουργός Υγείας τροποποίησε το κείμενο του νομοσχεδίου, ώστε το κράτος να δύναται να καλύπτει τυχόν ελλείμματα του οργανισμού για τα πέντε πρώτα χρόνια που θα ακολουθήσουν τη λειτουργία της εξωνοσοκομειακής φροντίδας υγείας του ΓεΣΥ. Όπως ρητά προβλέφθηκε, η χρηματοδότηση τελεί υπό την προϋπόθεση της ομαλής τήρησης της διαδικασίας υλοποίησης της οικονομικής και διοικητικής αυτονόμησης κατά τις κατευθυντήριες οδηγίες που θα εκδίδει το Υπουργικό Συμβούλιο. Συνεπώς, η ευθύνη της Κυβέρνησης για το θέμα προκύπτει αναντίλεκτα από τον νόμο.
Η δυνατότητα κρατικής στήριξης ορθά είχε την έννοια της στήριξης του ΟΚΥπΥ στα πρώτα, νηπιακά βήματά του. Θα ήταν εύλογα αναμενόμενο ότι η διοίκηση του ΟΚΥπΥ θα έπρεπε εξ αρχής να είχε θέσει πλάνο, με μέγιστη διάρκεια τα τρία έτη, για τη διοικητική και οικονομική αυτονόμηση, αφήνοντας τα δύο επιπλέον έτη ως περιθώριο ασφαλείας για τυχόν περιορισμένης έκτασης αστοχία στην εφαρμογή του τριετούς αυτού πλάνου.
Η αυτονόμηση άρχισε με διάταγμα του Υπουργού Παμπορίδη στις 24.1.2018. Η πενταετής περίοδος επιτρεπτής κρατικής στήριξης ξεκίνησε την 1.6.2019 και θα έληγε στις 31.5.2024. Τον Δεκέμβριο του 2019 ήμουν καλεσμένος σε τηλεοπτική εκπομπή του ΡΙΚ. Το ΓεΣΥ είχε τεθεί σε εφαρμογή 6 μήνες προηγουμένως και ο ΟΚΥπΥ έκλεινε δύο χρόνια ζωής. Μόλις είχε ετοιμαστεί ο Προϋπολογισμός του ΟΚΥπΥ για το 2020, με το τριετές πλάνο μέχρι το 2022. Για το 2020 προβλεπόταν έλλειμμα ύψους €233 εκατ., για το 2021 €133 εκατ. και για το 2022 €140 εκατ. Δημόσια έθεσα τον προβληματισμό, πότε σκόπευε ο ΟΚΥπΥ να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του.

Λίγους μήνες αργότερα ήρθε η πανδημία του κορωνοϊού. Τα δημόσια νοσηλευτήρια ανέλαβαν το μέγιστο βάρος για τον χειρισμό της πανδημίας και απέδειξαν περίτρανα τη σημαντικότητα και αναγκαιότητα, ιδίως σε περιόδους κρίσεων, της ύπαρξης και ορθής λειτουργίας ισχυρών δομών παροχής δημόσιων αγαθών, όπως είναι εν προκειμένω η υγεία. Ωστόσο, ταυτόχρονα η διοίκηση και διεύθυνση του ΟΚΥπΥ βρήκαν το τέλειο άλλοθι για τις κάκιστες επιδόσεις που παρουσίαζε. Για όλα έφταιγε πλέον η πανδημία.
Η πανδημία πέρασε και οι δικαιολογίες τελείωσαν. Τον Ιούνιο του 2022 η Ελεγκτική Υπηρεσία εξέδωσε έκθεση για τον ΟΚΥπΥ. Ιδού τι αναφέρεται σε αυτήν: «Στη βάση όλων των πιο πάνω στοιχείων, θεωρούμε ότι μπορεί εύλογα να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι προβλέψεις του ΟΚΥπΥ, ως προς τα έσοδά του για την επόμενη τριετία 2022-2024, δεν είναι βάσιμες. Κρούουμε τον κώδωνα του κινδύνου για το γεγονός ότι, παρά τη συνεχή μείωση των ασθενών και συνεπώς των εσόδων, ο ΟΚΥπΥ ουδέν ουσιαστικά πράττει για μείωση των δαπανών του, αλλά αντίθετα αυξάνει συνεχώς το κόστος μισθοδοσίας, προδιαγράφοντας ως δεδομένη την αστοχία του να ισοσκελίσει τους Προϋπολογισμούς του μετά το 2024, όπως οφείλει με βάση τον περί ΟΚΥπΥ Νόμο. Ο ΟΚΥπΥ θα πρέπει να εκπονήσει, χωρίς καμία καθυστέρηση, Στρατηγικό Σχέδιο».
Τον Μάιο του 2024 η Βουλή διά νόμου έδωσε ένα χρόνο παράταση στην προθεσμία για οικονομική αυτονόμηση του ΟΚΥπΥ, ήτοι μέχρι την 31η Μαΐου 2025. Στις 16 Σεπτεμβρίου 2024, η Ελεγκτική Υπηρεσία εξέδωσε νέα έκθεση για τον ΟΚΥπΥ. Ανάμεσα σε πολλά συμπτώματα κακοδιαχείρισης και κουλτούρας μη σεβασμού στο δημόσιο χρήμα σημειώνονταν τα ακόλουθα:
«Η Υπηρεσία μας θεωρεί ότι οι δράσεις στις οποίες έχει προβεί ο Οργανισμός για την απεξάρτηση του από την κρατική στήριξη και την ομαλή μετάβαση σε συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού την 1.6.2025 δεν είχαν ακόμη ουσιαστικό αντίκτυπο, αφού οι ασθενείς στα νοσηλευτήρια του Οργανισμού έχουν μειωθεί δραστικά, ενώ αντίθετα οι δαπάνες παρουσιάζουν σημαντική αύξηση κυρίως λόγω συνεχούς αύξησης του κόστους μισθοδοσίας. Επισημαίνουμε ότι, με βάση πληροφορίες που έχουν δημοσιοποιηθεί, αριθμός ιδιωτικών νοσηλευτηρίων, εκ των μεγαλύτερων του ιδιωτικού τομέα, ενταγμένων και μη στο ΓεΣΥ, φαίνεται να έχουν εξαγοραστεί ή να είναι στη διαδικασία εξαγοράς από ιδιωτική εταιρεία που, μεταξύ άλλων, διαχειρίζεται αριθμό νοσηλευτηρίων στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει μείωση του ανταγωνισμού, κάτι που καθιστά εξαιρετικά μεγάλης σημασίας την ύπαρξη και διατήρηση ανταγωνιστικών κρατικών νοσηλευτηρίων που θα παρέχουν υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και έτσι θα μπορούν να αποτελούν εναλλακτική επιλογή για τους ασθενείς».
Τι έκανε ο ΟΚΥπΥ για να θωρακίσει τους πολίτες από αυτό τον τεράστιο κίνδυνο ιδιωτικού μονοπωλίου; Ας δούμε τον προϋπολογισμό του για το 2025 και το τριετές πλάνο για την περίοδο 2025-2027. Όπως προκύπτει, ενώ οι ασθενείς παραμένουν μειωμένοι, ο ΟΚΥπΥ περιλαμβάνει προβλέψεις για συνεχή αύξηση των εσόδων του. Επειδή, όμως, ακόμη και έτσι τα ελλείματα παραμένουν, διογκώνει κάθε χρόνο τη χορηγία που λαμβάνει από το κράτος για υπηρεσίες σε ασθενείς εκτός ΓεΣΥ και Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ). Από €92 εκατ. το 2022, οι ΥΓΟΣ προϋπολογίζονται σε €162 εκατ. το 2027 (Αύξηση 76%).
Τη στιγμή που η πίτα του ΓεΣΥ αυξάνεται ραγδαία από χρόνο σε χρόνο (θέμα που χρήζει ξεχωριστής ανάλυσης), ο ΟΚΥπΥ, στην πράξη, συνεχώς χάνει ασθενείς όπως φαίνεται στα γραφήματα από την Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας.

Η κρατική χρηματοδότηση προς τον ΟΚΥπΥ κινδυνεύει να κριθεί ως μη συμβατή ενίσχυση
Είναι χαρακτηριστικό ότι για το 2023 που έχουν δημοσιευτεί πραγματικά αποτελέσματα, ο ΟΚΥπΥ προέβλεπε έσοδα ύψους €70εκ. από εξωτερικούς ασθενείς και τελικά αυτά περιορίστηκαν στα €28εκ. (ούτε καν στα μισά). Για τους εσωτερικούς ασθενείς, η κατάσταση είναι κάπως καλύτερη, αν και το πρόβλημα είναι και εδώ σοβαρό. Συγκεκριμένα, η πρόβλεψη για έσοδα ήταν €255 εκατ. και τελικά αυτά περιορίστηκαν στα €230 εκατ. Αν αναλύσει κανείς τη μεγάλη εικόνα, είναι σαφές ότι οι πολίτες γυρίζουν την πλάτη στα εξωτερικά ιατρεία των δημόσιων νοσηλευτηρίων. Επίσης, οι πολίτες αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν τα δημόσια νοσηλευτήρια ως εσωτερικοί ασθενείς όταν τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια τους διώχνουν με το αιτιολογικό ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες κλίνες.
Ύστερα από καταγγελία της Ένωσης Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων της Εσθονίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διερεύνησε τη χρηματοδότηση που παρείχε το Ταμείο Ασφάλισης Υγείας της χώρας στα δημόσια νοσοκομεία. Στην απόφασή της τον Νοέμβριο του 2020 η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δημόσια χρηματοδότηση δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του Άρθρου 107(1) της ΣΛΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή είχε σημειώσει ότι «σε άλλα κράτη μέλη, τα νοσοκομεία προσφέρουν τις υπηρεσίες τους έναντι αμοιβής, είτε απευθείας από τους ασθενείς είτε μέσω της ασφάλισής τους. Σε τέτοια συστήματα, υπάρχει ένας βαθμός ανταγωνισμού μεταξύ των νοσοκομείων ως προς την παροχή υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης. Όταν συμβαίνει αυτό, το γεγονός ότι μια υπηρεσία υγειονομικής περίθαλψης παρέχεται από δημόσιο νοσοκομείο δεν αρκεί για να χαρακτηριστεί η δραστηριότητα ως μη οικονομική». Υπάρχει, συνεπώς, ο κίνδυνος η κρατική χρηματοδότηση προς τον ΟΚΥπΥ να κριθεί ως μη συμβατή κρατική ενίσχυση.
Αντιλαμβάνεται η Κυβέρνηση τον κίνδυνο αυτόν; Αντιλαμβάνεται ότι, ενώ οι πολίτες πληρώνουν συνεχώς αυξανόμενες εισφορές στον ΟΑΥ (το 2025 θα φτάσουν τα €1,9 δισ., συν επιπλέον €0,5 δισ. για συμπληρωμές και υπηρεσίες εκτός ΓεΣΥ) δεν είναι λογικό να καλούνται να χρηματοδοτούν επιπλέον τις (συχνά χαμηλής ποιότητας) υπηρεσίες του ΟΚΥπΥ;
Τη στιγμή που ξένα ιδιωτικά κεφάλαια, διαβλέποντας το πάρτι στο ΓεΣΥ, που συμπαρασύρει και τις εκτός ΓεΣΥ υπηρεσίες, εξαγοράζουν το ένα μετά το άλλο όλα τα μεγάλα ιδιωτικά νοσηλευτήρια, η διαφύλαξη του δημόσιου χαρακτήρα του ΟΚΥπΥ είναι ζωτικής σημασίας. Σε συνθήκες ολιγοπωλίου ή ακόμη χειρότερα μονοπωλίου, η παρέμβαση των ρυθμιστικών αρχών προστασίας του ανταγωνισμού δύσκολα είναι αποτελεσματική. Στην Κύπρο ιδίως, όπου η Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού (ΕΠΑ), εκ του αποτελέσματος, είναι σχεδόν αόρατη, η ύπαρξη κρατικής επιχείρησης σε τομείς όπως η υγεία, η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, αποτελεί μία ισχυρή ασπίδα προστασίας των πολιτών από την πιθανή αισχροκέρδεια των ιδιωτικών συμφερόντων. Υπό μία προϋπόθεση: Ότι αυτές οι κρατικές επιχειρήσεις θα λειτουργούν τηρώντας τον κανόνα των τριών “E”: Economy, Efficiency, Effectiveness (οικονομία, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα).
Χρειάζεται Στρατηγικό Σχέδιο με στόχους, δράσεις και δείκτες επίδοσης
H Κυβέρνηση, που – αν κρίνουμε από τον ευρύτερο τρόπο διοίκησης του δημόσιου τομέα – δείχνει να μην αντιλαμβάνεται τι σημαίνει χρηστή διακυβέρνηση, οφείλει να απαιτήσει όπως ο ΟΚΥπΥ εκπονήσει, χωρίς άλλη καθυστέρηση, Στρατηγικό Σχέδιο με στόχους, δράσεις και δείκτες επίδοσης και απόδοσης, στο οποίο να παρουσιάζονται οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι του με τη μορφή επιχειρησιακών σχεδίων και οι οποίοι να συνδέονται με τον Προϋπολογισμό που θα ετοιμάζεται στη βάση Δραστηριοτήτων. Είναι τραγικό ότι ο προϋπολογισμός του 2025 φαίνεται να βασίζεται σε ένα σχέδιο του 2021, δείχνοντας πως ο ΟΚΥπΥ δεν λειτουργεί με μακροπρόθεσμο πλάνο.
Οι δαπάνες απλώς προσαρμόζονται ετησίως, κυρίως λόγω αυξήσεων μισθών. Ακόμη χειρότερο είναι ότι οι στόχοι της διοίκησης αποτυγχάνουν χωρίς καμία συνέπεια. Η έλλειψη λογοδοσίας είναι το καύσιμο μιας πορείας προς την καταστροφή. Η ανικανότητα του Διοικητικού Συμβουλίου προκύπτει εμφανώς από το γεγονός ότι μεμψιμοιρούν για το κόστος μισθοδοσίας το οποίο οι ίδιοι αλόγιστα διογκώνουν.
Οι αλλαγές που επιβάλλεται να γίνουν δεν απαιτούν ιδιαίτερη φαντασία. Βασίζονται σε διεθνώς αποδεκτές αρχές χρηστής και αποτελεσματικής διακυβέρνησης. Ενδεικτικά είναι τα ακόλουθα γενικά μέτρα:
- Σύνδεση αμοιβών με απόδοση: Οι αμοιβές των Διευθυντών των κλινικών πρέπει να συνδέονται άμεσα και αναλογικά με τα οικονομικά αποτελέσματα.
- Ορθολογική διαχείριση πόρων: Πλήρης κοστολόγηση στη βάση δραστηριοτήτων και προϋπολογισμός μηδενικής βάσης. Εφαρμογή συστημάτων ποιότητας τύπου EFQM στις υποστηρικτικές υπηρεσίες.
- Βελτίωση εμπειρίας ασθενών: Υιοθέτηση καινοτόμων πρακτικών, όπως το επιτυχημένο παράδειγμα της καρδιολογικής κλινικής του Νοσοκομείου Λευκωσίας. Τα κρατικά νοσηλευτήρια πρέπει να μετεξελιχθούν σε πανεπιστημιακά και να αποτελέσουν πυρήνα έρευνας.
- Ψηφιακός μετασχηματισμός: Αξιοποίηση της τηλεϊατρικής, της τεχνητής νοημοσύνης και των τηλεδιασκέψεων για πραγματοποίηση ιατροσυμβουλίων με συνεργαζόμενα νοσοκομεία του εξωτερικού με στόχο την βελτίωση της ποιότητας με ταυτόχρονη μείωση του κόστους.
- Έρευνες ικανοποίησης ασθενών: Συστηματική ανάλυση των λόγων μείωσης του αριθμού των ασθενών, ώστε να βελτιωθούν οι υπηρεσίες.
- Δημιουργία συστήματος αναφοράς ιατρικών λαθών και ανεπιθύμητων συμβάντων: Εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου μηχανισμού αναφοράς, ανάλυσης και πρόληψης ιατρικών λαθών, βασισμένου σε διεθνείς πρακτικές
Η υγεία είναι ένα από τα σημαντικότερα δημόσια αγαθά που παρέχει μια κυβέρνηση στους πολίτες της. Το αγαθό αυτό προστατεύεται όταν υπάρχει η κατάλληλη θεσμική θωράκισή του, το οποίο θα πει: η διαρκής κυβερνητική μέριμνα και θεσμική προσαρμογή. Η Κυβέρνηση Χριστοδουλίδη φέρει τεράστια ευθύνη για το κατάντημα των δημόσιων νοσηλευτηρίων. Εάν τα αφήσει να οδηγηθούν στην πλήρη κατάρρευση, προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων, η ευθύνη της θα είναι εγκληματική.